Α.

Η περιγραφή της εξέλιξης των ιστορικών γεγονότων[1] που μας έφεραν στη σημερινή φάση διεθνοποίησης του κεφαλαίου, την παγκοσμιοποίηση, αποτελεί χαρακτηριστική περίπτωση του τρόπου με τον οποίο αλληλοδιαπλέκονται  τα διάφορα επίπεδα του κοινωνικού γίγνεσθαι , δηλαδή το πολιτικό το κοινωνικό ,το ιδεολογικό και το οικονομικό με τελικό αποτέλεσμα την επιβολή του «νέου»  κυρίαρχου υποδείγματος.

Μπορούν να διακριθούν δύο συγκεκριμένες φάσεις αυτής της πορείας : μία όπου το Οικονομικόν και η Γεωοικονομία προτάσσεται ως καθοριστικός παράγοντας των εξελίξεων και μια δεύτερη  όπου το Πολιτικόν αποκαλύπτεται ως ο βασικός και αποκλειστικός καθοριστικός παράγοντας των εξελίξεων. Μπορούμε να τα αναδείξουμε συνοπτικά στη συνέχεια.[2]

Στην πρώτη φάση της εμφάνισης του φαινομένου της παγκοσμιοποίησης αυτό εμφανίζεται κυρίως με τη μορφή των οικονομικών και τεχνολογικών διεργασιών. Εμφανίζεται  ως μια «νέα» οικονομική πρόταση, η οποία υιοθετεί το ελεύθερο εμπόριο , την απελευθέρωση των αγορών από τους εναγκαλισμούς των παρεμβάσεων του εθνικού κράτους , ως απορύθμιση των αγορών σε μια προσπάθεια να διευρύνουμε υποτίθεται την ευημερία του κόσμου και ειδικά του τρίτου λεγόμενου κόσμου. Είναι η εποχή του θετικού οικονομικού φιλελευθερισμού με αρχή τη διακυβέρνηση του Ρέιγκαν και αποκορύφωμα την αντίστοιχη του Κλίντον.

 Όλοι μας αντιλαμβανόμαστε ότι ξαφνικά το οικονομικόν , προτάσσεται βιαίως  έναντι όλων των υπολοίπων κοινωνικών στιγμών όχι μόνο ως  θεωρητική πρόταση  αλλά και έναντι όσων ιστορικά συνέβαιναν  στα παρελθόντα έτη. Κυρίως η επίθεση κατευθύνεται  έναντι του πολιτικού το οποίο ειρήσθω εν παρόδω, κατηγορείται ως υπεύθυνο και εμπόδιο στην εξάπλωση του οικονομικού και συνεπώς της ειρήνης και της συναδέλφωσης των λαών υπό τη σκέπη του ελεύθερου εμπορίου και του οικονομικού φιλελευθερισμού.

 Προτάσσεται το οικονομικό, η «ελεύθερη» αγορά, η απορύθμιση των οικονομικών σχέσεων , που σημαίνει βασικά και αποκλειστικά  απορύθμιση των εργασιακών και κοινωνικών σχέσεων. Κύριο και βασικό χαρακτηριστικό της «απελευθέρωσης» οι ιδιωτικοποιήσεις του «δημόσιου νοικοκυριού»[3] διότι είναι το δημόσιο νοικοκυριό  που άρχισε να  σχηματίζεται από  το 1930 στις ΗΠΑ, αλλά και στην Ευρώπη μετά το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο , και σήμερα  αποτελεί βασική συνιστώσα της αναπαραγωγής του κεφαλαίου και του παγκόσμιου συστήματος.

Β.

Η  Παγκοσμιοποίηση αρχίζει να παρουσιάζει  το αληθινό της  πρόσωπο, χωρίς βεβαίως να εγκαταλείπει την προσχηματική ηθικοκανονιστική οπτική της οικονομικής ολοκλήρωσης και της ειρηνικής εξάπλωσης των φιλελεύθερων οικονομικών σχέσεων  , όταν έρχεται στην εξουσία των Ηνωμένων Πολιτειών ο Τζωρτζ Μπους  junior, και η ομάδα των νέο συντηρητικών όπου το σχέδιο της παγκοσμιοποίησης λαμβάνει μια εντελώς άλλη μορφή. Περνά σε μια άλλη φάση . Είναι η φάση κατά την οποία η γεωπολιτική διάσταση αρχίζει να εμφανίζεται σιγά-σιγά σε πρώτο πλάνο. Να παίζει το πρώτο ρόλο στο πλανητικό γίγνεσθαι. Το ίδιο συμβαίνει βεβαίως και με τη διακυβέρνηση Μπαράκ Ομπάμα.

Είναι γνωστό ότι το διακύβευμα της γεωπολιτικής είναι ένα πάγιο και μοναδικό: η  συμμετοχή των δρώντων υποκειμένων  από συνεχώς καλύτερη θέση στον πλανητικό καταμερισμό ισχύος.  Δρώντα υποκείμενα στην σημερινή εποχή είναι τα κρατικά μορφώματα με όποια μορφή εμφανίζονται. Η μεγάλη πλειοψηφία για να μην πω το σύνολο εμφανίζονται ακόμη και σήμερα ως εθνικά κράτη[4]. Μάλιστα ο αριθμός τους στον ΟΗΕ συνεχώς αυξάνει. Κατατάσσονται σε μεγάλες – μεσαίες – μικρές δυνάμεις ανάλογα με τη γεωπολιτική ισχύ που διαθέτουν αλλά και την γεωστρατηγική που ακολουθούν και εφαρμόζουν. Από τις μεγάλες δυνάμεις μπορεί να υπάρξει κάποια η οποία να είναι κυρίαρχη σε μια ιστορική φάση. Με την έννοια κυρίαρχη σηματοδοτείται εκείνη η δύναμη η οποία μπορεί να αντιμετωπίσει μόνη της το σύνολο της ισχύος  των υπολοίπων δυνάμεων. Θα μπορούσαμε να θεωρηθεί  ότι τέτοια είναι (;) οι ΗΠΑ[5].

Η οικονομική «αναρχία» της φιλελεύθερης παγκόσμιας αγοράς πρέπει σε κάθε ιστορική περίοδο να έρχεται σε σχέση ισορροπίας με το πολιτικό καθεστώς του διεθνούς συστήματος, που χαρακτηρίζεται από την ύπαρξη (και επομένως και τα ιδιαίτερα συμφέροντα) ενός πλήθους εθνικών κρατών.

Τούτο σημαίνει απλά:

H διεθνής σταθερότητα μπορεί να επιτευχθεί μόνο στο βαθμό που επέρχεται μια σχέση λειτουργικής αντιστοιχίας μεταξύ των διαφορετικών λογικών λειτουργίας οι οποίες καθορίζουν τις σχέσεις της παγκόσμιας αγοράς και την πολιτική των εθνικών κρατών.

Στο διεθνές καπιταλιστικό σύστημα, αυτή η οργάνωση πραγματοποιείται, κατά βάση, από μια ηγεμονική δύναμη, «η οποία με τα μέσα της προσπαθεί να ρυθμίσει σφαιρικά τη λειτουργία οικονομικών και πολιτικών διαδικασιών».

Είναι η φάση όπου εντελώς ξεκάθαρα η παγκοσμιοποίηση αλλάζει μορφή με κύριο χαρακτηριστικό την προσπάθεια συνέχισης της επικυριαρχίας της Δύσης και των ΗΠΑ σε όλον τον πλανήτη[6] στο νέο πλαίσιο που δημιουργείται με βάση της επενέργειες των  οικονομικών διεργασιών της  παγκοσμιοποίησης αλλά και των σημαντικών γεωπολιτικών αλλαγών που εν τω μεταξύ, συντελέσθηκαν (πτώση του ανατολικού μπλοκ, κοινωνικές διεργασίες στην στις αραβικές χώρες και στον ισλαμικό κόσμο, αύξηση της ισχύος της Κίνας κτλ). Το χαρακτηριστικό και αποφασιστικό γνώρισμα της σημερινής πλανητικής συγκυρίας είναι η αδιαμφισβήτητη υπεροχή μιας και μόνης μεγάλης δύναμης , η οποία δεν περιορίζεται στον δικό της μείζονα χώρο , αλλά παρευρίσκεται ή επεμβαίνει ή θα επιθυμούσε να επέμβει σε κάθε σημείο της υδρογείου.[7] Η ηγεμονία των ΗΠΑ,  ασκείται άμεσα στις πιο αναπτυγμένες περιοχές του πλανήτη, στην Ευρώπη και στην Ιαπωνία , όπου καμιά ουσιαστική πολιτικοστρατιωτική απόφαση δεν λαμβάνεται χωρίς την έγκρισή τους και όπου επίσης σημαντικά οικονομικά θέματα π.χ το διεθνές εμπόριο ,αλλά και άλλα συναφή θέματα πλανητικού ενδιαφέροντος  ρυθμίζονται υπό την πίεση ή κατά τις υπαγορεύσεις τους.

Παρότι τα κράτη που συμμετέχουν στην Ευρωπαϊκή Ένωση διαθέτουν στρατό, τούτος βρίσκεται ενταγμένος στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ, την ηγεσία του οποίου ασκούν με απόλυτο και αδιαμφισβήτητο τρόπο οι ΗΠΑ. Στο διαμορφούμενο νέο διεθνές σκηνικό, κανένας λόγος δεν γίνεται για τον πολιτικό ρόλο της Ενωμένης Ευρώπης, και αν γίνεται περιορίζεται σε συζητήσεις περιθωριακές, αντιφατικές και ελάχιστα πειστικές.

Σιωπηρώς ισχύει η αρχή της «υποταγής», και μέσω της «υποταγής» εξασφαλίζεται η πολιτική προστασία από την υπερδύναμη της αντίπερα όχθης του Ατλαντικού. Τα ίδια ακριβώς ισχύουν και για την Ιαπωνία. Οι ΗΠΑ πάντοτε επιδιώκουν να έχουν εξασφαλισμένες εκείνες τις συνθήκες που θα τις επιτρέψουν την αναπαραγωγή της κυριαρχίας τους. Οι συνθήκες αυτές, όμως, αφορούν σε όλο τον  πλανήτη ο οποίος μεταβάλλεται ραγδαία,  καθιστώντας την επίτευξή τους όλο και πιο περίπλοκες και συνεπώς και πιο δύσκολες. Οι τοπικοί πόλεμοι, οι στρατιωτικές επεμβάσεις , οι οικονομικές απειλές, τα εμπορικά εμπάργκο βρίσκονται τα τελευταία χρόνια στο προσκήνιο, αποτελώντας τα μέσα των Ηνωμένων Πολιτειών και της Δύσης προκειμένου να «σταθεροποιήσουν» έναν ήδη  ασταθή πλανήτη συνεχίζοντας την επικυριαρχία τους.

Γ.

Ένα από τα πολλά παραδείγματα, προς επίρρωση των παραπάνω, αποτελεί και η κρίση της Ουκρανίας. Παρά την άμεση εμπλοκή της Γερμανίας στην εξέγερση μέρους των ουκρανών ενάντια του φιλορώσου Γιανουκόβιτς, ο γερμανός υπουργός των εξωτερικών ήταν παρόν στις πλατείες του Κιέβου κατά τη διάρκεια των διαδηλώσεων, την αποδοχή των ουκρανών νεοναζί ως κυβερνητικού εταίρου και συνομιλητών όταν τα πράγματα άρχισαν να δυσκολεύουν σε σχέση με τη Ρωσία, το πάνω χέρι πήραν οι ΗΠΑ αναλαμβάνοντας οι ίδιες να χειριστούν τη ρωσοουκρανική κρίση. Η απόφαση της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ) να προχωρήσει σε αυστηρές κυρώσεις εναντίον της Μόσχας – με έμφαση στον χρηματοπιστωτικό και (λιγότερο) στον ενεργειακό τομέα – είναι απολύτως καθοδηγούμενη και επιβαλλόμενη από τις επικρατούσες αντιλήψεις στις ΗΠΑ. Οι κυρώσεις αυτές    πυροδότησε την αντίδραση του προέδρου Βλαντίμιρ Πούτιν με την επιβολή απαγορεύσεων και περιορισμού εισαγωγών γεωργικών προϊόντων των χωρών: της ΕΕ, των ΗΠΑ, της Αυστραλίας, του Καναδά και της Νορβηγίας. Οι οικονομικές συνέπειες για τους ευρωπαίους και ειδικά για τους γερμανούς είναι σημαντικές. Αντιθέτως είναι ασήμαντες για τις ΗΠΑ.  Η πραγματικότητα είναι ότι οι Ευρωπαίοι και ιδιαίτερα οι Γερμανοί ήθελαν να αποφύγουν την επονομαζόμενη «τρίτη φάση» των κυρώσεων. Και αυτό παρά τις ισχυρές, ενίοτε και άκομψες,  παρεμβάσεις αμερικανών αξιωματούχων να προχωρήσουν σε κυρώσεις αντίστοιχες των αμερικανικών. Πρωταγωνιστικό ρόλο σε αυτές τις παρασκηνιακές πιέσεις είχε η αρμόδια για τις ευρωπαϊκές υποθέσεις στο Στέιτ Ντιπάρτμεντ Βικτόρια Νούλαντ, ενώ απαρατήρητος δεν μπορεί να περάσει ο ρόλος του Ντάνιελ Φριντ, συντονιστή για θέματα κυρώσεων στο αμερικανικό υπουργείο Εξωτερικών.

Το ουκρανικό ζήτημα, στην ουσία, αποτελεί ζήτημα αμερικανικών γεωπολιτικών συμφερόντων τα οποία έρχονται σε ευθεία αντίθεση με τα αντίστοιχα ρωσικά. Στο σημείο αυτό ανακύπτει το μεγάλο ερώτημα το οποίο δεν έχει ακόμη απαντηθεί τελεσίδικα : πως αντιμετωπίζουν οι ΗΠΑ τη Ρωσία; Ως εχθρική δύναμη; Έχουν εγκαταλείψει κάθε προσπάθεια συνεργασίας σε στρατηγικό επίπεδο;  Επιδιώκουν να πλήξουν το κύρος του προέδρου Πούτιν έτσι ώστε να επιφέρουν  αλλαγές στο πολιτικό status της χώρας που να τις ευνοούν; Σε ένα αλληλοεξαρτημένο κόσμο όμως, κάθε μια από αυτές τις επιλογές συνεπάγεται σειρά σημαντικών επιπτώσεων στο γεωπολιτικό παιχνίδι  που είναι  δύσκολο να προβλεφθούν.

Εν κατακλείδι  οι γεωπολιτικές εξελίξεις αποκαλύπτονται σήμερα ως βασικός συντελεστής των παρατηρούμενων ανακατατάξεων σε πλανητικό επίπεδο ενώ οι αντίστοιχες οικονομικές περιορίζονται σιγά- σιγά αλλά σταθερά στο ρόλο του υπηρέτη των πρώτων.

 


[1] Για μια αναλυτική παρουσίαση αυτών των γεγονότων δες: Κ. Μελάς, Παγκοσμιοποίηση, Εξάντας 1999, Κεφάλαιο 2.

[2] Για μια διερεύνηση της σχέσης μεταξύ Πολιτικής Ισχύος και Οικονομίας δες: Κ. Μελάς ,Ισχύς και Οικονομία. Κέντρο Διεθνούς Πολιτικής Θεσσαλονίκης www.cipt.gr

[3] Για τον χρησιμοποιούμενο όρο δες : R.Gilpin : The Poitical Economy of International Relations.1987.

[4] Έχει σημασία να υπογραμμισθεί ότι η εθνική ιδεολογία των σημερινών αναδεικνυόμενων κρατικών μορφωμάτων έχει εντελώς διαφορετικά χαρακτηριστικά από τους εθνικισμούς του 19ου και των αρχών του 20ου αιώνα.

[5] Σίγουρα όμως μπορούν να θεωρηθεί ότι οι ΗΠΑ αποτελούν τη μοναδική πλανητική δύναμη. Τούτο διότι είναι η μόνη χώρα που διαθέτει πυκνό και παγκόσμιο στρατηγικό-στρατιωτικό δίκτυο που τους επιτρέπει επεμβάσεις σε κάθε θέση του πλανήτη.

[6] Κ. Μελάς, Νεοσυντηρητικοί , Σχεδιάζοντας την Παγκόσμια Κυριαρχία. Αντίλογος 2007.

[7] Π. Κονδύλης , Θεωρία του Πολέμου , Θεμέλιο 1997, σελ. 365-380.

 

Facebook Comments