Η στάση των διεθνών αγορών κεφαλαίου θα καθορίσει το κατά πόσο η Ελλάδα θα χρειαστεί τρίτη δανειακή στήριξη από τους εταίρους της, όπως εκτιμά ο καθηγητής Πέτερ Μπόφινγκερ, μιλώντας αποκλειστικά στον Ελεύθερο Τύπο της Κυριακής.

Ο διακεκριμένος Γερμανός οικονομολόγος και μέλος της Επιτροπής Σοφών, η οποία συμβουλεύει την καγκελάριο Ανγκελα Μέρκελ για οικονομικά θέματα, επισημαίνει ότι η χώρα μας έχει σταθεροποιηθεί και έχει σημειώσει αξιοθαύμαστη πρόοδο στις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, αλλά θα απαιτηθεί ακόμα πολύς χρόνος για να βγει από την κρίση. Χαρακτηρίζει «μη ρεαλιστικό» το στόχο για μείωση του ελληνικού χρέους στο 120% του ΑΕΠ το 2020 και τονίζει ότι οποιαδήποτε απόφαση για την ελάφρυνση του χρέους πρέπει να στηρίζεται σε ρεαλιστικές -άρα χαμηλότερες- προβλέψεις για τα πρωτογενή πλεονάσματα και την αύξηση του ΑΕΠ τα επόμενα χρόνια.

Αναφερόμενος στη μεγάλη πληγή της ανεργίας, προτείνει μείωση των ωρών εργασίας ώστε να τονωθεί η απασχόληση στα πρότυπα της Γερμανίας, όπου το μέτρο εφαρμόστηκε το 2009 και προέβλεπε ότι το κράτος αναπληρώνει ένα μεγάλο μέρος από τη συνεπακόλουθη μισθολογική μείωση.

Παράλληλα, τάσσεται υπέρ της επιβολής μεγαλύτερης φορολογίας στα υψηλότερα εισοδήματα, ενώ δεν παραλείπει να καυτηριάσει την «υπερβολική δημοσιονομική προσαρμογή» που επιβλήθηκε στην ευρωζώνη την περίοδο 2010-2012, συμπληρώνοντας ότι πρέπει να περάσουμε από το μοντέλο των προγραμμάτων διάσωσης σε αυτό των προγραμμάτων ανάκαμψης.

Ο κ. Μπόφινγκερ βρέθηκε την περασμένη Πέμπτη στην Αθήνα ως ομιλητής σε εκδήλωση που συνδιοργάνωσαν το Παρατηρητήριο για την Κρίση του ΕΛΙΑΜΕΠ και η αντιπροσωπία στην Ελλάδα του Ιδρύματος Friedrich Ebert.

Θεωρείτε ότι η Ελλάδα βγαίνει από το τούνελ της κρίσης;
Νομίζω ότι η κατάσταση έχει σταθεροποιηθεί και υπάρχουν αρκετά θετικά σημάδια, όμως εξακολουθούν να υπάρχουν πολύ σοβαρά προβλήματα που σχετίζονται με την ανεργία και το πολύ υψηλό επίπεδο χρέους. Θα χρειαστεί πολύς χρόνος, ώσπου να μπορέσουμε να πούμε ότι η κρίση τελείωσε.

Πώς θα μπορούσε να ελαφρυνθεί το ελληνικό χρέος;
Το σενάριο στην τελευταία έκθεση της τρόικας δείχνει ότι είναι πάρα πολύ δύσκολο να επιτευχθεί ο στόχος για το χρέος. Από τη μία πλευρά, η επίτευξη του στόχου προϋποθέτει σημαντική περαιτέρω αύξηση του πρωτογενούς πλεονάσματος που θα έχει αρνητικό αντίκτυπο στην οικονομία και από την άλλη πλευρά βασίζεται στην πρόβλεψη ότι ο ρυθμός ανάπτυξης θα φθάσει το 5% του ονομαστικού ΑΕΠ. Αυτά τα δύο στοιχεία δεν είναι συμβατά μεταξύ τους. Ολο το σενάριο είναι μη ρεαλιστικό και πρέπει να επανεξεταστεί. Δεν είναι σωστό να λαμβάνονται πολιτικές αποφάσεις στηριγμένες σε μη ρεαλιστικές υποθέσεις εργασίας, διότι τότε προκαλείται αναπόφευκτα αναστάτωση στην κοινωνία και ήδη στην Ελλάδα υπήρξε αρκετή αναστάτωση μέχρι τώρα.

Αρα, λέτε ότι πρέπει να εγκαταλειφθεί ο στόχος για μείωση του ελληνικού χρέους στο 120% του ΑΕΠ ως το 2020.
Υπό τις παρούσες συνθήκες, δεν είναι ρεαλιστικό να αναμένουμε ότι θα επιτευχθεί ο στόχος αυτός. Κατά τη γνώμη μου, πρέπει να αντιμετωπιστεί αντίστροφα η συνάρτηση χρέους και πρωτογενών πλεονασμάτων: να τεθούν χαμηλότεροι στόχοι για το πρωτογενές πλεόνασμα των επόμενων ετών -όχι 4,5%- και εν συνεχεία να εξεταστεί το ύψος του χρέους. Αν η Ελλάδα επιτύχει πρωτογενές πλεόνασμα της τάξεως του 2% το χρόνο επί μία δεκαετία, θα είναι εξαιρετική επίδοση.

Ο Ολι Ρεν δήλωσε στο Eurogroup της περασμένης Πέμπτης ότι ανησυχεί για την επιβράδυνση των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων. Συμμερίζεστε την ανησυχία του;
Κατ’ αρχάς, θέλω να τονίσω ότι δεν ξέρω καμία άλλη χώρα στην οποία να συντελέστηκαν τόσο επώδυνες και εκτεταμένες διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις στο συνταξιοδοτικό σύστημα, στην αγορά εργασίας, στις συλλογικές συμβάσεις, στο δημόσιο τομέα, στον κατώτατο μισθό κ.λπ. Είναι εντυπωσιακό ότι έγιναν αυτές οι αλλαγές. Ολα αυτά δεν αναγνωρίζονται μερικές φορές εκτός Ελλάδος. Από την άλλη πλευρά, ασφαλώς χρειάζονται πρόσθετες μεταρρυθμίσεις, όπως η απελευθέρωση ορισμένων επαγγελμάτων – φέρ’ ειπείν δικηγόρων και συμβολαιογράφων. Το άνοιγμα των κλειστών επαγγελμάτων βοηθά την οικονομία. Ωστόσο, δεν πρέπει να υπερεκτιμήσουμε τον αντίκτυπο αυτών των μεταρρυθμίσεων.

Εκτιμάτε ότι υπάρχει περιθώριο φοροελαφρύνσεων υπό τις παρούσες συνθήκες στην Ελλάδα;
Εγώ θα έλεγα ότι χρειάζονται υψηλότεροι φόροι στους πλούσιους. Μετά τη γερμανική ενοποίηση, ο ανώτατος φορολογικός συντελεστής έφθασε το 56% και δεν υπήρξε πρόβλημα, γιατί έγινε αποδεκτό ότι χρειάζονταν θυσίες.

Θα χρειαστεί τρίτο δάνειο η Ελλάδα;
Δεν θέλω να κάνω σχόλιο, γιατί δεν ξέρω τα δεδομένα. Θα το κρίνει η αξιολόγηση των αγορών κεφαλαίου.

Πάντως, οι αγορές δείχνουν αισιόδοξες για τις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας το τελευταίο διάστημα.
Οι αγορές δανείζουν την Ιαπωνία που έχει χρέος 230% του ΑΕΠ με επιτόκιο 1%. Γιατί να μη χρηματοδοτήσουν την Ελλάδα με 4,5%, αφού έχει μικρότερο λόγο χρέους προς ΑΕΠ σε σύγκριση με την Ιαπωνία;

Οσον αφορά στο σύνολο της ευρωζώνης, η κρίση αποτελεί παρελθόν;
Την περίοδο 2010-2012 εφαρμόστηκε υπερβολική δημοσιονομική προσαρμογή. Σήμερα η κατάσταση είναι σίγουρα καλύτερη απ’ ό,τι πριν από δύο χρόνια, όμως η κρίση κληροδότησε προβλήματα που θα παραμείνουν: υψηλή ανεργία και υψηλό λόγο χρέους προς ΑΕΠ. Επίσης, η ύφεση διεκόπη, αλλά δεν μπορούμε να είμαστε βέβαιοι ότι τελείωσε. Ολα αυτά καθιστούν την ευρωζώνη ευάλωτη σε κάθε είδους αναταράξεις.

Γι’ αυτό χρειάζεται μια ολοκληρωμένη αναπτυξιακή στρατηγική: από το μοντέλο των προγραμμάτων διάσωσης να περάσουμε σε προγράμματα ανάκαμψης. Τα νέα αυτά προγράμματα θα πρέπει να στηρίζονται σε δύο πυλώνες: (α) επενδύσεις που ενισχύουν την ανταγωνιστικότητα μακροπρόθεσμα σε πεδία όπως η Εκπαίδευση, η Υγεία, η Ενέργεια, η οικολογία, η επιχειρηματικότητα και (β) διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις. Η πρότασή μου είναι κάθε κράτος να παρουσιάζει την τετραετή αναπτυξιακή στρατηγική του, η οποία θα περιλαμβάνει συγκεκριμένες δράσεις σε καθέναν από τους δύο πυλώνες και θα χρηματοδοτείται με το 2% του ΑΕΠ κατόπιν έγκρισης από τα ευρωπαϊκά όργανα. Παράλληλα, βέβαια, χρειάζεται να συνεχιστεί η ευρωπαϊκή ενοποίηση, η οποία θα επιτρέψει την ευκολότερη αντιμετώπιση του υψηλού χρέους.

Στο πλαίσιο αυτό, έχετε προτείνει τη δημιουργία του «ευρωκαλαθιού» (euro-bundle), το οποίο θα αποτελεί ένα πακέτο εθνικών ομολόγων της ευρωζώνης. Μπορεί να εφαρμοστεί σύντομα μια τέτοια φόρμουλα;
Πρόκειται για μια μακροπρόθεσμη λύση -π.χ. σε ορίζοντα δεκαετίας- ως εναλλακτική στο ευρωομόλογο. Το πλεονέκτημά της είναι ότι δεν συνεπάγεται αμοιβαιοποίηση χρέους. Αν καταφέρουμε να χρηματοδοτείται το μεγαλύτερο μέρος του χρέους των κρατών της ευρωζώνης μέσω των «ευρωκαλαθιών», θα είναι πολύ πιο δύσκολο για τις αγορές να κάνουν παιχνίδια με τα εθνικά ομόλογα και να αποσταθεροποιούν έτσι την ευρωζώνη.
 

Στη Γερμανία μειώσαμε τις ώρες εργασίας για να περιοριστεί η ανεργία

Η ανεργία έχει πάρει εφιαλτικές διαστάσεις στην Ελλάδα. Τι προτείνετε για την αντιμετώπισή της;
Η ανεργία είναι άμεσα συνδεδεμένη με την ανάπτυξη. Χωρίς επιστροφή στο δρόμο της ανάπτυξης, είναι εξαιρετικά δύσκολο να μειωθεί η ανεργία. Οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις συμβάλλουν στην αντιμετώπιση του προβλήματος. Πλέον, είναι ευκολότερες οι απολύσεις και οι εποχικές προσλήψεις. Τέτοια μέτρα, δεδομένης της κατάστασης, νομίζω ότι ήταν χρήσιμα.
Αυτό που θα έθετα επιπλέον στο τραπέζι προς συζήτηση είναι το ενδεχόμενο να μειωθούν οι ώρες εργασίας, για να περιοριστεί η ανεργία. Στη Γερμανία χρησιμοποιήσαμε το μοντέλο αυτό (work sharing model) στην κρίση του 2009 και ήταν αποτελεσματικό. Δεν είμαι ειδικός στην κατάσταση που επικρατεί στην Ελλάδα αναφορικά με τις ώρες εργασίας αλλά ξέρω ότι ο μέσος όρος ωρών εργασίας στην Ελλάδα είναι 40% υψηλότερος στην Ελλάδα σε σχέση με τη Γερμανία, σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ. Ας εξεταστεί, λοιπόν, αυτή η πιθανότητα.

Facebook Comments