Στον μουσικό κόσμο του Δημήτρη Παπαδημητρίου οι νότες σμίγουν με τα χρώματα και γεννούν μουσικές και χρωματικές εκρήξεις. Ο κόσμος της «αέναης κίνησης» γίνεται ο πυρήνας του soundtrack ενός έργου τέχνης. Οι νότες δημιουργούν κόσμους μαγικούς στον μουσικό καμβά του συνθέτη, ο οποίος εμπνέεται τα Συμφωνικά Ζωγραφικά Soundtracks, έργο συμφωνικό που θα παρουσιάσει σε πρώτη παγκόσμια εκτέλεση στην Κεντρική Σκηνή της Στέγης του Ιδρύματος Ωνάση, στις 6 και 7 Μαρτίου 2018. Οι «κόσμοι» επτά σπουδαίων ζωγράφων σκιαγραφούνται µε τις νότες, μεταμορφώνονται σε μουσικά πορτρέτα και µας αποκαλύπτονται ως αυτόνομα μουσικά έργα.

Πηγές έμπνευσης για τον συνθέτη αποτέλεσαν οι πίνακες: H Παιδική Συμφωνία του Γιώργου Ιακωβίδη, Αντικατοπτρισμοί του Φωτός στον Χρόνο του Κλωντ Μονέ, Οι διαδικασίες του Χάους και Οι παράξενοι Ελκυστές του Τζάκσον Πόλλοκ, Η Στιγμή ως Νεκρά Φύση του Έντουαρντ Χόπερ, Το νησί του Θανάτου του Άρνολντ Μπαίκλιν, Χορεύτριες και Ακροβάτισσες του Ανρί ντε Τουλούζ-Λωτρέκ και Μεταλλάξεις του Θανάτου στη Θάλασσα του Ιβάν Αϊβαζόφσκι.

Σε μια αποκλειστική συνέντευξη στο marketnews.gr ο συνθέτης εξηγεί πώς εμπνεύστηκε το νέο του συμφωνικό έργο και γιατί τα συγκεκριμένα επτά έργα τέχνης ενεργοποίησαν την φαντασία του. Ακόμη, μιλά για την πανταχού παρουσία του Θανάτου σε κάθε τι ζωντανό αλλά και την ακατανίκητη δύναμη της ζωής και της γαλήνης έναντι αυτού. Ο Δημήτρης Παπαδημητρίου θυμάται τα πρώτα χρόνια της ζωής του στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου, όπου γεννήθηκε, τον «Επί Γης Παράδεισο», όπως την χαρακτηρίζει και για όσα εκείνη του χάρισε. Με αφορμή το πρόσφατο συλλαλητήριο για τη Μακεδονία, δεν διστάζει να δηλώσει τη θέση του σχετικά με τον πύρινο λόγο του Μίκη Θεοδωράκη που δίχασε τον ελληνικό λαό και εξηγεί ποια πρέπει να είναι η θέση του καλλιτέχνη-δημιουργού στα πολιτικά και κοινωνικά τεκταινόμενα και τη λεγόμενη «νέα τάξη πραγμάτων»…

«Συμφωνικά ζωγραφικά soundtracks». Γιατί soundtracks; Τι υπαινίσσεστε; Ελλοχεύει κάπου και η 7η τέχνη;

Δύο λόγους επικαλούμαι: το αντιδάνειο σινεμά και συμφωνικής μουσικής ολοκληρώνεται στον καιρό μας, καθώς η κλασική μουσική δέχεται πίσω την επιρροή του σινεμά με την αίσθηση soundtrack που παίρνουν κάποιες νέες συνθέσεις χωρίς να έχει υπάρξει ταινία.  Είναι μια νέα γεύση που ανήκει εξ’ ολοκλήρου στη σύγχρονη συμφωνική εποχή, αν και βασίστηκε στην προηγούμενή της παράδοση. 

Ο δεύτερος είναι το επιφανειακά άτοπο που, ωστόσο, δηλώνει μια τεράστια νίκη της ζωγραφικής τέχνης.  Η “ακίνητη” δισδιάστατη  εικόνα μπορεί να γίνει έκρηξη κίνησης, αφήγησης και τρίτης διάστασης.  Το soundtrack ενός πίνακα είναι ακριβώς αυτή η αίσθηση που παίρνω από τον κόσμο της αέναης κίνησης και της εναλλαγής ενός πίνακα η ενός ζωγραφικού κόσμου στο μυαλό του απολύτως αθώου ή πολύ πεπαιδευμένου θεατή.  

Εσκεμμένα επιλέξατε επτά (στον αριθμό) έργα ζωγραφικής; Και με ποιο κριτήριο έγινε η επιλογή;

Το επτά βοηθά πολύ στις φόρμες γιατί δημιουργεί ενότητες ακέραιες και με μέτρο.  Έχει δύο χρυσές τομές και ζυγιάζεται διπλά. Είναι πρώτος αριθμός και χαρακτηρίζεται από μια αυτάρκεια και αρραγή αίσθηση.  Το έργο είναι πολυσύνθετο και περιέχει επτά διαφορετικούς κόσμους . Η αριθμοσοφία βοήθησε την “Ενότητα στην Ποικιλία” που είναι ο ορισμός της Αρμονίας κατά Μπαζανκέ. (Unity in Variety).


Γιατί επιλέξατε “Το νησί των νεκρών” του Άρνολντ Μπαίκλιν και όχι “Το νησί των ζωντανών”; Σας ιντριγκάρει ο θάνατος; Τον φοβάστε;

Η Γαλήνη, η Λησμονιά και η Ηρεμία που όλοι αξίζουμε μετά τη δύσκολη ζωή μας νικά την Κόλαση και τις διαβολούρες στο μυαλό μου. Νικά ακόμη και τον Παράδεισο με τα ουρί, τους λόφους με ρύζι και τα ποτάμια με γάλα και μέλι της Ανατολής. Ο Θάνατος στον ευτυχή ηλικιωμένο πρέπει να γίνεται επιθυμία.  Εύχομαι να γίνω ένας ευτυχής ηλικιωμένος.

Τι ήχο έχει για εσάς ο θάνατος; Και τι χρώμα;

Πανταχού παρών είναι γιατί δίχως αυτόν η ζωή γίνεται ασήμαντη και βαρετή.  Όλοι οι ήχοι, όλες οι εικόνες, όλη η χαρά και η ευτυχία έχουν μέσα τους και λίγο θάνατο, όπως βάζουμε αλάτι στο φαγητό.  Αλλά αν θέλει κανείς να περιγράψει το θάνατο ευθέως θα πρέπει μέσα να του βάλει και λίγη ζωή. Αλλιώς γίνεται γραφικός και αβαθής. 

Πώς ένας μουσικός θεωρεί ότι η μουσική του θα διαβαστεί όπως εκείνος επιθυμεί; Από τη μία υπάρχει ένα ζωγραφικό έργο που διαθέτει εμφανή εικόνα και από την άλλη μια μουσική σύνθεση χωρίς συγκεκριμένη εικόνα και σχήμα ορατό. Πώς ο συνθέτης μιας τέτοιας  μουσικής πρότασης είναι βέβαιος ότι το κοινό θα  ακολουθήσει την μετουσίωση της ζωγραφικής σε μουσική, όπως εκείνος την έχει φαντασθεί;

Ο καλύτερος και πιο ακριβής τρόπος να περιγράψεις ολικά κάτι μαζί με την αντίληψή του και το συναίσθημα που προκαλεί είναι ο προ-μαθηματικός κόσμος της μουσικής: πολλαπλές παράλληλες σειρές κλασμάτων που αναπαράγουν ταινία και μεταφέρονται με συχνότητες. Οι λέξεις και τα συγκεκριμένα σχήματα δεν μπορούν να το κάνουν.  Οι αναλογίες μόνο μπορούν, και η μουσική απαλλαγμένη από την ύλη είναι αυτό και μόνο αυτό.  

Προτιμάτε ένα κοινό “εκπαιδευμένο” ή απλώς ένα  ανοικτό, αγνό και ευαίσθητο κοινό; 

Το απολύτως αθώο κοινό και το απλώς πεπαιδευμένο, όταν διατηρεί την αθώα προσέγγιση.  Το ημιμαθές κοινό, μόνο όταν αναγνωρίζει ότι είναι στη διαδικασία παίδευσής του. Αντιπαθώ το απλώς πληροφορημένο κοινό που έχει αυτοαναγορευθεί σε κριτή των πάντων. 

Η συνάρτηση του μουσικού έργου με έναν πίνακα ζωγραφικής μήπως τελικά είναι μια καλή δικαιολογία  ή ακόμη και αφορμή για να ξεκινήσει η αυτόνομη δημιουργία ενός μουσικού έργου;

Έχει συμβεί και με ζωγραφική και με ταινία.  Ο ζωγράφος μου το δήλωσε μόνο προσωπικά, οπότε δεν μπορώ να πω περισσότερα. Ο σκηνοθέτης ήταν ο μέγας Δήμος Αβδελιώδης για την ταινία Το Δέντρο που Πληγώναμε πάνω στο δίσκο μου Τοπία. Αλλά έφτιαξε αυτό που κυοφορούσε και είμαι ευχαριστημένος που ο δίσκος ήταν απλώς η αφορμή για να λειτουργήσει η ιδιοφυΐα του.

Ας σκεφτούμε αντίστροφα: Πώς θα σας φαινόταν η ιδέα  ένα μουσικό έργο σας να γίνει πηγή έμπνευσης ενός εικαστικού;

Μα πόσο θα με τιμούσε το αντίθετο – αλλά δυστυχώς δεν θα συμβεί.  Δηλαδή, οι τεθνεώτες ζωγράφοι εφεξής να επιβάλουν τη συνακρόαση του έργου μου με την έκθεση των έργων τους. 
Όμως μοναχός μου τα σκέφτηκα όλα αυτά, μοναχός μου τα έγραψα και ελπίζω να μην τα ακούσω και μοναχός…  

Ο καλλιτέχνης-δημιουργός γεννιέται ή γίνεται;

Γεννιέται μόνο και εργάζεται μανιωδώς  κατ’ εντολήν του ταλέντου του. Από τους δασκάλους του μόνο αποκαλύπτεται και εμπνέεται.  Δεν μαθαίνει επί της ουσίας. Ονομάζει προϋπάρχουσα αόριστη γνώση. 

Ζήσατε τα επτά πρώτα και καθοριστικά χρόνια της ζωής σας στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου. Πώς επηρέασε αυτό τη ζωή και την καριέρα σας; Τι σας χάρισε και τι σας στέρησε; 

Μου χάρισε τον επί γης παράδεισο και την απώλεια του. Η Ελλάδα μου χάρισε, ωστόσο, τη δυνατότητα να χτίσω πάνω σε στέρεο έδαφος.  “Της εκκλησίας του δήμου τα δύσκολα εύγε”.  Έγινα ένα με την πατρίδα μου και το λαό μας, και για τα μεγάλα και για τα μικρά.  Κατακτήσαμε τη δύσκολη εμπιστοσύνη της…

Ο Γεώργιος Ιακωβίδης καθιερώθηκε ως “ο ζωγράφος των παιδιών”. Οι μικροαστικές συμβάσεις που συχνά  συνοδεύουν τη δημιουργία οικογένειας, πόσο ανασταλτικά θεωρείτε ότι δρουν σε έναν δημιουργό;

Ο Μπαχ, αν ζούσε σήμερα,  θα έπαιρνε τριπλό επίδομα πολυτέκνου.  Οικογένεια και μικροαστισμός δεν συμβαδίζουν. Αλλά γιατί είναι κακός ο μικροαστισμός; Να προτιμήσω σε τι ακριβώς τον ελληνικό  μεγαλοαστισμό; Η Ελλάδα εξάλλου δεν είχε ποτέ αληθινή αστική τάξη και τον πολιτισμό που αυτή παρήγε στη Δύση.  Η νεώτερη ιστορία της δεν επέτρεψε να δημιουργηθεί μία πραγματική αστική κοινωνία. Ο τρόπος ζωής του καλλιτέχνη υπακούει στις διαταγές της τέχνης του σε συνδυασμό με τον χαρακτήρα του. Αποτελούν δε οι καλλιτέχνες, όταν είναι πραγματικοί και ειλικρινείς, ασχέτως καταγωγής ή εκπαίδευσης -και επιτυχίας ακόμη -, το αληθινό κοινωνικό περιθώριο.  Γι’ αυτό και ο Μαρξ προτείνει στην επανάσταση να μας χρησιμοποιεί προεπαναστατικά και να μας φιμώσει μετά –επαναστατικά.  Κάτι ήξερε! 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Η μουσική χρειάζεται 3 πράγματα. Τέχνη, τεχνική και βιώματα. Χωρίς αυτά δε γίνεται να γράψεις μουσική». Μάνος Χατζιδάκις. Το συμμερίζεστε; Τι έχετε κρατήσει σαν φυλακτό από τη σχέση σας μαζί του;

Ένας άλλος σπουδαίος φίλος, ο Μιχάλης Κατσαρός έλεγε : “ονομάζω Τέχνη, Ζωή και Έργο”. Συμφωνώ με αυτή την οπτική που περιλαμβάνει το βίωμα, ωστόσο εγώ θα επέκτεινα το βίωμα και στον φαντασιακό χώρο.  Για το μεγάλο έργο, η μια ζωή του καλλιτέχνη δεν επαρκεί. Χρειάζονται πάμπολλες.  Σε αυτό χρειάζεται το φαντασιακό βίωμα για να ισοφαριστεί το αντίβαρο. Ο Μότσαρτ φαντάζομαι ότι έζησε κοντά διακόσια χρόνια. 

Ο δεύτερος “πόλος” ο Μίκης Θεοδωράκης, ο οποίος μάλιστα σας έχει χαρακτηρίσει σαν τον σημαντικότερο νέο Έλληνα συνθέτη, πρόσφατα δίχασε τους Έλληνες με τη συμμετοχή του και τον πύρινο λόγο του στο συλλαλητήριο για τη Μακεδονία. Ποια είναι η δική σας θέση για  την παρέμβαση αυτή του Μίκη; Πιστεύετε ότι οι καλλιτέχνες πρέπει να παίρνουν δημόσια θέση στα πολιτικά δρώμενα;

Ο Θεοδωράκης είναι στο απυρόβλητο της ιστορίας και της ελληνικής κοινωνίας.  Έπραξε αυτό που πάντα έπραττε.  Ήταν μια πολιτική προσωπικότητα πάντοτε. Έλεγε άφοβα ό,τι πίστευε.  Τον άφοβο πάντοτε τον σέβομαι και τον ακούω. Κι όλοι μας τον άφοβο πρέπει να τον σεβόμαστε. Συνηθίζω να σκέπτομαι κάτι τέτοιες στιγμές τη ρήση του Ευριπίδη στις Βάκχες: “Το σοφόν ου Σοφία”. Ωστόσο, η δική μου στάση διαφέρει. Η Τέχνη και η  Φιλοσοφία είναι υψηλότερες έννοιες της πολιτικής. Η καθημερινή πολιτική πρακτική είναι ένα είδος εφαρμοσμένης τέχνης και φιλοσοφίας. Εγώ, υπηρετώντας το υψηλότερο, οφείλω να μην το υποβιβάσω στο επίπεδο της εφαρμοσμένης του εκδοχής.  Ο Πικάσο δεν γίνεται μόδιστρος ή κομμωτής, όσο κι αν η αισθητική είναι το κοινό αντικείμενο και στις δύο περιπτώσεις.  Όμως, υπάρχουν οι ιστορικές στιγμές που κρίνεται η θεμελιώδης ανθρώπινη αξία, η πατρίδα. Θέματα που απασχολούν την κοινωνία στο σύνολό της, σαν να λέμε, τα ιερά και τα όσια. Εκεί συγκλίνουν τέχνη και πολιτική και αξίζει να μιλήσεις ως καλλιτέχνης. Μπορείς, ωστόσο, να προσφέρεις άλλο κομμάτι του εαυτού σου στα κοινά χωρίς να χρησιμοποιείς την τέχνη που υπηρετείς, εν γνώσει σου ότι το σημαντικό είναι πάντα η Τέχνη.

Ποια είναι η θέση του καλλιτέχνη στην νέα τάξη πραγμάτων; Εντολοδόχος ή επαναστάτης;

Ε τώρα, και εντολοδόχος να είναι στην επανάσταση οδηγεί ο καλλιτέχνης. Ο Μπαχ, εντολοδόχος της εκκλησίας, ελευθέρωσε τη μουσική σύνθεση από τη θεοκρατική σκλαβιά με τη “φούγκα”. Η μεγάλη τέχνη είναι ένα επαναστατικό γεγονός de facto. Ό,τι κινητοποιεί και θέτει αμφισβητήσεις στο κοινώς αποδεκτό είναι επαναστατικό. Ό,τι ανανεώνει. Όμως μη συγχέουμε τον καλλιτέχνη με το έργο. Χάριν ευκολίας κάποιος τα συγχέει.  Το πιο επαναστατικό έργο τέχνης μπορεί να έχει προέλθει από έναν συντηρητικό άνθρωπο, κι ακόμη, έναν αργότερα  ξεπουλημένο καλλιτέχνη.  Το έργο είναι ανεξάρτητο. Κι αυτό μας αφορά πρωτογενώς.  Η περί του καλλιτέχνη πληροφόρηση είναι, πιστεύω, απελπισμένη προσπάθεια κατανόησης του έργου με επισφαλές σωσίβιο.

Μπορεί να προτείνει κάτι που ενοχλεί το «ιερατείο»;

Μα, ποιο ιερατείο ακριβώς εννοείτε;  Είμαστε ανίκανοι να έχουμε ιερατείο.  Προϋποθέτει κάποιους σοφούς και μια θρησκεία.

Τι λέτε για τις δύο σπουδαιότερες έννοιες, ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ-ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ; Υφίστανται ή έχουν χάσει πλέον το νόημά τους;

Είναι χρέος μας να επαναπροσδιορίζουμε το νόημα κάθε φορά που υπάρχει διάσταση σημαίνοντος και σημαινομένου. Πρέπει να υπερασπιζόμαστε και γλώσσα και έννοιες.

Σας ευχαριστώ πολύ!

 

Κι εγώ ευχαριστώ!

 

Facebook Comments