Παρά τις αστοχίες, το σκάνδαλο Εντάτι και τους ατυχείς χειρισμούς κρισίμων θεμάτων κατά τις πρώτες 100 ημέρες του κυβερνητικού συνασπισμού, οι Χριστιανοδημοκράτες της καγκελαρίου Μέρκελ εξακολουθούν να προηγούνται στην προτίμηση των γερμανών ψηφοφόρων.

Σύμφωνα με την δημοσκόπηση του Ινστιτούτου Forsa για λογαριασμό των Stern και RTL, η συμμαχία των χριστιανικών κομμάτων, CDU/CSU παραμένει το ισχυρότερο πολιτικό σχήμα, εξασφαλίζοντας περίπου 41% στην πρόθεση ψήφου.

Οι κυβερνητικοί της εταίροι, οι Σοσιαλδημοκράτες (SPD), συγκεντρώνουν για τρίτη συνεχή εβδομάδα 23 %.

Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η «καθήλωση» του ευρωσκεπτικιστικού κόμματος «Εναλλακτική Επιλογή για τη Γερμανία» (AfD). Το κόμμα αυτό, που αντιτίθεται στα «πακέτα διάσωσης» και στο ευρώ, ασκώντας δριμεία κριτική στους Μέρκελ-Σόιμπλε για την διαχείριση της «ευρωκρίσης, φαίνεται πως δεν θα μπορέσει να απειλήσει τους Χριστιανοδημοκράτες στις επικείμενες ευρωεκλογές.

Οι δημοσκοπήσεις το θέλουν κοντά στο 5%, μολονότι ένα μέρος του εκλογικού σώματος ασπάζεται τις επιφυλάξεις του όσον αφορά την διαχείριση της «ευρωκρίσης». Όλα, ωστόσο, δείχνουν ότι οι Γερμανοί, στην πλειονότητά τους, εμπιστεύονται την Άγκελα Μέρκελ και την ευρωπαϊκή της πολιτική.

Σόιμπλε: Μετά τις ευρωεκλογές θεσμικές βελτιώσεις στην ευρωζώνη

Ένας ακόμη παράγοντας που εκτιμάται ότι θα ενισχύσει το φιλοευρωπαϊκό στρατόπεδο είναι η ουκρανική κρίση. Όπως επισημαίνει σε συνέντευξή του προς την οικονομική εφημερίδα Handelsblatt ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, «ίσως η ουκρανική κρίση να κάνει τους Ευρωπαίους να επανασυνειδητοποιήσουν τις αξίες της ευρωπαϊκής ενοποίησης και να τους δώσει κίνητρο να ψηφίσουν». Στην περίπτωση αυτή, διευκρινίζει ο γερμανός υπουργός Οικονομικών, «θα αυξηθεί η συμμετοχή στις ευρωεκλογές και οι ευρωσκεπτικιστές θα φέρουν ένα αποτέλεσμα που θα είναι χειρότερο από αυτό που πολλοί σήμερα φοβούνται».

Ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε γνωρίζει ότι το αποτέλεσμα των ευρωεκλογών θα κρίνει σε μεγάλο βαθμό τους επόμενους χειρισμούς για την εμβάθυνση της ΕΕ. «Μετά τις ευρωεκλογές, θα επανέλθει στο τραπέζι η συζήτηση για την αλλαγή των ευρωπαϊκών συνθηκών», εκτιμά ο γερμανός υπουργός και ανοίγει τα χαρτιά του: «Η γερμανική κυβέρνηση θα υποστηρίξει θεσμικές βελτιώσεις εντός της ευρωζώνης. Η Νομισματική Ένωση χρειάζεται μια κοινή δημοσιονομική και οικονομική πολιτική, με τους ανάλογους θεσμούς. Η συγκρότηση ενός κοινοβουλίου της ευρωζώνης είναι το ίδιο πιθανή όπως και ένας πρόεδρος πλήρους απασχόλησης του Eurogroup», εξηγεί ο κ. Σόιμπλε.

Μια ισχυρή πολιτική υπόσχεση για την ελάφρυνση του χρέους

Η καθήλωση των γερμανών ευρωσκεπτικιστών σε χαμηλά ποσοστά λύνει τα χέρια του Βερολίνου και στο πεδίο της διαχείρισης του ελληνικού προβλήματος, καθώς αυξάνει τις πιθανότητες για μια ισχυρή δήλωση της γερμανικής κυβέρνησης στην κατεύθυνση της ελάφρυνσης του ελληνικού χρέους.

Σύμφωνα με πληροφορίες της Deutsche Welle, οι λεπτομέρειες του θέματος θα συζητηθούν ενδεχομένως μετά τις ευρωεκλογές, αλλά μια ισχυρή πολιτική υπόσχεση που θα περιγράφει τους όρους ελάφρυνσης του χρέους αναμένεται να έλθει από το Βερολίνο γύρω στις 23 Απριλίου, όταν δηλαδή θα δημοσιοποιηθούν τα στοιχεία της Eurostat και θα έχει επιβεβαιωθεί η ύπαρξη ενός αξιοσημείωτου πρωτογενούς πλεονάσματος.

Μια τέτοια εξέλιξη στα ελληνικά δημοσιονομικά θα ενισχύσει, όχι μόνο τη διαπραγματευτική θέση της ελληνικής κυβέρνησης έναντι των εταίρων της, αλλά θα επιβεβαιώσει και την «ορθότητα των γερμανικών επιλογών» στο πεδίο της διαχείρισης του ελληνικού προβλήματος και της «ευρωκρίσης» γενικότερα. Υπό αυτή την έννοια, «θα αξιοποιηθεί η ελληνική επιτυχία και από το Βερολίνο», εκτιμούν κύκλοι της γερμανικής πρωτεύουσας. Ενδεχόμενη επιτυχής δοκιμαστική έξοδος της Ελλάδας στις αγορές τον Μάιο θα διευκόλυνε ακόμη περισσότερο τις εξελίξεις, ωστόσο μια τέτοια κίνηση αντιμετωπίζεται με επιφυλάξεις.

Όλα αυτά δεν συνιστούν το τέλος της «ευρωκρίσης». Όπως υπογραμμίζει στην συνέντευξή του προς την Handelsblatt ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, για να θεωρήσουμε ότι η κρίση πέρασε «θα πρέπει κάποιες χώρες να σημειώσουν μεγαλύτερο ρυθμό ανάπτυξης». «Θα πρέπει να μειωθεί η ανεργία και κυρίως η νεανική ανεργία», επισημαίνει ο γερμανός υπουργός δίνοντας έμφαση στην σημασία της βελτίωσης της εκπαίδευσης και της επαγγελματικής κατάρτισης προκειμένου η Ευρώπη να αντέξει στην πίεση του ανταγωνισμού που δημιουργεί η παγκοσμιοποίηση.

Facebook Comments