Ήταν πέρυσι τέτοιες μέρες, όταν ο πρωθυπουργός συγκάλεσε στο Μαξίμου σύσκεψη με τους εκπροσώπους των δέκα σημαντικότερων βιομηχανιών της χώρας. Θέλησε να ακούσει από πρώτο χέρι τις απόψεις της βιομηχανίας για τη κατάσταση της οικονομίας και την ασκούμενη κυβερνητική πολιτική. Επιδίωξη του επίσης ήταν η άσκηση έμμεσης πίεσης για τη διενέργεια επενδύσεων.

Στη σύσκεψη εκείνη το τόνο έδωσε ο Πατριάρχης της ελληνικής βιομηχανίας, ο κος Νίκος Στασινόπουλος. Είναι ο βασικός μέτοχος του μεγαλύτερου εξαγωγικού ομίλου της χώρας, της Βιοχάλκο, μιας εταιρείας συμμετοχών, που διαθέτει πάνω από εβδομήντα θυγατρικές επιχειρήσεις. Αντικείμενο της είναι η επεξεργασία, μεταποίηση και παραγωγή προϊόντων του συνόλου σχεδόν των βασικών μετάλλων.

Η Ελβάλ, η ναυαρχίδα του ομίλου, είναι η μεγαλύτερη ελληνική καθετοποιημένη επιχείρηση παραγωγής προϊόντων αλουμινίου και μία από τις μεγαλύτερες της Ευρώπης. Η Χαλκόρ παράγει προϊόντα χαλκού και η θυγατρική της Ελληνικά Καλώδια είναι η μεγαλύτερη επιχείρηση παραγωγής καλωδίων. Ομοίως η Σιδενόρ είναι η μεγαλύτερη παραγωγός προϊόντων σιδήρου της χώρας. Τα Σωληνουργεία Κορίνθου, μία από τις θυγατρικές της, παράγουν σωλήνες διεθνών προδιαγραφών, που χρησιμοποιούνται στους αγωγούς πετρελαίου και φυσικού αερίου.

Ο κος Στασινόπουλος εξήγησε στο πρωθυπουργό ότι δεν βρίσκεται εκεί για να ζητήσει μέτρα προστασίας των επιχειρήσεων του, ούτε ευνοϊκή αντιμετώπιση έναντι του ανταγωνισμού. Απλά ζήτησε από το κο Σαμαρά να άρει η κυβέρνηση τα αντικίνητρα, που σκοτώνουν τον όμιλο του και τη βαριά βιομηχανία της χώρας γενικότερα.

«Δύο είναι τα βασικά προβλήματα των επιχειρήσεων μου. Το ύψος των επιτοκίων δανεισμού και το κόστος της ενέργειας. Το εργατικό κόστος πρακτικά μας αφήνει αδιάφορους, αφού συμμετέχει στο κόστος του τελικού προϊόντος με ποσοστό περί το 10%. Το κόστος της ενέργειας αντιθέτως είναι ζωτικής σημασίας για μας, αφού αποτελεί πάνω από το 50% του τελικού κόστους.

Δυστυχώς κε πρωθυπουργέ η πατρίδα μου τιμολογεί το ηλεκτρικό ρεύμα προς τη βιομηχανία σε πολύ υψηλότερες τιμές, από εκείνες που αντιμετωπίζει ο ανταγωνισμός. Η μεγάλη αύξηση του Ειδικού φόρου κατανάλωσης, που επέβαλε η κυβέρνηση σας, εκτόξευσε τη τιμή έως και 50% υψηλότερα από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Ομοίως η τιμή με την οποία διατίθεται στους μεγάλους βιομηχανικούς καταναλωτές το φυσικό αέριο είναι κατά 40-50% μεγαλύτερη από εκείνη που πληρώνει ο ανταγωνισμός. Εάν δεν φροντίσετε άμεσα να αρθούν αυτές οι υπερβολικές επιβαρύνσεις, φοβάμαι ότι σύντομα δεν θα υπάρχει δυνατότητα παραγωγής και θα κλείσουμε.

Στο χώρο μας ο ανταγωνισμός είναι πολύ σκληρός. Έχουμε να αντιμετωπίσουμε ευρωπαϊκά και παγκόσμια μεγαθήρια. Δουλεύουμε με πολύ χαμηλά ποσοστά μικτού κέρδους, της τάξης του 7-8%. Το αυξημένο ενεργειακό κόστος μας καθιστά μη ανταγωνιστικούς ή προβληματικούς. Διότι, εάν μέν διατηρήσουμε το μικτό ποσοστό κέρδους στα επίπεδα αυτά, καθιστάμεθα ακριβότεροι και συνεπώς βγαίνουμε από τις αγορές. Εάν πάλι ευθυγραμμιστούμε με τις τελικές τιμές πώλησης των ανταγωνιστών μας, τότε είναι σαν να δουλεύουμε με μηδενικό ή αρνητικό μικτό κέρδος. Οπότε  γινόμαστε μη βιώσιμοι.

Το δεύτερο σοβαρό πρόβλημα που μας απασχολεί κε πρωθυπουργέ είναι το κόστος του χρήματος. Οι ανταγωνιστές μας έχουν τη δυνατότητα να δανείζονται με χαμηλά επιτόκια της τάξης του 2-3%, είτε από τα πιστωτικά ιδρύματα, είτε μέσω ομολογιακών εκδόσεων. Δυστυχώς ο κίνδυνος της χώρας εγκατάστασης μας τιμολογείται πανάκριβα από τις αγορές, με αποτέλεσμα να πληρώνουμε επιτόκια γύρω και πάνω από το 7%. Αντιλαμβάνεσθε ότι, εάν δεν απομακρυνθεί ο κίνδυνος χώρας, το πρόβλημα μπορεί να αντιμετωπιστεί μόνο με μεταφορά της έδρας μας στο εξωτερικό».

Τους ένδεκα μήνες που ακολούθησαν η κυβέρνηση αδιαφόρησε στις εκκλήσεις του κου Στασινόπουλου. Ακολούθησε τη πεπατημένη. Η Βιοχάλκο είναι ήδη μια Βελγική επιχείρηση, που διαθέτει θυγατρικές στην Ελλάδα, τη Βουλγαρία και άλλες χώρες και διαπραγματεύεται στο Euronext των Βρυξελλών. Το μέλλον όμως των παραγωγικών της μονάδων στην Ελλάδα διαγράφεται θολό.

Πρίν ενάμισυ χρόνο ήταν η Ελληνική Χαλυβουργία των αδελφών Μάνεση που απασχόλησε τα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων και τις πρώτες ειδήσεις των τηλεοπτικών δελτίων. Η βιομηχανία διαθέτει δύο εργοστάσια παραγωγής σιδηρουργικών προϊόντων, ένα στο Βόλο κι ένα στον Ασπρόπυργο Αττικής. Ο μεγάλος περιορισμός των πωλήσεων την ανάγκασε να ζητήσει από τους εργαζομένους της περιορισμό του χρόνου εργασίας και μειωμένες αποδοχές, ώστε να αποφύγει να προβεί σε απολύσεις. Οι μονάδες δούλευαν στο 20% της παραγωγικής τους δυνατότητας, ελλείψει πελατειακής βάσης. Η αντίδραση του ΠΑΜΕ στην Αττική οδήγησε σε κλείσιμο το εργοστάσιο του Ασπροπύργου.

Σήμερα έφθασε η ώρα να δημοσιοποιήσει το πρόβλημα της η τρίτη μεγάλη σιδηρουργική βιομηχανία, η Χαλυβουργική των Αγγελόπουλων. Η βιομηχανία θέτει τους 200 εργαζομένους της στη παραγωγή σε διαθεσιμότητα και θα τους αμείβει με το 50% των αποδοχών τους για έξι εβδομάδες. Εάν στο διάστημα αυτό η κυβέρνηση συνεχίσει να σφυρίζει αδιάφορα και να μη μειώνει το κόστος της ενέργειας, η Χαλυβουργική θα ξαναβάλει λουκέτο. Δεν είναι ηλίθιοι ο Κων/νος Αγγελόπουλος και τα παιδιά του να χρηματοδοτούν με τα κέρδη των ναυτιλιακών τους επιχειρήσεων το τρύπιο πυθάρι της σιδηρουργίας.

Οι συσσωρευμένες ζημίες των τριών μεγάλων ελληνικών χαλυβουργιών – Σιδενόρ, Χαλυβουργική, Ελληνική Χαλυβουργία – την πενταετία 2009 – 2013 έχουν ξεπεράσει τo αστρονομικό ποσό των 700.000.000 ευρώ . Ο βιομηχανικός ιστός της χώρας καταρρέει ως απόρροια της μειωμένης ζήτησης αλλά και της αδιαφορίας της Πολιτείας στις εκκλήσεις των εταιρειών να μειωθεί το ενεργειακό κόστος, το οποίο λόγω της έκτακτης κατάστασης της χώρας από το 2010 και μετά έχει εκτιναχθεί μέσα από τους ειδικούς φόρους και τα «χαράτσια».

Λόγω της πτώσης της οικοδομής, αλλά και των δημοσίων έργων, αφού περικόπτεται συνέχεια το ΠΔΕ, η ζήτηση στην Ελλάδα για χαλυβουργικά προϊόντα το 2013 έπεσε κάτω από τους 300.000 τόνους, επέστρεψε δηλαδή στα επίπεδα της δεκαετίας του 1950, όταν ύστερα από αλλεπάλληλες τεράστιες επενδύσεις η παραγωγική ικανότητα των ελληνικών χαλυβουργιών προσεγγίζει τα 4.000.000 τόνους !  Παραπάνω από το 2% της παγκόσμιας παραγωγικής ικανότητας !

Οι ελληνικές χαλυβουργίες διαβλέποντας την ύφεση στράφηκαν από πολύ νωρίς στις εξαγωγές, εκμεταλλευόμενες το υψηλό capacity που διέθεταν, αλλά και το ποιοτικό προϊόν. Το 2010 τα χαλυβουργικά προϊόντα ήσαν μαζί με τα προϊόντα αλουμινίου τα πρώτα σε αξία εξαγώγιμα αγαθά – έφθασαν τα 850.000.000 ευρώ -, αλλά η φορολογική καταιγίδα που ακολούθησε και επιβάρυνε τις τιμές του ρεύματος και του φυσικού αερίου κατέστησε τις εξαγωγές ζημιογόνες, αφού για να βρουν θέση τα ελληνικά προϊόντα στις διεθνείς αγορές έπρεπε να πωλούνται κάτω του κόστους.

Με κόστος 60-70 ευρώ ανά μεγαβατώρα δεν μπορούσαν οι εγχώριοι σιδεράδες να ανταγωνιστούν τους ξένους συναδέλφους τους, όχι μόνο από την Κίνα, αλλά και από την Ευρώπη, όπου η μέση τιμή του ρεύματος κινείται στα 35 ευρώ η μεγαβατώρα. Αντίστοιχα και στις τιμές του φυσικού αερίου είμαστε πρωταθλητές ακρίβειας μεταξύ των «28» της ΕΕ με 47 ευρώ τη μεγαβατώρα έναντι 30-35 που είναι η μέση τιμή στην ΕΕ.

Τα εργοστάσια όμως έπρεπε να λειτουργούν, γι αυτό και επελέγη η συνέχιση των «εξαγωγών ανάγκης» με την ελπίδα να ανακάμψει σύντομα η εγχώρια ζήτηση και να βελτιωθούν τα περιθώρια μικτού κέρδους. Παράλληλα η Πολιτεία είχε δώσει υποσχέσεις σε συνεργασία με τη διοίκηση της ΔΕΗ και τη ΡΑΕ για επανεξέταση των χρεώσεων του ρεύματος.

Τίποτε από τα παραπάνω δεν συνέβη και οι χαλυβουργίες υποχρεώθηκαν να διακόψουν και τις ζημιογόνες εξαγωγές. To εργοστάσιο της Ελληνικής Χαλυβουργίας στον Ασπρόπυργο, ύστερα από την απεργία διαρκείας εννέα μηνών, λειτούργησε μόνο δύο μήνες και από τότε βρίσκεται σε καθεστώς ψυχρής εφεδρείας.

Ο όρος «ψυχρή εφεδρεία» σημαίνει ότι το χαλυβουργείο, όπου λιώνει το σκραπ για να παραχθεί η μπιγέτα, έχει πάψει να λειτουργεί. Απλώς γίνονται εργασίες συντήρησης και επιδιορθώσεις, ώστε όταν κρίνει η διοίκηση να είναι σε θέση οι φούρνοι και τα ελασματουργεία να επαναλειτουργήσουν άμεσα, χωρίς να χρειαστούν πολλές ημέρες προετοιμασίας. Κατά το στάδιο της ψυχρής εφεδρείας ασκείται κυρίως εμπορική δραστηριότητα από τα αποθέματα που υπάρχουν.

Σε καθεστώς ψυχρής εφεδρείας βρισκόταν παλαιότερα και το εργοστάσιο της Χαλυβουργικής στην Ελευσίνα, το οποίο επανεκκίνησε προ ολίγων ετών για να κινδυνεύει άμεσα με επαναφορά στο προηγούμενο καθεστώς.

Ούτε όμως και στη Σιδενόρ, τη μεγαλύτερη χαλυβουργία της Ελλάδας, οι συνθήκες είναι καλύτερες. Τα εργοστάσια σε Θεσσαλονίκη και Βόλο (Sovel) λειτουργούν λίγες ημέρες την εβδομάδα, ενώ κάποιους μήνες του 2013 η μονάδα της Sovel είχε τεθεί σε διαθεσιμότητα.

Οι εργαζόμενοι και στις πέντε χαλυβουργικές μονάδες της χώρας (δύο της Σιδενόρ, δύο της Ελληνικής Χαλυβουργίας και μία της Χαλυβουργικής) προσέρχονται κανονικά στην εργασία τους και πληρώνονται σύμφωνα με ελαστικά προγράμματα που καθορίζονται από συμφωνίες των διοικήσεων με τους εργαζομένους και τα οποία ανάλογα με τις συνθήκες αλλάζουν κάθε μήνα.

Βεβαίως το μοντέλο να υπολειτουργείς, διατηρώντας το προσωπικό, έστω και με ελαστικούς όρους εργασίας, έχει ημερομηνία λήξης. Η συσσώρευση ζημιών έχει πεπερασμένο ορίζοντα. Το ελληνικό κράτος με τη στάση του καταστρέφει εσκεμμένα τη παραγωγική ραχοκοκαλιά της χώρας, τα τελευταία ψήγματα βαριάς βιομηχανίας.

Ό,τι από αυτή άφησαν ζωντανό και δεν μετέτρεψαν σε κουφάρι οι κρατικίστικες πολιτικές των δεκαετιών του ’70 (Καραμανλής-Παπαληγούρας) και του ’80 (Παπανδρέου-Αρσένης), το ολοκληρώνει σήμερα το δίδυμο ενός λαϊκοδεξιού και ενός ανανήψαντος Κνίτη (Σαμαράς-Στουρνάρας).

Πόσα είναι τα χρήματα που θα χαθούν για τα κρατικά ταμεία, εάν το κόστος της παρεχόμενης ενέργειας στο σύνολο της βαριάς βιομηχανίας εξισωθεί με το μέσο ευρωπαϊκό όρο; Μερικές εκατοντάδες εκατομμύρια ευρώ. Κι όμως οι άθλιοι της πλατείας Συντάγματος δεν τα χαλαλίζουν. Προτιμούν τα χρήματα του (υποτιθέμενου) πρωτογενούς πλεονάσματος να τα διανείμουν στους πελάτες τους των ειδικών μισθολογίων, παρά να προχωρήσουν στη διάσωση του πιο δυναμικού και εξωστρεφούς τμήματος της παραγωγικής βάσης της χώρας.

Κατά τα λοιπά αναζητούμε επενδυτές για να τοποθετήσουν τα χρήματα τους στο στοίχημα της ελληνικής ανάκαμψης. Αναζητούμε κάτι που δεν θα έλθει. Κι αν έλθει, θα αποδώσει το ενωρίτερο σε 3-4 χρόνια. Αλλά εν τω μεταξύ σκοτώνουμε αυτό που ήδη έχουμε, αυτό που λειτουργεί, που είναι υγιές, ανταγωνιστικό και παραγωγικό, που απασχολεί εργαζομένους σήμερα και που συμβάλλει κατά μεγάλο ποσοστό στις εξαγωγές της χώρας και στη σμίκρυνση του εμπορικού ελλείμματος.

Χαίρε ένδοξη ελληνική βιομηχανία. Ας είναι ελαφρύ το χώμα που θα σε σκεπάσει.

 Άβυσσος η ψυχή του Έλληνα κρατιστή.

Facebook Comments