Στην αποτίμηση των αναπτυξιακών και δημοσιονομικών επιδράσεων στην ελληνική οικονομία από την παραχώρηση και την προτεινόμενη αξιοποίηση της περιοχής του Ελληνικού επικεντρώνεται μελέτη του ΙΟΒΕ που διενεργήθηκε για λογαριασμό του ΤΑΙΠΕΔ με τίτλο «Η παραχώρηση και αξιοποίηση της περιοχής του Ελληνικού ως μοχλός ανάπτυξης για την ελληνική οικονομία, μια αποτίμηση των μακροοικονομικών επιπτώσεων».

Όπως σημειώνεται, οι εκτιμήσεις που παρουσιάζονται στη μελέτη βασίζονται σε στοιχεία που διατέθηκαν   από το Ταμείο και αξιοποιούν τη στατιστική πληροφόρηση που ήταν διαθέσιμη έως τον Ιούλιο του 2013. 

Τα βασικά συμπεράσματα της μελέτης του ΙΟΒΕ συνοψίζονται ως εξής:

Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της μελέτης, η αξιοποίηση της περιοχής αναμένεται να συμβάλλει ώστε στην περίοδο 2014-2025 να δημιουργηθούν σταδιακά 35.000 νέες θέσεις εργασίας χωρίς να συνυπολογίζονται οι θέσεις εργασίας που θα δημιουργηθούν από τη λειτουργία των εγκαταστάσεων σε μεσο-μακροπρόθεσμο ορίζοντα. Παράλληλα, σε όλη την περίοδο κατασκευής του έργου θα παρατηρηθεί σημαντική επιτάχυνση της οικονομικής δραστηριότητας οφειλόμενη στη συνδυασμένη επίδραση της αυξημένης επενδυτικής ζήτησης και ιδιωτικής κατανάλωσης, με αποτέλεσμα στο τέλος της περιόδου εκτίμησης (έτος 2025) το ΑΕΠ να είναι κατά 1,2% υψηλότερο από αυτό που θα ήταν αν δεν είχε παραχωρηθεί και αξιοποιηθεί η περιοχή. Τα αποτελέσματα αυτά θα είναι ασφαλώς πιο ισχυρά και διακριτά ειδικότερα για την οικονομία της περιφέρειας της Αττικής. Η μελέτη περιλαμβάνει αναλυτικά αποτελέσματα για τις επιδράσεις σε όλα τα βασικά μακροοικονομικά μεγέθη στην περίοδο 2014-2025 Ενδεικτικά, εκτιμάται ότι το επίπεδο της ιδιωτικής κατανάλωσης καθώς και το επίπεδο των συνολικών επενδύσεων θα είναι κατά 2,2% και 1,8%  αντίστοιχα υψηλότερα στο τέλος της περιόδου.   

Σύμφωνα με τη μελέτη του ΙΟΒΕ, η περιοχή του πρώην αεροδρομίου του Ελληνικού τόσο από άποψη μεγέθους της ελεύθερης διαθέσιμης έκτασης, όσο και λόγω της εγγύτητάς της με το κέντρο των Αθηνών, αποτελεί ένα εξαιρετικά προνομιακό αλλά και σπάνιο περιουσιακό στοιχείο που δύσκολα πλέον απαντά κανείς στα μητροπολιτικά κέντρα του ανεπτυγμένου κόσμου. Η αξιοποίηση της περιοχής του πρώην αεροδρομίου θα έχει πολλαπλές θετικές επιδράσεις στην εγχώρια οικονομία: Αναπτυξιακές, δημοσιονομικές αλλά και ευρύτερες κοινωνικές και πολιτιστικές που θα συμβάλλουν αποφασιστικά στη γενικότερη αναβάθμιση της αστικής περιοχής της Αττικής, δίνοντας παράλληλα μια σημαντική αναπτυξιακή ώθηση στην ελληνική οικονομία.

Επιπλέον, εφόσον δεν παραχωρηθεί η περιοχή του Ελληνικού, αναφέρει η μελέτη, η αναγκαία ισοδύναμη δημοσιονομική πολιτική που θα πρέπει να εφαρμοστεί για την ελάφρυνση του δημοσίου χρέους και την επίτευξη των δημοσιονομικών στόχων, θα οδηγήσει σε υποχώρηση του ΑΕΠ κατά 0,3% τα δυο πρώτα χρόνια. Παράλληλα, με βάση τα παραπάνω,  η μη παραχώρηση της περιοχής θα έχει ως αποτέλεσμα μια απώλεια περίπου 14.500 θέσεων εργασίας την περίοδο 2014-2015.  Επομένως, τα αποτελέσματα δείχνουν ότι η εκχώρηση δεν έχει μόνο στενούς ταμειακούς δημοσιονομικούς στόχους αλλά έχει παράλληλα και ευεργετικές επιπτώσεις στη δραστηριότητα και την απασχόληση.    

Η αξιοποίηση της περιοχής θα συμβάλλει επίσης και στη μόνιμη ενίσχυση του ισοζυγίου εξωτερικών συναλλαγών με την εισροή κεφαλαίων κατά το στάδιο των κατασκευαστικών εργασιών αλλά και μακροχρόνια από τη μεταφορά εισοδημάτων (όπως ενδεικτικά από την προσέλκυση ενδεχομένως κατοίκων του εξωτερικού, ή έσοδα πολιτιστικών εκδηλώσεων, εκθέσεων κλπ.).   

Όπως σημειώνει το ΙΟΒΕ, με την επίτευξη της σταθεροποίησης της οικονομίας και την εξισορρόπηση των δίδυμων ελλειμμάτων, το μεγάλο ζητούμενο σήμερα είναι η ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας για τον περιορισμό της ανεργίας. Η αναπτυξιακή συνιστώσα της συγκεκριμένης παρέμβασης στο Ελληνικό έχει άμεση και μόνιμη επίδραση στη δραστηριότητα και κυρίως  μπορεί να διεγείρει όλη την αναπτυξιακή διαδικασία για την έξοδο της χώρας από την κρίση μέσω της εισροής των αναγκαίων πόρων και τη διαμόρφωση θετικών προσδοκιών. Η εκκίνηση των εργασιών για την αξιοποίηση θα δώσει ένα ισχυρό σήμα στις διεθνείς αγορές ότι, η Ελλάδα αλλάζει και είναι πλέον χώρα ανοικτή στις διεθνείς επενδύσεις και τη διεθνή επιχειρηματικότητα ενισχύοντας περαιτέρω την εισροή πόρων, καταλήγει η μελέτη.

Facebook Comments