Από τις πρώτες εκλογές για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο το 1979 μέχρι τις έβδομες το 2009, οι περισσότεροι ψηφοφόροι έχουν ψηφίσει με την σκέψη στα εγχώρια, και όχι τα ευρωπαϊκά, ζητήματα. Οι ενδείξεις ύπαρξης κάποιας συλλογικής ευρωπαϊκής κοινής γνώμης, είναι σποραδικές. Τα αντισυμβατικά πολιτικά κινήματα έχουν συχνά ευνοηθεί από τις ψήφους διαμαρτυρίας των ψηφοφόρων οι οποίοι, στις εθνικές εκλογές, επιστρέφουν στα παραδοσιακά κόμματα.

Στις όγδοες ευρωεκλογές που θα διενεργηθούν από την Πέμπτη ως την Κυριακή στα 28 κράτη μέλη, τα ακροδεξιά, ακροαριστερά, αντι-καθεστωτικά και αντι-ευρωπαϊκά κινήματα, αναμένεται να έχουν τα καλύτερα αποτελέσματά τους. Θα απέχουν πολύ από την πλειοψηφία στο επόμενο κοινοβούλιο της ΕΕ και οι διαφωνίες τους είναι τόσο μεγάλες που οι επιπτώσεις στις εργασίες του σώματος θα είναι περιορισμένες. Σε κάθε περίπτωση όμως, αν έλθουν πρώτοι ή δεύτεροι στην Γαλλία, την Βρετανία και αλλού, οι ριζοσπαστικές τους απόψεις θα έχουν ακόμη πιο «ανθυγιεινή» επίδραση στην εγχώρια πολιτική συζήτηση, στις χώρες όπου υφίσταται θέμα.

Υπό τέτοιες συνθήκες, οι Ευρωπαίοι πολιτικοί των παραδοσιακών κομμάτων, πρέπει να αντισταθούν στον πειρασμό να δανειστούν τα ρούχα των λαϊκιστών, προσπαθώντας να κερδίσουν την λαϊκή υποστήριξη. Πρέπει παράλληλα να αναγνωρίσουν ότι η άνοδος του λαϊκισμού δεν είναι τυχαία. Σε αρκετό βαθμό, καθρεφτίζει την κυριαρχία των ευρωπαϊκών θεμάτων σε αυτές τις εκλογές.

Η κρίση χρεών μετά το 2008, οι τραπεζικές καταρρεύσεις και η οικονομική ύφεση, έδειξαν σε ψηφοφόρους, δανειστές και δανειζόμενους, πως ό,τι συμβαίνει σε μια χώρα –και όσα αποφασίζουν οι ρυθμιστές στις Βρυξέλλες ή την Φρανκφούρτη- έχει επίδραση σε όλες τις άλλες. Το ίδιο ισχύει και για την Βρετανία και τα υπόλοιπα εννέα έθνη εκτός ευρωζώνης, όσο και τους 18 εντός. Οι άνθρωποι που σκοπεύουν να ψηφίσουν τα ακραία και λαϊκιστικά κινήματα, θα το κάνουν εν μέρει επειδή πιστεύουν ότι η ΕΕ, και τα συμβατικά πολιτικά κόμματα που την στηρίζουν, τα έχουν κάνει χάλια με σχεδόν όλα όσα έχουν ασχοληθεί.

Αλλά το βάρος της λαϊκιστικής ψήφου θα είναι ιδιαίτερα βαρύ αν η μέση συμμετοχή, που έχει σταθερά αποκλιμακωθεί από το 62% το 1979 στο 43% το 2009, παραμείνει χαμηλή. Οι υποστηρικτές του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου τονίζουν ότι αυτά τα ποσοστά συμμετοχής είναι σχεδόν ίδια με των ενδιάμεσων εκλογών για το Κογκρέσο στις ΗΠΑ, και κανείς δεν αμφισβητεί τις δημοκρατικές διαπιστεύσεις του Κογκρέσου. Σε κάθε περίπτωση, η αδιάλειπτη 30ετής τάση πτώσης στην συμμετοχή, δεν βοηθά την τόνωση του δημόσιου σεβασμού για την βουλή της ΕΕ.

Από το 1992, οι επάλληλες αλλαγές στην ευρωπαϊκή συνθήκη έχουν ενισχύσει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το οποίο θα πρέπει να δώσει τη συναίνεσή του για τους νόμους που καλύπτουν σχεδόν όλους τους ρυθμιστικούς τομείς στην ΕΕ.

Αλλά οι ψηφοφόροι δεν είναι τόσο ανόητοι όσο φαντάζονται κάποιοι πολιτικοί. Αν είναι πολλοί εκείνοι που θα απέχουν από την ψήφο τώρα, θα είναι για τον απολύτως ορθό λόγο: ότι γνωρίζουν πως το νομοθετικό σώμα της ΕΕ δεν παίζει τον πρώτο λόγο στην έξοδο της Ευρώπης από τα οικονομικά της προβλήματα.

Τα πραγματικά σημαντικά μέτρα που υιοθετήθηκαν για να καταπολεμηθούν οι κρίσεις χρεών και τραπεζών της Ευρώπης, αποφασίστηκαν σε εθνικό επίπεδο ή από την κοινή δράση των εθνικών κυβερνήσεων ή από την ΕΚΤ. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο παραμένει σε μεγάλο βαθμό στο περιθώριο -σχεδόν όπως, αν και σε μικρότερο βαθμό, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, το εκτελεστικό και ρυθμιστικό σώμα.

Το ευρωκοινοβούλιο έχει θεμελιώδεις διαφορές από τα εθνικά κοινοβούλια, με την έννοια ότι, παρά την σταθερή αύξηση των εξουσιών του, δεν μπορεί να προτείνει κάποια νομοθεσία. Υιοθετεί, μεταβάλλει ή μπλοκάρει τις προτάσεις που προέρχονται από την Κομισιόν και καθορίζονται από τις εθνικές κυβερνήσεις. Επίσης, δεν έχει αρμοδιότητες στην φορολογία, την αγορά εργασίας και τις μεταρρυθμίσεις στο κοινωνικό κράτος.

Για όλους αυτούς τους λόγους, η συμμετοχή στις ευρωεκλογές θα είναι χαμηλότερη απ όσο στις εθνικές εκλογές και έτσι οι λαϊκιστές θα έχουν καλύτερες επιδόσεις. Δεν είναι λόγος πανικού- αλλά πρέπει να προκαλέσει τις εθνικές κυβερνήσεις ώστε να προωθήσουν την οικονομική ανάκαμψη και να βελτιώσουν την αποδοτικότητα της ΕΕ.

ΠΗΓΗ: FT.com

Facebook Comments