Είναι γεγονός ότι στη σύγχρονη εποχή η πολιτική σε ένα μεγαλό βαθμό εστιάζει στους οικονομικούς δείκτες και η επιτύχια κάθε κυβέρνησης κρίνεται από την απόδοση και την ερμηνεία των δεικτών όπως το χρηματιστήριο, τη βιομηχανική παραγωγή, το Ακάθαριστο Εθνικό Προϊόν, την εργασία και το μέσο εισόδημα.

Ωστόσο, ένα βασικό θέμα στην ερμηνεία αυτών είναι το χρονικό διάστημα της ανάλυσης αλλά και οι παρούσες συνθήκες. Το κράτος έχει συνέχεια. Η εθνική αλλά και η παγκόσμια οικονομία ρέει και, ασφαλώς, δεν ακολουθεί τις εκλογικές διαδικασίες ή ακόμη και τους συμβολισμούς που κάθε πολιτικό πρόσωπο φέρει. 

Οι πολιτικές των Σοσιαλδημοκρατών και των Φιλελεύθερων ανά τον κόσμο κρίνονται από τα μέσα μαζικής επικοινωνίας και τους ενεργούς πολίτες σε καθημερινή βάση αλλά στη πράξη η ιστορία κρίνει κάθε κυβερνητική πολιτική, ο χρόνος είναι ο πιο αντικειμενικός κριτής και επιβραβεύει ή απορρίπτει ολοκληρές σχολές οικονομικής και πολιτικής σκέψης. Θυμηθείτε τη φράση – Τώρα, πλέον, είμαστε όλοι κεϋνσιανοί – η οποία ανήκει στο Ρήγκαν, έναν υπερ-συντηρητικό πρόεδρο των ΗΠΑ. Καμία άλλη σχολή δεν είχε τέτοια επιρροή στο οικονομικό και πολιτικό status quo, όσο η σχολή του Κεϋνς. 

Η δική μας μεταπολίτευση λειτούργησε όσον αφορά τη πολιτική σταθερότητα αλλά ανέπτυξε παθογένειες τις οποίες ακολουθούμε μέχρι και σήμερα. Οι πολίτες αποδοκίμασαν, στην Ελλάδα αλλά και σε πολλές χώρες της Ευρώπης, τα παραδοσιακά κόμματα με αποτέλεσμα να κατακερματιστεί ο ζωτικός χώρος της λεγόμενης κεντροαριστεράς.

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι και τα κόμματα έχουν χρόνο ζωής και όσα από αυτά εστίασαν και εστιάζουν μόνο σε πρόσωπα και όχι σε ανοιχτές διαδικασίες δε μπορούν πλέον να ονομάζονται κόμματα εξουσίας. Τα πολιτικά κόμματα είναι ζωντανοί οργανισμοί και λειτουργούν αντιπροσωπευτικά, συνολικά, για την κοινωνία και όχι μόνον για την εκλογική τους βάση.

Η ανανέωση στο πολιτικό σκηνικό γίνεται πράξη μέσα από την εξωστρέφεια και την ενσωμάτωση της νέας πραγματικότητας. Το πολιτικό κλισέ – Κοντά στην κοινωνία, κοντά στους πολίτες – είναι μία φράση χιλιοειπωμένη αλλά πολύ δύσκολα εφαρμόσιμη. Οι σύγχρονες, δυτικές κοινωνίες αλλάζουν πιο γρήγορα απ’ τα πολιτικά συστήματα και αυτό είναι βασικό να το αντιληφθούμε συλλογικά. Πολιτική είναι κάθετι που διαμορφώνει νέες οικονομικές σχέσεις, νέες καταναλωτικές συνήθειες, κάθετι που εμπλουτίζει τη γλώσσα μας με νέους όρους και νέες διαλέκτους.

Στην Ελλάδα, αλλά και γενικότερα στην ΕΕ έχουμε να αντιμετωπίσουμε θεμελιώδεις αλλαγές οι οποίες θα ορίσουν τις πολιτικές και οικονομικές εξελίξεις σε όλα τα επίπεδα. Η Ευρωπαϊκή κοινότητα Άνθρακα και Χάλυβα (1952) εξελίχθηκε και ωρίμασε πολιτικά δίνοντας την ΕΕ που έχουμε σήμερα η οποία αργά η γρήγορα θα έρθει αντιμέτωπει με νέα θεσμικά ζητήματα που αφορούν τη πολιτική ενοποίηση των κρατών-μελών αν και εφόσον αυτό μπορεί να επιτευχθεί.

Στη παρούσα φάση έχουμε Ευρωπαϊκές ζυμώσεις στον ευαίσθητο χώρο του πολιτικού κέντρου, οι πολίτες της Ευρώπης δε μπορούν να ερωτευτούν την ενιαία αγορά, ερωτεύονται ιδέες, οράματα και πρόσωπα. 

Η οικονομία στον ελεύθερο κόσμο δε κάνει χάρες σε κανένα πολιτικό σύστημα, το ζήτημα δεν είναι να έχεις απόλυτο έλεγχο στις δυνάμεις της αγοράς, αλλά να λειτουργείς αναπτυξιακά και τούτο να φαίνεται σε κάθε εργαζόμενο, σε κάθε μικρή επιχειρήση. Ασφαλώς, πρώτα πρέπει να ευημερούν οι αριθμοί και μετά ακολουθούν και οι πολίτες, αλλά αυτό δεν είναι ταυτόσημο. Όπερ σημαίνει ότι οι αριθμοί και οι δείκτες μπορούν να ευημέρουν αλλά να αντικατοπτρίζουν ένα πολύ μικρό κομμάτι της κοινωνίας.

Η οικονομική μας πολιτική πρέπει να δημιουργήσει τα θεμέλια για την οικονομία της γνώσης, για την οικονομία που το μέσο εισόδημα αυξάνεται παράλληλα με τη μεγένθυση του ΑΕΠ ακόμη και όταν τα δημοσιοοικονομικά είναι σε τάξη. Μη ξεχνάς ότι ο πληθωρισμός, η οικονομική κρίση μπορεί να σου αφαιρέσει είσόδημα, μα, όχι τη γνώση. Η κοινότητα που μπορεί να ζει με λιγότερα, χωρίς να αφαιρεί ούτε ένα δράμι απ’ τους θεσμούς της ανήκει σε μιά ανοιχτή και ευέλικτη κοινωνία.

Facebook Comments