Σταθεροποιητικές τάσεις επικράτησαν στην οικονομική δραστηριότητα κατά το α’ εξάμηνο, όπως τονίζει η Eurobanki σε έκθεσή της, προβλέποντας παράλληλα ότι το ΑΕΠ θα «περάσει» σε θετική περιοχή στο γ’ τρίμηνο του έτους.

Την έκθεση επιμελήθηκε ο Δρ. Πλάτων Μονοκρούσος και φέρει τον τίτλο «Η ελληνική οικονομία στο δρόμο της ανάκαμψης: πορεία του προγράμματος προσαρμογής, επενδυτικές ευκαιρίες και προκλήσεις.

Η πορεία της οικονομίας στο α’ εξάμηνο

Τα βασικά συμπεράσματα της Eurobank για το συγκεκριμένο διάστημα είναι τα ακόλουθα:

  • Οι σταθεροποιητικές τάσεις στην εγχώρια οικονομική δραστηριότητα συνεχίστηκαν το α’ εξάμηνο του 2014 με το ρυθμό ετήσιας μεταβολής του πραγματικού ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος (ΑΕΠ) να αναμένεται να μεταβεί σε θετική περιοχή το γ’ τρίμηνο του έτους κατόπιν εκτιμώμενης συρρίκνωσής του κατά περίπου 0,6% την περίοδο Ιανουάριος – Ιούνιος 2014.
  • Σύμφωνα με τις προκαταρκτικές εκτιμήσεις, το β’ τρίμηνο του τρέχοντος έτους σημειώθηκε περαιτέρω  επιβράδυνση της πτώσης του ετήσιου ρυθμού μεταβολής του πραγματικού ΑΕΠ της Ελλάδας στο -0,3% περίπου από -0,9% το προηγούμενο τρίμηνο.  Ο αντίστοιχος τριμηνιαίος ρυθμός μεταβολής σε κυκλικά προσαρμοσμένους όρους εκτιμάται ότι διαμορφώθηκε σε περίπου +0,8% έναντι οριακής μείωσης -0,15% το α’ τρίμηνο. Οι ανωτέρω εκτιμήσεις είναι συμβατές με το σενάριο αύξησης του πραγματικού ΑΕΠ της χώρας για το σύνολο του έτους με ρυθμό μεταξύ 0,5% και 1,0%.
  • Από την πλευρά της ζήτησης, τα στοιχεία των εθνικών λογαριασμών για το α’ τρίμηνο του 2014 αποτύπωσαν ετήσια άνοδο 0,7% της ιδιωτικής κατανάλωσης σε σταθερές τιμές καθώς και ενίσχυση 2,2% του ετήσιου ρυθμού μεταβολής των εισαγωγών αγαθών και υπηρεσιών.
  • Τα ανωτέρω ενισχύουν το ενδεχόμενο οι προαναφερθείσες συνιστώσες του ΑΕΠ να καταγράψουν, για το σύνολο του έτους, βελτιωμένους ρυθμούς μεταβολής σε σχέση με τις εκτιμήσεις του υφιστάμενου μακροοικονομικού σεναρίου της τρόικα (κατανάλωση νοικοκυριών και ΜΚΙΕΝ: -1,8% και εισαγωγών αγαθών και υπηρεσιών: -1,3%, σε σταθερές τιμές). Αντίθετα, ο ετήσιος ρυθμός μεταβολής της συνολικής δαπάνης για επενδύσεις το 2014 ενδέχεται να διαμορφωθεί ασθενέστερος από την επίσημη πρόβλεψη (+5,9%, σε σταθερές τιμές), κυρίως λόγω της συνεχιζόμενης ύφεσης στην αγορά κατοικίας.   
  • Σε κάποιο βαθμό, τα στοιχεία του α’ τριμήνου για την ιδιωτική κατανάλωση αποτέλεσαν θετική  έκπληξη, δοθείσης της μεγάλης συρρίκνωσης του διαθέσιμου εισοδήματος (κατά 30% και πλέον) την προηγούμενη 4ετία, την επίσημη πρόβλεψη για περαιτέρω μείωση κατά 1,5% των μέσων ακαθάριστων αποδοχών ανά εργαζόμενο το 2014 (δες Ευρωπαϊκή Επιτροπή, επικαιροποίηση του ελληνικού προγράμματος προσαρμογής, Απρίλιος 2014), το υψηλό ποσοστό ανεργίας και την αρνητική αποταμίευση των νοικοκυριών.
  • Παρόλα αυτά, δεν αποκλείεται η τάση βελτίωσης της ιδιωτικής κατανάλωσης που καταγράφεται στους εθνικούς λογαριασμούς να είναι αποτέλεσμα αναβαλλόμενων δαπανών τα προηγούμενα έτη (λόγω αυξημένης αβεβαιότητας) οι οποίες πραγματοποιούνται με χρονική υστέρηση, σε συνδυασμό με τη σταδιακή βελτίωση του εγχώριου οικονομικού κλίματος. Επιπροσθέτως, η προαναφερθείσα εξέλιξη φαίνεται να ενθαρρύνεται από προκαταρτικές ενδείξεις σταδιακής βελτίωσης των συνθηκών απασχόλησης.  


Τόνωση εξαγωγικής δραστηριότητας – επενδύσεων

Αναφερόμενη στα βασικά θέματα τα οποία θα πρέπει να επικεντρωθεί η οικονομική πολιτική, η Διεύθυνση Τρέχουσας Οικονομικής Ανάλυσης & Έρευνας Διεθνών Κεφαλαιαγορών της Eurobank υπογραμμίζει ότι:

  • Σε  κάθε περίπτωση, η ασκούμενη μακροοικονομική πολιτική πρέπει να εστιαστεί στην τόνωση των επενδύσεων και του εξαγωγικού προσανατολισμού της οικονομίας, μέσω εμπέδωσης κλίματος σταθερότητας και συνέχισης των διαρθρωτικών παρεμβάσεων στις αγορές προϊόντων και υπηρεσιών. Η πιστή εφαρμογή του υφιστάμενου προγράμματος διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων κρίνεται κομβικής σημασίας για την τόνωση του εγχώριου επιχειρηματικού κλίματος, τη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας και του εξαγωγικού προσανατολισμού της οικονομίας και την προσέλκυση ξένων άμεσων επενδύσεων.
  • Παρά την πρόοδο σε σημαντικούς τομείς (πχ. βελτίωση της κατάταξης της Ελλάδας κατά 111 θέσεις βάσει του κριτηρίου έναρξης νέων επιχειρήσεων σύμφωνα με το Doing Business 2014 της Παγκόσμιας Τράπεζας) και τη μεγάλη προσαρμογή που έχει ήδη συντελεσθεί σε όρους σχετικού μισθολογικού κόστους, προβληματισμός συνεχίζει να υφίσταται σε σχέση με τη στασιμότητα των ελληνικών εξαγωγών εκτός τουριστικών υπηρεσιών και καυσίμων.   
  • Η περαιτέρω τόνωση της εξαγωγικής δραστηριότητας τα επόμενα έτη θεωρείται προαπαιτούμενο για την επίτευξη διατηρήσιμων ρυθμών οικονομικής ανάπτυξης και την αποφυγή νέας σημαντικής  επιδείνωσης του εξωτερικού ισοζυγίου όταν η χώρα επανέλθει σε τροχιά πραγματικής σύγκλισης με τις πιο ανεπτυγμένες οικονομίες της Ευρωζώνης.   

Η δημοσιονομική εικόνα

Σε ό,τι αφορά την πορεία των δημοσιονομικών μεγεθών, στην έκθεση της τράπεζας υπογραμμίζονται τα ακόλουθα:

  • Στο δημοσιονομικό μέτωπο, τα στοιχεία εκτέλεσης του προϋπολογισμού για το α’ εξάμηνο συνηγορούν στην πρόβλεψή για επίτευξη του συμφωνηθέντος στόχου για πρωτογενές πλεόνασμα 1,5% του ΑΕΠ το τρέχον έτος. Επιπροσθέτως, η βελτίωση που έχει συντελεσθεί τα τελευταία έτη – άνω των 19 μονάδων του ΑΕΠ σε όρους διαρθρωτικού πρωτογενούς πλεονάσματος – κρίνεται απολύτως διατηρήσιμη, καθώς έχει προέλθει, ως επί των πλείστον, από μέτρα μόνιμου χαρακτήρα π.χ. μείωση του αριθμού των δημοσίων υπαλλήλων κατά 160 χιλιάδες και πλέον από το 2010 και εξορθολογισμός λειτουργικών και άλλων δαπανών.  
  • Αναφορικά με την εξέλιξη του δημόσιου χρέους της χώρας, η αύξηση (κατά 45,3 μονάδες) του λόγου χρέους-ΑΕΠ την περίοδο 2010-2013, παρά τα αυστηρά μέτρα λιτότητας, μπορεί να ερμηνευθεί πλήρως από την επίδραση της οικονομικής ύφεσης τόσο στον παρονομαστή (μείωση ονομαστικού ΑΕΠ) όσο και στον αριθμητή (μέσω των αυτόματων σταθεροποιητών) του εν λόγω κλάσματος. Σύμφωνα με πρόσφατη έκθεσή μας (Greece Macro Monitor 12 Μαΐου 2014), λαμβάνοντας υπ’ όψιν το τρέχον επίπεδο του λόγου δημόσιου χρέους-ΑΕΠ της Ελλάδας, η επιβολή νέων μέτρων δημοσιονομικής προσαρμογής θα μπορούσε να οδηγήσει σε άμεση αύξηση του ανωτέρου λόγου εάν ο δημοσιονομικός πολλαπλασιαστής είναι υψηλότερος του 0,5.
  • Παρά τις ανωτέρω εξελίξεις, η αποφυγή λήψης δημοσιονομικών μέτρων ή ακόμη και μια πιο σταδιακή / λιγότερο «εμπροσθοβαρής»  εφαρμογή του προγράμματος δημοσιονομικής προσαρμογής τα τελευταία 4-5 έτη θα οδηγούσε σε εκρηκτική αύξηση του λόγου δημοσίου χρέους-ΑΕΠ ή, στην καλύτερη περίπτωση, σε σταθεροποίηση του λόγου σε σημαντικά υψηλότερα επίπεδα από τα υφιστάμενα.
  • Οι ανωτέρω στρατηγικές σε συνδυασμό με νέες εκδόσεις κυβερνητικών ομολόγων (μέσης ετήσιας ονομαστικής αξίας περίπου 5,5 δισ. ευρώ) και τα μέτρα που συμφωνήθηκαν στο πλαίσιο της πρόσφατης αξιολόγησης του ελληνικού προγράμματος προσαρμογής θα μπορούσαν να διασφαλίσουν πλήρη κάλυψη των όποιων χρηματοδοτικών κενών προβλέπονται για τα επόμενα 6-7 έτη, καθιστώντας μη-αναγκαίο ένα νέο πρόγραμμα χρηματοδότησης από τον επίσημο τομέα.

 

Facebook Comments