“Η οικογένεια Λάτση δεν επεδίωξε ούτε να συμψηφίσει τις ζημιές της με άλλες κινήσεις, ώστε να διατηρήσει τον έλεγχο της Eurobank, ούτε να φορτώσει τις ζημιές σε άλλους.

Τις ανέλαβε πλήρως η ίδια. Εάν υπήρχαν κάποιοι που έβλαψαν τους Έλληνες φορολογούμενους, αυτοί είναι όποιοι εμπόδισαν τότε τη συγχώνευση Εθνικής – Eurobank”, αναφέρεται μεταξύ άλλων σε μια μακροσκελή ανακοίνωση του ομίλου Λάτση, με στόχο, όπως υποστηρίζει, την αποκατάσταση της αλήθειας, σχετικά με τη συμμετοχή του Ομίλου στο χρηματοπιστωτικό σύστημα της χώρας.

Στην ανακοίνωση αναφέρονται τα ακόλουθα γεγονότα, σύμφωνα με τον όμιλο, της τελευταίας περιόδου:

Ο Όμιλος Λάτση έχει επενδύσει συνολικά πλέον των 2,5 δισεκατομμυρίων ευρώ σε μετρητά στο ελληνικό τραπεζικό σύστημα τα τελευταία 20 χρόνια. Οι επενδύσεις αυτές άρχισαν με την ίδρυση της Ευρωεπενδυτικής Τράπεζας στις αρχές της δεκαετίας του 1990, συνεχίστηκαν με εξαγορές διαφόρων τραπεζών, όπως αυτή της Τράπεζας Κρήτης, και κυρίως τη δημόσια πρόταση για την Τράπεζα Εργασίας, και ολοκληρώθηκαν με τη συμμετοχή του Ομίλου Λάτση με 500 εκατομμύρια ευρώ στην αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου της Eurobank το 2007.

 

Μέσω των επενδύσεων αυτών, ο Όμιλος Λάτση διατηρούσε το 44,70% των μετοχών της Εurobank. Η Eurobank συμμετείχε, όπως και οι άλλες ελληνικές τράπεζες, το 2012, στο Πρόγραμμα Ανταλλαγής Ομολόγων του Ελληνικού Δημοσίου (PSI), από το οποίο υπέστη συνολικές ζημιές 6 δισεκατομμυρίων ευρώ. Κατόπιν αυτού, η οικογένεια Λάτση απώλεσε ουσιαστικά το σύνολο της επένδυσής της των 2,5 δισεκατομμυρίων ευρώ στην Eurobank.

Αυτή η ζημιά είναι η άμεση συμμετοχή του Ομίλου, και κατ επέκταση της οικογένειας Λάτση, στη μείωση του δημοσίου χρέους και στην προσπάθεια αποκατάστασης της οικονομικής σταθερότητας της Ελλάδος. Κανένας άλλος ιδιώτης, σε παγκόσμιο επίπεδο, δεν είχε τέτοιου ύψους οικονομική συμμετοχή στη διαγραφή του ελληνικού δημόσιου χρέους.

Στις 5 Οκτωβρίου του 2012 η Εθνική Τράπεζα της Ελλάδας απηύθυνε δημόσια προαιρετική πρόταση προς τους μετόχους της Eurobank, καλώντας τους να ανταλλάξουν τις μετοχές τους με μετοχές της Εθνικής Τράπεζας, με σκοπό την εν συνεχεία συγχώνευση των δύο τραπεζών. Ο νέος τραπεζικός Όμιλος που θα δημιουργείτο θα ήταν ο μεγαλύτερος στην Ελλάδα και μέσα στις 20 μεγαλύτερες ευρωπαϊκές τράπεζες – σαφώς ισχυρότερος από κάθε μία από τις δύο τράπεζες που θα τον συνέθεταν. Η νέα τράπεζα, σύμφωνα με το ενημερωτικό δελτίο που είχε καταθέσει η Εθνική Τράπεζα, θα είχε συνολικό ενεργητικό 180 δισεκατομμυρίων ευρώ, δίκτυο 925 καταστημάτων στην Ελλάδα και ισχυρότατη παρουσία στην Τουρκία, Ρουμανία, Βουλγαρία και Σερβία. Οι ετήσιες συνέργειες θα ήταν της τάξης των 600 εκατομμυρίων ευρώ, που αντιστοιχούσαν σε 3 δισεκατομμύρια ευρώ νέα κεφάλαια σε παρούσα αξία. Η πρόταση αυτή επικυρώθηκε από τη Γενική Συνέλευση των μετόχων της Εθνικής Τράπεζας στις 23 Νοεμβρίου 2012.

Οι 64.500 μέτοχοι της Eurobank, μεταξύ των οποίων και η οικογένεια Λάτση, οι οποίοι κατείχαν συνολικά το 84,35% των μετοχών της, απεδέχθησαν καλή τη πίστη την πρόταση της Εθνικής Τράπεζας και αντήλλαξαν – την περίοδο Ιανουαρίου και Φεβρουαρίου του 2013 – τις μετοχές τους. Τα Διοικητικά Συμβούλια των δύο Τραπεζών, με αντίστοιχες αποφάσεις τους στις 19 Μαρτίου 2013, ενέκριναν την έναρξη των διαδικασιών συγχώνευσης των δύο πιστωτικών ιδρυμάτων.

Στις 8 Απριλίου 2013, αιφνιδιαστικά και απολύτως απροσδόκητα για τους μετόχους των δύο τραπεζών, ανακοινώθηκε από τις αρμόδιες θεσμικές αρχές ότι οι δύο Τράπεζες θα ανακεφαλαιοποιηθούν κατά μόνας, ανεξάρτητα η μια από την άλλη. Η διακοπή της συγχώνευσης οδήγησε στην απώλεια συνεργειών αξίας 3 δισεκατομμυρίων ευρώ, σε απώλεια εποπτικών κεφαλαίων και σε επιβάρυνση του δημοσίου χρέους.

Η απόφαση αυτή ελήφθη αφού είχε γίνει η ανταλλαγή των μετοχών, καθώς και η εισαγωγή και διαπραγμάτευσή τους στο Χρηματιστήριο, δηλαδή σε χρόνο που όλοι οι άλλοτε μέτοχοι της Eurobank, μεταξύ των οποίων τα μέλη της οικογένειας Λάτση, είχαν πλέον στην κατοχή τους μόνο μετοχές της Εθνικής Τράπεζας και καμία μετοχή της Eurobank. Συνεπώς, η οικογένεια Λάτση δεν είχε δυνατότητα συμμετοχής στην αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου της Eurobank.

Οι ισχυρισμοί ότι η οικογένεια Λάτση εγκατέλειψε την Eurobank και ότι την «φόρτωσε» στον ελληνικό λαό μέσω του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (ΤΧΣ) είναι απολύτως ψευδείς και συκοφαντικοί, αποκρύπτουν τις πραγματικές ευθύνες, όπου αυτές υπάρχουν, και κατατείνουν στην παραπλάνηση των Ελλήνων πολιτών, που εύλογα, ακόμη και σήμερα, προσπαθούν να κατανοήσουν πώς, μέσα σε λίγες μόλις εβδομάδες, ανατράπηκε πλήρως ο τραπεζικός χάρτης στην Ελλάδα, όπως αυτός είχε διαμορφωθεί ως αποτέλεσμα σκληρής δουλειάς και υγιούς ανταγωνισμού τις τελευταίες δυο δεκαετίες.

Η οικογένεια Λάτση δεν επεδίωξε ούτε να συμψηφίσει τις ζημιές της με άλλες κινήσεις ώστε να διατηρήσει τον έλεγχο της Eurobank ούτε να φορτώσει τις ζημιές σε άλλους. Τις ανέλαβε πλήρως η ίδια. Εάν υπήρχαν κάποιοι που έβλαψαν τους Έλληνες φορολογούμενους, αυτοί είναι όποιοι εμπόδισαν τότε τη συγχώνευση Εθνικής- Eurobank.

Είναι αληθές ότι, αν δεν είχε προηγηθεί η ανταλλαγή μετοχών και η συμφωνία για τη συγχώνευση, οι παλαιοί μέτοχοι της Eurobank θα ήταν αυτοί που θα καλούντο να χρηματοδοτήσουν οι ίδιοι τις ανάγκες ανακεφαλαιοποίησής της, οι οποίες τελικώς προσδιορίστηκαν σε 5,8 δισεκατομμύρια ευρώ.

Προκειμένου να παραμείνει η Τράπεζα ιδιωτική, οι ιδιώτες μέτοχοι θα έπρεπε να συνεισφέρουν το 10%, ήτοι 580 εκατομμύρια ευρώ. Από αυτά, στην οικογένεια Λάτση αντιστοιχούσε το 44,7%, δηλαδή 260 εκατομμύρια ευρώ.

Είναι εύλογο και προφανές ότι, αν δεν είχε προταθεί και συμφωνηθεί η συγχώνευση των δύο τραπεζών και, μάλιστα, εάν δεν είχε ήδη γίνει η ανταλλαγή των μετοχών, η οικογένεια Λάτση θα επένδυε αυτά τα κεφάλαια στην Eurobank και θα διατηρούσε την ισχυρή θέση της σε αυτήν. Είναι επίσης εύλογο και προφανές ότι η παραμονή του Ομίλου Λάτση ως βασικού μετόχου της Eurobank θα είχε συνοδευτεί από επιχειρηματικές κινήσεις αντίστοιχες με εκείνες που έγιναν από άλλες συστημικές τράπεζες με στόχο την έμμεση κεφαλαιακή ενίσχυσή τους με εξαγορές, συγχωνεύσεις και απορροφήσεις άλλων πιστωτικών ιδρυμάτων.

Παρά την απροσδόκητη ανατροπή των δεδομένων, η οικογένεια Λάτση, μέσω του Κοινωφελούς Ιδρύματος Ιωάννη Σ. Λάτση, συμμετείχε στην από 29 Απριλίου 2013 αποφασισθείσα αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου της Εθνικής Τράπεζας με το ποσό των 100 εκατομμυρίων ευρώ διαδραματίζοντας τον κυρίαρχο και πρωταγωνιστικό ρόλο για να επιτύχει η κεφαλαιακή ενίσχυση της Εθνικής Τράπεζας και να διατηρηθεί o ιδιωτικός χαρακτήρας της. Η απόφαση αυτή είχε ως γνώμονα το δημόσιο συμφέρον και αυτό αποδεικνύεται από το γεγονός ότι η κεφαλαιακή αυτή ενίσχυση επετεύχθη με τη δωρεά 100 εκατομμυρίων ευρώ από την οικογένεια Λάτση προς το Κοινωφελές Ίδρυμα Ιωάννη Σ. Λάτση, το οποίο προχώρησε στη συγκεκριμένη επένδυση.

Έτσι, η όποια απόδοση αυτής της επένδυσης επιστρέφει υποχρεωτικά και αποκλειστικά στην ελληνική κοινωνία μέσω του κοινωφελούς έργου του Ιδρύματος. Ποιος άλλος ιδιώτης επενδυτής τοποθέτησε πραγματικά κεφάλαια τέτοιου ύψους στην ανακεφαλαιοποίηση του τραπεζικού μας συστήματος; Κανείς.

Αξίζει να σημειωθεί ότι οι παραλληλισμοί με ξένες τράπεζες (Crédit Agricole και άλλες) είναι τουλάχιστον ατυχείς. Οι περιπτώσεις αυτές δεν μπορούν να συγκριθούν με αυτήν της Eurobank για τους κάτωθι λόγους:

  • Ήταν τράπεζες έντονα ζημιογόνες, ακόμα και στην προ κρίσεως εποχή, γεγονός που ανάγκαζε τους μετόχους τους να εισφέρουν κεφάλαια σχεδόν σε ετήσια βάση προκειμένου να τις βοηθήσουν να ανταπεξέλθουν. Αντίθετα, την ίδια εποχή, η Eurobank είχε υψηλή κερδοφορία και ισχυρή κεφαλαιακή επάρκεια.
  • Οι μέτοχοι αυτών των τραπεζών προσπαθούσαν για καιρό να αποεπενδύσουν. Την ίδια εποχή ο Όμιλος Λάτση επένδυε σημαντικά κεφάλαια στο ελληνικό χρηματοπιστωτικό σύστημα.
  • Οι κεφαλαιακές ανάγκες της Eurobank προέκυψαν λόγω των ζημιών από τα ομόλογα του Ελληνικού Δημοσίου που κατείχε (PSI), ενώ οι ανάγκες των εν λόγω τραπεζών από λειτουργικές ζημιές.
  • Οι μητρικές κάποιων εξ αυτών των τραπεζών συμμετείχαν σε αυξήσεις μετοχικού κεφαλαίου των ελληνικών θυγατρικών τους, προκειμένου να τους επιτραπεί, παράλληλα με άλλες ενέργειες, να μηδενίσουν τον διατραπεζικό δανεισμό (funding gap) που παρείχαν στις θυγατρικές τους. Δηλαδή, από τη μία πλευρά εισέφεραν κεφάλαια αλλά από την άλλη απέσυραν χρήματα, τα οποία επαναπατρίζονταν στη μητρική.                                                Η οικογένεια Λάτση, μέσω των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων της, εδώ και δεκαετίες, αποτελεί τον μεγαλύτερο ιδιώτη επενδυτή στην Ελλάδα. Οι επενδύσεις αυτές δημιουργούν χιλιάδες θέσεις εργασίας, συνεισφέρουν σημαντικά στην διαμόρφωση του ακαθάριστου εθνικού προϊόντος και συμβάλλουν στον εκσυγχρονισμό και την πρόοδο της χώρας μας. Βαθιά πεποίθησή μας είναι ότι δεν μπορεί να επέλθει εθνική πρόοδος χωρίς ευρείες συνεργασίες όλων των κοινωνικών εταίρων, χωρίς συναινέσεις, χωρίς διάλογο με ειλικρίνεια και με διάθεση εθνικής συνεννόησης.

“Μέσα σε αυτό το πλαίσιο αρχών, όπως πάντα με απόλυτη διαφάνεια και σεβασμό στη νομιμότητα και εκτίμηση προς τον εγχώριο και διεθνή ανταγωνισμό, συνεχίζουμε το κοινωφελές έργο του Ιδρύματος και αναπτύσσουμε την επιχειρηματική δράση του Ομίλου, επενδύοντας σημαντικά ίδια κεφάλαια, προσελκύοντας ισχυρούς διεθνείς επενδυτές, αναλαμβάνοντας το ρίσκο μακροπρόθεσμων επενδυτικών σχεδίων που δημιουργούν χιλιάδες νέες θέσεις εργασίας. Διότι εμείς εμπιστευόμαστε την Ελλάδα. Εμπράκτως”, καταλήγει η μακροσκελής ανακοίνωση του Ομίλου Λάτση.

Facebook Comments