Η ενωμένη Ευρώπη συνεχίζει τη πορεία προς την ολοκλήρωση της με ρυθμούς χελώνας. Ενώ όλοι ομολογούν ότι η υιοθέτηση του κοινού νομίσματος ήταν πρωθύστερη κίνηση, ενώ θα έπρεπε να έπεται της οικονομικής ενοποίησης και παρότι η κρίση κατέδειξε την ανάγκη της όσο το δυνατόν ταχύτερης εμβάθυνσης, προκειμένου να αρθούν οι δυσλειτουργίες και η ακινησία, οι ευρωπαϊκοί θεσμοί πορεύονται με χαλαρότητα και υποτονικότητα απερίγραπτη. Ωσάν όλα να λειτουργούν καλώς. Με το βλέμμα στο μακρινό μέλλον.

Η τελευταία χρονικά πράξη της ευρωπαϊκής ανυπαρξίας και ανεπάρκειας έλαβε χώρα στην Αθήνα. Υπό τη προεδρία του Έλληνα ΥΠΟΙΚ το Ecofin συμφώνησε στο τρόπο με τον οποίο θα προχωρήσει η τραπεζική ενοποίηση. Η απόφαση, συνέχεια εκείνης του Eurogroup, προβλέπει τη δημιουργία δύο νέων θεσμών, του Ενιαίου Μηχανισμού Εξυγίανσης (SRM) τραπεζών και του Ταμείου διαχείρισης διαδικασιών εκκαθάρισης τους, θα τεθεί δε υπόψη της ολομέλειας του Ευρωκοινοβουλίου τις επόμενες ημέρες προς έγκριση.

Ουσιαστικά πρόκειται για μια «μη απόφαση», αφού αφενός είναι απογοητευτική, αφετέρου αφέθηκε στη σύνθεση του επόμενου Ευρωκοινοβουλίου και της επόμενης Επιτροπής να ανακαλύψουν τρόπους και διαδικασίες υλοποίησης της. Κι όμως κορυφαίοι παράγοντες της Επιτροπής ομολογούν ότι η συμφωνία αυτή ήταν ό,τι καλύτερο μπορούσε να επιτευχθεί τη παρούσα στιγμή, γιατί οιαδήποτε εναλλακτική πρόταση ήταν δυσμενέστερη ή μη επιθυμητή!

Τον Νοέμβριο θα διεξαχθούν τα πανευρωπαϊκά τραπεζικά stress tests, από τα οποία θα προκύψουν οι κεφαλαιακές ανάγκες των 128 συστημικών ευρωπαϊκών τραπεζών. Και εκτιμήθηκε πως θα ήταν καταστροφικό για το Ευρωσύστημα να βρεθεί μόνη η ΕΚΤ  αντιμέτωπη με τη διαχείριση της κατάστασης τους, χωρίς να έχει θεσμοθετηθεί ο κατάλληλος προς τούτο μηχανισμός. Κι όμως αυτό θα συμβεί τελικά.

Η ΕΕ απέκτησε πλέον τους νέους θεσμούς. Αλλά αυτοί δεν είναι λειτουργικοί, ούτε εξοπλίστηκαν με τα όπλα που χρειάζονται για να αντιμετωπίσουν τα προβλήματα, σκοπό για τον οποίο συστήθηκαν. Υπάρχει από καιρό ο Ενιαίος Μηχανισμός Εποπτείας (SSM), στην αρμοδιότητα του οποίου ανήκει ο εντοπισμός των τραπεζών που χρειάζονται πρόσθετα κεφάλαια, καθώς και ο προσδιορισμός του ύψους αυτών των κεφαλαίων. Τώρα προστέθηκαν και ο Ενιαίος Μηχανισμός Εξυγίανσης και το Ταμείο εκκαθάρισης. Και λοιπόν; Με ποιο τρόπο θα δράσουν όταν απαιτηθεί;

Δεν υπάρχει απάντηση. Άνθρακες ο θησαυρός αγαπητοί μου. Πομφόλυγα. Οι νέοι θεσμοί θεσπίστηκαν για τα μάτια των ιθαγενών. Απευθύνονται στο μακρινό μέλλον, σε διαφορετικές συνθήκες και καταστάσεις, σαφώς ηπιότερες. Το Ταμείο εκκαθάρισης δεν προικίστηκε με ικανού ύψους κεφάλαια, ώστε να κάνει τη δουλειά για την οποία προορίστηκε. Αντιθέτως δεν έχει ούτε ευρώ. Θα κεφαλαιοποιηθεί με το αστείο τελικά ποσό των 55 δίς (!!!) και μάλιστα σταδιακά σε εύρος οκτώ ετών (!!!)  .

Όταν μόνο για την ανακεφαλαιοποίηση του ελληνικού τραπεζικού συστήματος, με ενεργητικό 300 δίς, έχουν διατεθεί από το ΤΧΣ 40 δίς, η Επιτροπή υπαινίσσεται ότι τόσα περίπου επαρκούν και για τη κάλυψη πιθανών αναγκών ενός ενεργητικού 30 τρίς ευρώ (100 φορές μεγαλύτερου), όσο αθροίζει το σύνολο των 124 υπολοίπων συστημικών τραπεζών.

Το Ταμείο όμως αυτό πάσχει εκ γενετής και από άλλες ασθένειες. Δεν θα λειτουργεί εντός του νομικού πλαισίου της ευρωπαϊκής Συνθήκης, αλλά προβλέφθηκε να υπόκειται σε διακρατικό έλεγχο. Κυρίως βέβαια από Γερμανία και Γαλλία, οι οποίες λογικό είναι να έχουν και το πρώτο λόγο, αφού ως μεγαλύτερες οικονομίες θα συνεισφέρουν το μεγαλύτερο μέρος των κεφαλαίων του.

Είναι προφανές ότι υπό αυτό το καθεστώς ο συγκεκριμένος θεσμός καθίσταται ευάλωτος και εκτεθειμένος σε οιαδήποτε προσφυγή επίκλησης ασυμβατότητας με το ευρωπαϊκό νομικό «κεκτημένο». Και βέβαια αυτή η παρενέργεια δεν προήλθε από αδυναμία εξεύρεσης νομικής φόρμουλας, αλλά επειδή υπερίσχυσε η πολιτική επιθυμία της Γερμανίας να μην ενταχθεί κάτω από την ομπρέλα της ΕΕ, με προφανή στόχο να αποφευχθεί τελικά η ανακεφαλαιοποίηση τραπεζών άλλων χωρών με Γερμανικά χρήματα.

Η Γερμανική πρόταση, που τελικά με μικροπαραλλαγές υιοθετήθηκε, προβλέπει ότι θα αποφασιστούν μελλοντικά τόσο τα ποσοστά συνεισφοράς εκάστου εταίρου στο Ταμείο, όσο και ο τρόπος διάθεσης των κεφαλαίων του.

Σε κάθε περίπτωση πάντως, κατά το χρόνο δημοσιοποίησης των αποτελεσμάτων των stress tests του Νοεμβρίου των συστημικών ευρωπαϊκών τραπεζών, δεν θα έχει αποσαφηνιστεί το οριστικό καθεστώς λειτουργίας του Ταμείου, ούτε θα έχουν εισφερθεί τα πρώτα κεφάλαια στο κουμπαρά του. Καθίσταται λοιπόν δώρο άδωρο η ύπαρξη του για το εγγύς μέλλον, αφού θα είναι αδύνατη η όποια δυνατότητα χρήσης του. Χωρίς όμως ισχυρό Ταμείο εκκαθάρισης, οι Ενιαίοι Μηχανισμοί Εποπτείας και Εξυγίανσης καθίστανται εκ των πραγμάτων και αυτοί θεσμοί χωρίς χρηστικότητα, θεσμοί διακοσμητικοί.

Τι θα συμβεί λοιπόν τότε; Η ΕΚΤ, μη έχοντας όπλα στη φαρέτρα της, θα έχει δύο επιλογές. Να ζητήσει από τις χώρες – μέλη να επωμιστούν την ευθύνη και το πιθανό δημοσιονομικό κόστος της εξυγίανσης καθεμία των δικών της τραπεζών. Και ασφαλώς υπάρχει προβληματισμός εάν οι χώρες – μέλη θα υποχρεωθούν σε ενιαίο τρόπο αντιμετώπισης του προβλήματος ή θα αφεθούν να αποφασίσουν καθεμία το δικό της τρόπο αντίδρασης.

Οι επιλογές είναι δύο. Αρχικά θα κληθούν οι μέτοχοι να συμμετάσχουν στις ΑΜΚ που θα αποφασισθούν. Εάν ανταποκριθούν πλήρως, έχει καλώς. Εάν ανταποκριθούν μερικώς ή απόσχουν, τότε μια τραπεζική ανακεφαλαιοποίηση μπορεί να συντελεστεί είτε με συμμετοχή του κράτους και εισφορά δημοσίου χρήματος, είτε με τη μέθοδο του bail in των καταθετών.  Στη πρώτη περίπτωση θα επιβαρυνθούν οι φορολογούμενοι, στη δεύτερη οι ανασφάλιστοι αποταμιευτές.

Και οι δύο περιπτώσεις έχουν δοκιμαστεί και μάλιστα πολύ πρόσφατα, εντός του 2013. Η πρώτη στην Ελλάδα, η δεύτερη στη Κύπρο. Η δημοσιονομική κατάσταση όμως των περισσοτέρων χωρών της ευρωζώνης, στην οποία το μέσο ύψος κρατικών χρεών αγγίζει το 90%, είναι δυσχερής. Εκτιμώ πως δύσκολα θα αποφασιζόταν από τις εθνικές κυβερνήσεις μεγαλύτερη κρατική υπερχρέωση, προκειμένου να ανακεφαλαιωθούν οι ελάχιστα δημοφιλείς τράπεζες με δημόσιο χρήμα.

Το πιθανότερο είναι να ακολουθηθεί πανευρωπαϊκά η απόφαση του Eurogroup του φθινοπώρου του 2012, η οποία υιοθετεί και περιγράφει τη διαδικασία του  bail in. Άλλωστε είναι ηλίου φαεινότερον ότι αυτό είχαν στο μυαλό τους εκείνοι που αποφάσισαν τη σύσταση του Ταμείου εκκαθάρισης και των άλλων νέων θεσμών εποπτείας και εξυγίανσης, με τον τρόπο που νομοθέτησαν.

Εάν ο σκοπός ήταν η εξυγίανση των τραπεζών με χρήματα του νεοσυσταθέντος Ταμείου, τότε θα είχαν εξ αρχής καθορίσει απλούστερες και ταχύτερες διαδικασίες. Και βέβαια θα το εξόπλιζαν με ικανό ύψος κεφαλαίων, ανάλογο του ESM,  και όχι με ψίχουλα για το θεαθήναι σε βάθος οκταετίας !!!

Πιθανότατα εκείνοι που αποφάσισαν έτσι έχουν κατά βάθος αποδεχτεί ότι σε αυτή τη φάση η τραπεζική εξυγίανση θα επιτευχτεί με ευρεία χρήση του bail in. Ακολούθως, με τη θέσπιση αυξημένων δεικτών κεφαλαιακής επάρκειας και αυστηρής εποπτείας από την ΕΚΤ θα επιδιωχθεί να αποτραπούν – προληφθούν παρόμοια φαινόμενα «αστοχιών» των τραπεζικών ιδρυμάτων και να διαφυλαχθεί η τραπεζική υγεία μακροχρόνια. Μόνο υπό αυτή την έννοια μπορεί να ερμηνευτεί ο χαρακτήρας και η στόχευση της συγκεκριμένης θεσμοθέτησης. Η οποία δείχνει πως αποσκοπεί να αντιμετωπίσει τις προκλήσεις ενός άλλου, απείρως υγιέστερου τραπεζικού τοπίου, εκείνου της τρίτης δεκαετίας του αιώνα μας.

Τα οκτώ χρόνια είναι βαθύς χρονικός ορίζοντας. Ο Νοέμβριος όμως του 2014 είναι εγγύτατος. Και η μελλοντική εικόνα των τραπεζών της ζώνης του κοινού νομίσματος θα αποσαφηνιστεί τότε.

Facebook Comments