Οι «συμβάσεις αμοιβαίας προστασίας επενδυτών» είναι διακρατικές συμφωνίες που αποσκοπούν στην προστασία των επενδυτών από αυθαίρετες παρεμβάσεις των κρατών, στα οποία σημειώνεται η επενδυτική δραστηριοποίηση.

Παγκοσμίως έχουν υπογραφεί περισσότερες από 3 χιλιάδες τέτοιες συμβάσεις. Γιατί τόσες χώρες εμφανίζονται διατεθειμένες να υπογράψουν τέτοιου είδους συμφωνίες είναι εύκολα κατανοητό: Προσβλέπουν σε επενδύσεις από το εξωτερικό. Και αυτό ακριβώς είναι το αντικείμενο της μελέτης του αυστριακού καθηγητή Κρίστιαν Μπέλακ, ο οποίος έβαλε στο μικροσκόπιο 1.200 συμβάσεις αμοιβαίας προστασίας επενδυτών. Το πόρισμά του είναι ιδιαίτερα ενδιαφέρον: «Οι συμβάσεις προστασίας έχουν πολύ μικρή επίδραση στη επενδυτική διάθεση των επιχειρήσεων».

Στο σημείο αυτό θα μπορούσε κανείς να διατείνει ότι η «μικρή επίδραση» είναι καλύτερη απο την μηδενική επίδραση. Ωστόσο, τα πράγματα είναι πιο σύνθετα. «Η σημερινή μορφή των συμβάσεων αμοιβαίας προστασίας επενδυτών δεν είναι κατάλληλη να προσελκύσει επενδύσεις, ενώ προκαλεί απρόβλεπετες συνέπειες για πολλά κράτη», τονίζει ο Κρίστιαν Μπέλακ.

«Κερδοσκόποι μπορούν μέσω της δικαιοσύνης να αντλήσουν κέρδη»

 

Και ακριβώς αυτές τις συνέπειες βίωσε και η Ελλάδα, υπενθυμίζει ο καθηγητής, παραπέμποντας στην υπόθεση της σλοβακικής τράπεζας Postava Bank, που αγόρασε ελληνικά κρατικά ομόλογα το 2010 και εν μέσω κρίσης μολονότι οι οίκοι πιστοληπτικής αξιολόγησης είχαν κατατάξει τα εν λόγω ομόλογα στην κατηγορία των «σκουπιδιών».

Το 2012 ήλθε το «κούρεμα» του ελληνικού χρέους, με αποτέλεσμα να μειωθεί κατά περίπου 50% η αξία των ελληνικών ομολόγων. Το κούρεμα ήταν όρος της Τρόικας προκειμένου να εγκρίνει ένα δεύτερο πακέτο στήριξης της Ελλάδας. Παρόλα αυτά η Postava Bank κατέθεσε αγωγή σε βάρος του ελληνικού δημοσίου επί τη βάσει της σύμβασης αμοιβαίας προστασίας επενδυτών.

Παρόμοια είναι και η υπόθεση έλληνα μετόχου της Λαϊκής Τράπεζας Κύπρου, η οποία είχε αγοράσει ελληνικά ομόλογα. Ο μέτοχος ζήτησε αποζημίωση για το γεγονός ότι η κυπριακή τράπεζα κρατικοποιήθηκε στα συμφραζόμενα της κρίσης.

Όπως παρατηρεί η δημοσιογράφος Γιούτα Βάσεραμπ, το γεγονός ότι ο εν λόγω επενδυτής συνδιαμόρφωσε τις επικίνδυνες συναλλαγές της τράπεζας δεν τον απέτρεψε από την κατάθεση αγωγής. «Υπάρχουν κερδοσκόποι που δραστηριοποιούνται σε μία χώρα, μολονότι γνωρίζουν ότι σε αυτή είναι σε εξέλιξη μια κρίση και ότι θα υποστούν απώλειες. Αλλά αψηφούν τις ενδεχόμενες απώλειες, επειδή ακριβώς γνωρίζουν ότι μπορούν παράλληλα μέσω της δικαιοσύνης να αντλήσουν κέρδη», υποστηρίζει η Πία Έμπερχαρντ.

Αλλοίωση της ανταγωνιστικότητας στην εσωτερική αγορά

Η κυρία Έμπερχαρντ εργάζεται για την οργάνωση Corporate Europe Observatory και παρακολουθεί στενά τις κερδοσκοπικές δραστηριότητες, καταλήγοντας στο συμπέρασμα ότι τέτοιου είδους αγωγές τείνουν να γίνουν ο κανόνας. Πολλές χώρες που είναι αντιμέτωπες με χρηματοπιστωτικές ή δημοσιονομικές κρίσεις θα δεχθούν κύματα αγωγών στο μέλλον. Υπενθυμίζεται ότι μόνο η Ελλάδα έχει συνάψει 39 συμβάσεις αμοιβαίας προστασίας επενδυτών. Ενδιαφέρον παρουσιάζει το γεγονός ότι οι περισσότερες αγωγές ξένων επενδυτών δεν κατατίθενται σε δικαστήρια των χωρών όπου έλαβε χώρα η επενδυτική δραστηριότητα. Και όπως υπογραμμίζει ο καθηγητής Μπέλακ: «Από την οικονομική οπτική γωνία διαπιστώνουμε αλλοίωση της ανταγωνιστικότητας. Στην ΕΕ έχουμε μια πολιτική ενίσχυσης της ανταγωνιστικότητας, η οποία προσπαθεί να δημιουργήσει ίσους όρους για όλους τους επενδυτές. Την ίδια στιγμή έχουμε μια πολιτική προστασίας επενδύσεων που πετυχαίνει το αντίθετο. Στην πραγματικότητα επιβάλλει διακρίσεις κατά την αντιμετώπιση εγχωρίων και ξένων επενδυτών στην εσωτερική ευρωπαϊκή αγορά».

«Θα κληθούν οι πολίτες να πληρώσουν»

Τόσο η αγωγή της Postava Bank κατά της Ελλάδας όσο και εκείνη του επενδυτή κατά της Κύπρου έχουν κατατεθεί στο Διεθνές Διαιτητικό Κέντρο Επίλυσης Επενδυτικών Διαφορών, ICSID, που εδρεύει στην Ουάσιγκτον. Ωστόσο, οι έλληνες και οι κύπριοι επενδυτές, οι οποίοι επίσης έχασαν πολλά χρήματα από την κρίση στις δύο χώρες, δεν έχουν δικαίωμα προσφυγής στο ICSID. Μόνο οι ξένοι επενδυτές έχουν πρόσβαση στο εν λόγω διαιτητικό δικαστήριο.

Υπενθυμίζεται ότι για πολλά χρόνια, ακόμη και στη δεκαετία του 80 οι προσφυγές στο ICSIDήταν ελάχιστες. Υπήρχαν χρονιές που δεν κατατέθηκε ούτε μία αγωγή σε βάρος κάποιας χώρας. Σήμερα το ICSID επεξεργάζεται 190 υποθέσεις, ενώ άλλες 280 έχουν διευθετηθεί. Μεταξύ αυτών είναι και αγωγές κατά της Ισπανίας, η οποία το 2008, εν μέσω χρηματοπιστωτικής κρίσης, μείωσε δραστικά τις επιδοτήσεις σε εταιρείες παραγωγής ηλιακής ενέργειας. Εάν η Ισπανία καταδικαστεί από το ICSID, θα κληθούν οι πολίτες της να πληρώσουν. Πρόκειται για 700 εκατ. δολάρια.

Η εξέλιξη δικαιώνει τον αυστριακό καθηγητή Μπέλακ. Σε τελική ανάλυση οι συμβάσεις αμοιβαίας προστασίας επενδυτών συμβάλλουν λίγο στην προσέλκυση σοβαρών επενδύσεων και πολύ στην δραστηριοποίηση κερδοσκόπων.

Facebook Comments