Όταν η Άγκελα Μέρκελ πήρε στα χέρια της το έγγραφο που είχε μόλις μοιράσει ο Μπαράκ Ομπάμα στο τραπέζι, πέρασε στην αντεπίθεση. «Τι είναι αυτό ;» ρώτησε. «Δεν το έχω ξαναδεί».

Ο πρόεδρος των ΗΠΑ χαρακτήρισε το έγγραφο ως μια λίστα από θέματα προς συζήτηση τα οποία μπορούσαν να εξετάσουν αυτός και οι επτά Ευρωπαίοι ομόλογοι του στην αίθουσα, όταν θα τελείωνε το απόγευμα η σύνοδος της G20 στο Λος Κάμπος του Μεξικό.

Tα περισσότερα επαναλάμβαναν όσα είχαν ήδη συμφωνηθεί. Αλλά το τελευταίο σημείο ήταν κάτι καινούργιο, ανέφεραν αξιωματούχοι που είχαν διαβάσει το κείμενο: μια πλήρη αποδοχή ενός σχεδίου που είχε κυκλοφορήσει άτυπα στην σύνοδο από τον άνθρωπο που καθόταν δίπλα στην κα. Μέρκελ, τον Μάριο Μόντι, τον Ιταλό πρωθυπουργό. Το σχέδιο, το οποίο προετοίμαζε ο κ. Μόντι και οι συνεργάτες του μήνες πριν από τη σύνοδο του Ιουνίου, καλούσε την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα να προστατέψει τις χώρες της ευρωζώνης όταν θα δέχονταν επίθεση από τις αγορές, μέσω της αυτόματης αγοράς των ομολόγων τους.

Μόνο οι «ενάρετες» χώρες που υπάκουαν τους δημοσιονομικούς κανόνες της Ε.Ε. θα είχαν δικαίωμα στην βοήθεια. Αλλά το σχέδιο Μόντι θα διασφάλιζε ότι το κόστος δανεισμού, που στην περίπτωση της Ιταλίας και της Ισπανίας ανέβαινε και πάλι σε επικίνδυνα επίπεδα, θα έμενε σε ελεγχόμενα επίπεδα.

«Θέλαμε να εξελίξουμε κάτι που δεν θα ήταν επικίνδυνο για τον έλεγχο της προσφοράς χρήματος στην Ευρώπη, δεν θα προσέβαλε την γερμανική αυστηρότητα, θα βοηθούσε στον μετριασμό των spread των ομολόγων, αλλά θα μπορούσε να αποκτηθεί μόνο ως αντάλλαγμα στην πειθαρχία», ανέφερε ο κ. Μόντι στους Financial Times.

Kαθώς διάβαζε το χαρτί που είχε μπροστά της, ο εκνευρισμός της κ. Μέρκελ μεγάλωνε. «Hταν πραγματικά εξαγριωμένη» ανέφερε πρόσωπο που βρισκόταν στην αίθουσα. Αν και οι αντιρρήσεις της ήταν διαδικαστικές, ήταν ξεκάθαρο ότι οι αντιπροσωπίες της Ιταλίας και των ΗΠΑ είχαν συνεργαστεί για να την κάνουν να αποδεχτεί ένα σχέδιο αγοράς ομολόγων από την ΕΚΤ που θα άλλαζε ριζικά τον τρόπο με τον οποίο η ευρωζώνη καταπολεμούσε την κρίση.

H Ουάσιγκτον ήταν υπέρ της δημιουργίας ενός «τοίχους προστασίας» με την στήριξη της ΕΚΤ από την έναρξη σχεδόν της κρίσης, υποστηρίζοντας ότι η Fed είχε αποδειχθεί αναντικατάστατη στην αντιμετώπιση του τραπεζικού πανικού στις ΗΠΑ. Ο Λευκός Οίκος αντιμετώπιζε τον κ. Μόντι ως τον πιο ισχυρό του σύμμαχο, ειδικά αφότου ο Νικολά Σαρκοζί, ο Γάλλος πρόεδρος, δεν επανεξελέγει ένα μήνα νωρίτερα.

Ο κ. Ομπάμα πίεσε την κ. Μέρκελ να αποδεχθεί τον συγκρατημένο Ιταλό. Σε μια μεταξύ τους συνομιλία κατά τη διάρκεια γεύματος στην εξοχική του κατοικία στο Καμπ Ντέιβιντ, ο κ. Ομπάμα της είπε: «Πρέπει να συνεργαστείς μαζί του».

Ωστόσο, όταν ήρθε αντιμέτωπος με τις έντονες αντιρρήσεις της θυμωμένης Μέρκελ στο Λος Κάμπος, ο κ. Ομπάμα στράφηκε στον συνεργάτη του, τον επικεφαλή διεθνών οικονομικών του Λευκού Οίκο, Μαικλ Φρόμαν, για να ρωτήσει αν δεν το είχε μοιραστεί με τις υπόλοιπες αντιπροσωπείες, μια κίνηση που πολλοί εξέλαβαν ως έναν ευγενικό τρόπο για να λήξει την μονομαχία. Όταν ο κ. Φρόμαν αναγνώρισε την παράλειψη, η συζήτηση έληξε.

Εκείνη την ώρα, η διαμάχη έμοιαζε να είναι το τελευταίο επεισόδιο σε μια σειρά από αποτυχημένες προσπάθειες του κ. Ομπάμα και των συνωμοτών του στην ΕΕ να πιέσουν την κ. Μέρκελ να αποδεχθεί ένα μεγαλύτερο τοίχος προστασίας για τις πολιορκούμενες χώρες της ευρωζώνης. Την προηγούμενη χρονιά, είχε ενώσει δυνάμεις με τον κ. Σαρκοζί στη σύνοδο της G20 στις Κάννες. Αυτή την φορά ήταν με τον κ. Μόντι.

Εκ των υστέρων, φαίνεται ότι σηματοδοτήθηκε η αρχή της τελευταίας καμπής της κρίσης. Τρεις μήνες μετά την έντονη αντιπαράθεση, η κ. Μέρκελ θα έδινε την συγκατάθεση της σε ένα εξίσου φιλόδοξο σχέδιο αγοράς ομολόγων που είχε σχεδιαστεί από έναν άλλο Ιταλό τεχνοκράτη, τον πρόεδρο της ΕΚΤ, Μάριο Ντράγκι. Αυτό θα έβαζε τέλος στην υπαρξιακή κρίση που αντιμετώπιζε το ευρώ για πάνω από τρία χρόνια.

Το σχέδιο αυτό – το οποίο αποκαλύφτηκε αφότου οι υπάλληλοι της ΕΚΤ πέρασαν ένα δύσκολο καλοκαίρι για να το προετοιμάσουν, μετά την δήλωση του κ. Ντράγκι ότι θα «whatever it takes» για να διασφαλίσει την επιβίωση του ευρώ – αντιμετωπιζόταν για καιρό ως το τελειωτικό χτύπημα στην κρίση της ευρωζώνης. Αλλά το πρόγραμμα του κ. Ντράγκι δεν θα ηρεμούσε τις αγορές χωρίς την συγκατάθεση της κ. Μέρκελ, η οποία δόθηκε παρά τις δημόσιες αντιρρήσεις της πανίσχυρης Bundesbank. Αυτή ήταν η σιωπηρή πολιτική νίκη που αποδείχτηκε ο ακρογωνιαίος λίθος της επιτυχίας της ΕΚΤ.

Mια χρονιά νέων ιδεών

Όσοι μίλησαν εκείνη την εποχή με την κ. Μέρκελ είπαν ότι οι δισταγμοί της για το σχέδιο του κ. Μόντι προέρχονταν από την άποψη της για το πώς πρέπει να λειτουργεί η ευρωζώνη. Δεν ήταν δουλειά των πολιτικών να θέτουν τα επιτόκια των ομολόγων. Από την άλλη πλευρά, η απόφαση ενός τέτοιου σχεδίου από την ΕΚΤ ήταν μια «ακατάλληλη» απόφαση για μια ανεξάρτητη κεντρική τράπεζα. Αλλά πολλοί αξιωματούχοι, ειδικά αυτοί που εργάζονταν στην ομάδα της σε άλλες ευρωπαϊκές πρωτεύουσες, υποστήριξαν ότι η αποδοχή του προγράμματος του κ. Ντράγκι από την κ. Μέρκελ ήρθε μετά από μια στροφή στον τρόπο σκέψης του Βερολίνου. Αν το αρχικό όραμα της Γερμανίας για την ευρωζώνη – χωρίς προγράμματα διάσωσης, κοινό χρέος και σε ορισμένους κύκλους χωρίς Ελλάδα – γινόταν ανεφάρμοστο, το Βερολίνο έπρεπε να διασφαλίσει ότι η κοινή ανάληψη των βαρών θα συνοδεύεται και από μια μεγαλύτερη συγκέντρωση των εξουσιών.

Τον Δεκέμβριο η κ. Μέρκελ είχε κερδίσει την συμφωνία για «ένα δημοσιονομικό σύμφωνο» που απαιτούσε από τις χώρες τις ευρωζώνης να εγγράψουν αυστηρούς δημοσιονομικούς κανόνες στα συντάγματα τους. Και δύο εβδομάδες μετά την πτήση στο Λος Κάμπος επέτυχε μια συμφωνία που θα σηματοδοτούσε την μεγαλύτερη στροφή όσον αφορά την εθνική κυριαρχία από τότε που δημιουργήθηκε το ευρώ: ως αντάλλαγμα στο να επιτραπεί στα κοινά ταμεία της ευρωζώνης να σώσουν τις χρεοκοπημένες τράπεζες της Ευρώπης, η εποπτεία και η εκκαθάριση των θεσμών αυτών θα πήγαινε από τα έθνη κράτη στον έλεγχο της Ε.Ε. Και στις δύο πρωτοβουλίες βρήκε έναν ενεργητικό σύμμαχο στον κ. Ντράγκι.

Γερμανοί αξιωματούχοι επιμένουν ότι η κ. Μέρκελ δεν στήριξε τις πολιτικές αυτές για να ανοίξει το δρόμο στην ανάληψη δράσης από την ΕΚΤ. Παρομοίως, ο κ. Ντράγκι δεν υποσχέθηκε ποτέ ρητά στους πολιτικούς της Ε.Ε. ότι θα λάμβανε μέτρα αν αυτοί έσφιγγαν το ζωνάρι. «Έχετε ακούσει ποτέ δύο Ιησουίτες να μιλάνε μεταξύ τους ;» ανέφερε πρόσωπο που έλαβε μέρος σε συναντήσεις όπου ο κ. Ντράγκι πίεζε για κυβερνητική δράση. «Πρέπει να ακούς όχι αυτά που λένε, αλλά αυτά που δεν λένε».

Ορισμένοι αξιωματούχοι της ΕΚΤ που εργάστηκαν με τον κ. Ντράγκι, υποστηρίζουν ότι η εξασφάλιση της στήριξης της κ. Μέρκελ για το πρόγραμμα επαναγοράς ομολόγων, γνωστό ως «απευθείας νομισματικές συναλλαγές» ή OMT, ήταν το αποτέλεσμα μιας προσεκτικά σχεδιασμένης προσπάθειας αντιμετώπισης της Καγκελάριου.

«Η πραγματική διαφορά ήταν η σχέση του με την Μέρκελ», ανέφερε πρώην αξιωματούχος της ΕΚΤ που εργάστηκε στενά με τον κ. Ντράγκι. «Ήξερε ότι αν μια μέρα έπρεπε να αποφασιστεί κάτι δύσκολο, έπρεπε να έχει την εμπιστοσύνη της».

Ανώτατοι αξιωματούχοι που βρίσκονται κοντά στους δύο ηγέτες αναγνώρισαν ότι ο κ. Ντράγκι ήταν πολύ πιο πρόθυμος να συζητήσει με την κ. Μέρκελ και άλλους πολιτικούς ηγέτες από τον προκάτοχο του, Ζαν Κλωντ Τρισέ, ο οποίος ήταν πιο πιθανό να κρατήσει τους προβληματισμούς του μόνο για τους συναδέλφους του στην τράπεζα.

Χωρίς να υπονομεύσει την ανεξαρτησία της ΕΚΤ, ο κ. Ντράγκι εργάστηκε άτυπα με την κ. Μέρκελ, ελέγχοντας προσεκτικά τι θα μπορούσε να γίνει αποδεκτό, ενώ ο κ. Τρισέ προτιμούσε πιο τυπικές συναντήσεις όπως οι σύνοδοι της Ε.Ε., ανέφεραν αξιωματούχοι.

Αλλά άλλοι επιμένουν ότι η επίθεση γοητείας από τον κ. Ντράγκι αποτελεί μια εξαιρετικά απλοϊκή εξήγηση για την συμφωνία της Μέρκελ. Ακόμα και οι επικριτές του Ντράγκι εντός της γερμανικής κυβέρνησης, αποκλείουν κάθε συζήτηση για μια συμφωνία μεταξύ των δύο ηγετών. «Δεν ήταν μια συμφωνία» τόνισε Γερμανός αξιωματούχος. «Δεν πήραμε τίποτα ως αντάλλαγμα».

Αντίθετα, σύμφωνα με διάφορους αξιωματούχους η προθυμία της κ. Μέρκελ να στηρίξει το ΟΜΤ αποτελούσε μια αντανάκλαση για το πόσο είχε διογκωθεί η κρίση εκείνο το καλοκαίρι. Ακόμα περισσότερο, αποτελούσε την τελευταία κίνηση σε μια συνεργασία μεταξύ πολιτικών και κεντρικών τραπεζιτών που ήταν απαραίτητη σε κάθε κρίσιμη καμπή της κρίσης.

Ομάδα καταπολέμησης κρίσεων

Από τότε που ξεκίνησε η κρίση, οι πυροσβεστικές δυνάμεις της ΕΚΤ περιορίζονταν πολιτικά από την Γερμανία. Την ιδέα του κ. Μόντι για αγορές ομολόγων προβληματικών οικονομιών από την ΕΚΤ, θεωρούσαν επί μακρόν ως την λύση στην κρίση οι ρυθμιστές από την Ουάσιγκτον ως το Παρίσι.

Αν η ΕΚΤ έπαιρνε τέτοια δέσμευση, ιδιαίτερα αν ήταν για απεριόριστα ποσά, κανένας trader ομολόγων δεν θα τολμούσε να αμφισβητήσει τις απύθμενες «τσέπες» της. Οι πανικόβλητες πωλήσεις θα τελείωναν μέσα σε μια νύχτα, έλεγαν οι υποστηρικτές.

Υπήρχαν όμως πολλοί στο Βερολίνο που θεωρούσαν ανάρμοστη για την ΕΚΤ μια τέτοια κίνηση. Οι αγορές ομολόγων της ευρωζώνης ήταν, στην ουσία, σαν να δανείζουν σε αυτές τις κυβερνήσεις χρήματα που εκτύπωνε η κεντρική τράπεζα, μια πρακτική γνωστή ως «νομισματική χρηματοδότηση» Κι αυτό όχι μόνο θα ανέβαλλε την ημέρα που θα αποφάσιζαν οι υπουργοί να ασχοληθούν με τον ισοσκελισμό των προϋπολογισμών τους, αλλά και θα πυροδοτούσε πληθωρισμό.

Ο κ. Τρισέ είχε τραβήξει δύο φορές το ευρώ από το χείλος του γκρεμού –όταν συμφώνησε να αγοράσει ελληνικά ομόλογα στο ξεκίνημα της κρίσης τον Μάιο 2010 και όταν επέκτεινε το πρόγραμμα αγορών ομολόγων στην Ιταλία και την Ισπανία το ταραγμένο καλοκαίρι του 2011.

Αλλά τα σχέδιά του πάντα χαρακτηρίζονταν περιορισμένα. «Ήταν ένας τρόπος για να κερδίσουν χρόνο οι κυβερνήσεις», σχολίασε ο Λορέντζο Μπίνι Σμάγκι, στελέχους του εκτελεστικού συμβουλίου της ΕΚΤ υπό τον κ. Τρισέ. «Δεν ήταν κάτι που θα έσωζε το ευρώ».

Η εμφάνιση του Ντράγκι

Όταν ανέλαβε ο κ. Ντράγκι την ηγεσία της ΕΚΤ τον Νοέμβριο 2011, η κεντρική τράπεζα έμοιαζε με ξένο φυλάκιο σε εχθρικό έδαφος. Η γερμανική κοινή γνώμη, που ποτέ δεν ενθουσιάστηκε με τις διασώσεις, ήταν εξαρχής εχθρική με τις αγορές ομολόγων του κ. Τρισέ.

Οι προσπάθειές του, επισήμως γνωστές ως το πρόγραμμα αγορών χρεογράφων SMP, είχαν προσβληθεί στο γερμανικό συνταγματικό δικαστήριο, αλλά επέζησαν. Οδήγησαν όμως επίσης στην παραίτηση του Αξελ Βέμπερ, επικεφαλής της Bundesbank. Η απόφαση του κ. Τρισέ τον Αύγουστο 2011 να επεκτείνει το SMP στην Ισπανία και την Ιταλία, οδήγησε στην απώλεια ενός δεύτερου Γερμανού ο οποίος, μέχρι τότε, κρατούσε για τον εαυτό του τις αντιρρήσεις του: Του Γιούργκεν Σταρκ.

Μοναδικός Γερμανός στο εκτελεστικό συμβούλιο της ΕΚΤ, ο κ. Σταρκ δεν ένοιωθε άνετα με την προσέγγιση του κ. Τρισέ, αλλά απέφευγε τις δημόσιες αντιρρήσεις. «Έμεινα πιστός ίσως για υπερβολικά μεγάλο διάστημα στην ΕΚΤ», είπε ο κ. Σταρκ. Την επομένη ημέρα από την έγκριση της αγοράς ομολόγων Ιταλίας και Ισπανίας από την ΕΚΤ, ο κ. Σταρκ παραιτήθηκε.

Δεν υπήρχε αμφιβολία στο Βερολίνο ποιος θα ήταν ο επόμενος: Ο Γιοργκ Άσμουσεν, ο οικονομολόγος με το ξυρισμένο κεφάλι, που υπήρξε ο άνθρωπος κλειδί του υπουργείου Οικονομικών από τότε που ξέσπασε η κρίση.

Μοναδική σχεδόν περίπτωση μεταξύ των Γερμανών αξιωματούχων, ο κ. Άσμουσεν είχε διατηρήσει εγκάρδιες σχέσεις σε όλη την ευρωζώνη, παρά τις διαμαρτυρίες για γερμανική υπεροψία από τον καταπονημένο Νότο, που θα έπρεπε να εγκρίνει τον διορισμό του.

Οι κοντινοί του άνθρωποι, δηλώνουν ότι ο κ. Άσμουσεν έτρεμε την δουλειά του, αφού ήξερε ότι εντέλει θα αντιμετωπίσει την ίδια επιλογή με τον κ. Σταρκ και τον κ. Βέμπερ: Να συμφωνήσει σε ένα πρόγραμμα που θεωρείτο ραδιενεργό στην πατρίδα του ή να παραιτηθεί.

«Είτε θα κάνεις το σωστό για την Ευρώπη και θα σε σταυρώσουν στην Γερμανία είτε θα γίνεις ο ήρωας της [συντηρητικής εφημερίδας] Frankfurter Allgemeine Zeitung και θα καταστρέψεις την Ευρώπη», είπε σε έμπιστό του.

Όταν ανακοινώθηκε η γερμανική επιλογή του κ. Άσμουσεν, οι Γάλλοι αξιωματούχοι συνειδητοποίησαν ό τι χρειάζονταν έναν υποψήφιο που θα μπορούσε να δουλέψει στενά με έναν άνθρωπο ο οποίος πίστευαν ότι θα δώσει στον κ. Ντράγκι την γερμανική κάλυψη που χρειάζονταν για να γίνει πιο επιθετικός. Κατέληξαν στον Μπενουά Κερέ, έναν οικονομολόγο της γενιάς και της πολιτικής κλίσης του κ. Ασμουσεν που γνώριζε καλά τους Γερμανούς.

Όπως ο κ. Ντράγκι, που πέρασε το μεγαλύτερο τμήμα της κυβερνητικής καριέρας του ως υπουργός Οικονομικών στην Ιταλία, πριν αναλάβει την κεντρική τράπεζα της Ιταλίας, ο κ. Άσμουσεν και ο κ. Κερέ δεν ήταν παραδοσιακοί κεντρικοί τραπεζίτες. Και οι δύο είχαν αναρριχηθεί μέσα από τα αντίστοιχα υπουργεία Οικονομικών, όπου συνήθισαν την σκληρότητα και τα σκαμπανεβάσματα της πολιτικής. Οι τόνοι στην Φρανκφούρτη άρχιζαν να αλλάζουν.

«Οι κεντρικοί τραπεζίτες είναι πολύ ευαίσθητοι. Αν υπάρχει μισή πρόταση σε μια εφημερίδα με επικριτικό περιεχόμενο, νοιώθουν εντελώς προσβεβλημένοι», σχολίασε αξιωματούχος που γνωρίζει καλά και τους τρεις άνδρες. «Όταν προέρχεσαι από το υπουργείο Οικονομικών, το ζεις αυτό κάθε μέρα… Και οι τρεις ήταν συνηθισμένοι σε πολύ μεγαλύτερη κοινωνική πίεση και πιο βρόμικο περιβάλλον».

Οι δύο ορθολογιστές, θα γίνονταν η καρδιά της νέας ομάδας καταπολέμησης της κρίσης του κ. Ντράγκι, χτίζοντας γέφυρες στο Παρίσι και το Βερολίνο, έτσι όπως δεν τα είχαν καταφέρει οι προκάτοχοί τους.

Νέα ομάδα στην ΕΚΤ

Ντράγκι, Ασμουνσεν και Κερέ έκαναν σκληρό λόμπινγκ για την αποδοχή του νέου σχεδίου έναντι της κρίσης

Εν μέσω του χάους των δυο εκλογών στην Ελλάδα που σχεδόν οδήγησαν στο Grexit και νέους φόβους για τις ισπανικές τράπεζες ο πανικός επέστρεψε στις αγορές ομολόγων τον Μάιο. Η Bankia, που δημιουργήθηκε από την συγχώνευση ισπανικών αποταμιευτικών τραπεζών που γονάτισαν από το σκάσιμο της φούσκας των ακινήτων στη χώρα, έφτασε στα όρια και αυτή, γεγονός που απαίτησε μερική κρατικοποίηση. Η ανησυχία απλώθηκε για την υγεία όλων των ευρωπαϊκών τραπεζών.

Ο Ντράγκι ήξερε ότι η ΕΚΤ έπρεπε να κάνει περισσότερα. Αρχές Ιουνίου άρχισε να συζητά με μια μικρή έμπιστη ομάδα, περιλαμβανομένων των Ασμουνσεν και Κερέ την ανάγκη για να ένα νέο πρόγραμμα κατά της κρίσης, λένε αξιωματούχοι.

Πληροφορίες για το σχέδιο Μόντι έφτασαν στους αξιωματούχους της ΕΚΤ πριν το παρουσιάσει στο Los Cabos, αλλά αυτοί το έκριναν ανεφάρμοστο. Καθώς ξεκίνησαν να συζητούν το δικό τους σχέδιο, οι κεντρικοί τραπεζίτες στην Φραγκφούρτη ήξεραν ότι οποιοδήποτε πρόγραμμα αγοράς ομολόγων θα προκαλούσε πολιτικά προβλήματα στον Ασμουνσεν. Μοιράστηκε την οικονομική κοσμοθεωρία των Σταρκ και Βέμπερ αλλά πίστευε ότι μια ακραία κρίση απαιτούσε έκτακτα μέτρα.

«Οι άνθρωποι παραβιάζουν αρχές κάθε μέρα. Πρέπει να αντιστέκεσαι στο 99% των περιπτώσεων και να πεις: αυτό δεν είναι μια έκτακτη κατάσταση», είπε ο Ασμουνσεν. «Εχεις καιρό ειρήνης και μετά έχεις καιρό πολέμου. Στην ειρήνη είμαι στην γραμμή της Bundesbank αλλά η κατάσταση ήταν πολύ δύσκολη».

Μαζεύονταν αποδείξεις ότι η περίοδος του πολέμου είχε έρθει. Εταιρείες κατέστρωναν έκτακτα σχέδια για ενδεχόμενη διάλυση του ευρώ. Οι τράπεζες της ευρωζώνης κρατούσαν μέρα προς μέρα μετρητά σε απομακρυσμένες θυγατρικές, μια ακριβή στρατηγική η οποία όμως θα τους προστάτευε αν διαλύονταν το ευρώ. Το κόστος δανεισμού Ιταλίας και Ισπανίας εκτοξεύονταν.

Στην ΕΚΤ οι συζητήσεις για το πώς θα σταματήσει ο πανικός είχαν ενταθεί. Αλλά ακόμα και αυτοί που ήταν κοντά στον Ντράγκι ξαφνιάστηκαν όταν, στα τέλη Ιουλίου, δήλωσε πως η ΕΚΤ θα κάνει «ότι χρειαστεί» για να αποτρέψει τη διάλυση του νομίσματος.

Η δήλωση λειτούργησε άμεσα κατευναστικά για τις αγορές. Τώρα οι αξιωματούχοι της ΕΚΤ έπρεπε να αναπτύξουν μια στρατηγική ώστε να την καλύψουν, μια στρατηγική που θα περνούσε το τεστ εκεί που ήταν δυσκολότερο: στη Γερμανία.

Στην Φραγκφούρτη οι σύμμαχοι του Ντράγκι δούλεψαν σκληρά για να εξαλείψουν αντιδράσεις στο σχέδιο, με μικροαλλαγές ώστε να κερδίσουν τους συντηρητικούς του συμβουλίου της ΕΚΤ περιλαμβανομένων του κκ. Ασμουνσεν και των επικεφαλείς κεντρικών τραπεζιτών της Ολλανδίας και της Φινλανδίας. Μόλις πέτυχαν, ο πρόεδρος της Bundesbank κος Βάιντμαν είχε απομονωθεί με την άρνησή του.

Ως τότε η Μέρκελ είχε πλέον πειστεί για την αίσθησή της ότι το να αφήσει το ευρώ να διαλυθεί μπορούσε να είναι πολύ επικίνδυνο. Το να αποσπάσει την έγκρισή της το πλάνο απαιτούσε κάτι το οποίο επιδίωκε από την αρχή: το αντάλλαγμα για βοήθεια απαιτούσε οι προβληματικές χώρες να συμφωνήσουν σε οικονομικές μεταρρυθμίσεις. Αυτή η «προϋπόθεση» έπρεπε να είναι λεπτομερής και νομικά δεσμευτική

Όταν ο Ντράγκι παρουσίασε το τελικό σχέδιο τον Σεπτέμβριο οι πολιτικοί άνεμοι είχαν αλλάξει στο Βερολίνο. Εχοντας εξασφαλίσει την τραπεζική της ένωση, η Μέρκελ έδωσε στον Ντράγκι δημόσια τις ευλογίες της. Μιλώντας μια μέρα μετά την ανακοίνωση του Ντράγκι τόνισε την προϋπόθεση της οικονομικής μεταρρύθμισης. «Οι δεσμεύσεις είναι ένα πολύ σημαντικό κομμάτι», είπε. «Ελεγχος και βοήθεια πάνε χέρι χέρι».

Facebook Comments