Πιέσεις στην Ε.Ε. να επιλύσει άμεσα τις εσωτερικές πολιτικές διαφορές της και να κάνει μεγαλύτερη προσπάθεια για να δώσει ώθηση στην οικονομία της άσκησαν οι ΗΠΑ και ο Καναδάς, ανησυχώντας ότι η Ευρώπη θα εμποδίσει την παγκόσμια ανάπτυξη, καθώς αυξάνονται οι γεωπολιτικές εντάσεις και τα ρίσκα στις χρηματοπιστωτικές αγορές.

«Αν συνεχίσουν να αναβάλλονται για πολύ οι προσπάθειες τόνωσης της ζήτησης, υπάρχει κίνδυνος να δυναμώσουν οι αντίθετοι άνεμοι», δήλωσε ο υπουργός Οικονομικών των ΗΠΑ, Jack Lew, χθες στην σύνοδο υπουργών Οικονομικών και κεντρικών τραπεζιτών της G20.

Σχολίασε ότι στις ΗΠΑ «έχουμε φιλοσοφικές διαφορές με τους φίλους μας στην Ευρώπη» και ζήτησε από τις ευρωπαϊκές χώρες να καταλήξουν σε μια συμφωνία για να τονώσουν την βραχυπρόθεσμη ζήτηση ώστε να στηριχθεί η ανάπτυξη.

Οι πιέσεις που ασκούν οι διεθνείς εταίροι στην Ε.Ε. πραγματοποιούνται την ώρα που εντός της ευρωζώνης διεξάγεται έντονη διαμάχη για το ποιοι είναι οι καλύτεροι τρόποι τόνωσης της ανάπτυξης. Η Γαλλία και η Ιταλία επιζητούν δημοσιονομική τόνωση, ενώ η Γερμανία υποστηρίζει την δημοσιονομική πειθαρχία.

Ο διοικητής της ΕΚΤ, Mario Draghi, τον περασμένο μήνα ζήτησε από τις κυβερνήσεις να ανταποδώσουν τις προσπάθειες της κεντρικής τράπεζας για την τόνωση της οικονομίας, λαμβάνοντας τα δικά τους πρόσθετα μέτρα. Ο κ. Draghi ζήτησε από τα κράτη μέλη που έχουν περιθώρια για δαπάνες, όπως η Γερμανία, να «ανοίξουν» τα δημοσιονομικά πορτοφόλια, ενώ παράλληλα κάλεσε Γαλλία και Ιταλία να αναζωογονήσουν τις οικονομίες τους με μεταρρυθμίσεις στις αγορές εργασίας.

Τα κράτη μέλη της G20, που εκπροσωπούν το 85% της παγκόσμιας οικονομίας, ανακοίνωσαν πως συμφώνησαν σε μια σειρά μέτρα διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων με τα οποία θα αυξηθεί η συνολική ανάπτυξη κατά ένα πρόσθετο 1,8% πάνω από την τροχιά που υποδεικνύουν οι σημερινές στρατηγικές στα επόμενα πέντε χρόνια. Είναι ένα μέγεθος ελάχιστα κάτω από τον στόχο του 2%, με τον οποίο οι υπουργοί ισχυρίζονται ότι θα προστεθούν περίπου 2 τρισ. δολ. στην παγκόσμια οικονομία ως το 2018. Πρόσθετα μέτρα αναμένεται να ληφθούν στην σύνοδο κορυφής της G20 τον Νοέμβριο.

Σε κάθε περίπτωση, οι οικονομολόγοι περιμένουν ότι το ΔΝΤ θα αναθεωρήσει προς το χειρότερο τις προβλέψεις του για την διεθνή ανάπτυξη, τον επόμενο μήνα. Οι φόβοι για τον κίνδυνο αποπληθωρισμού στην Ευρώπη, την αποδυνάμωση στην Κίνα και την πιθανή στασιμότητα στην προσπάθεια οικονομικής ανάκαμψης της Ιαπωνίας, ήταν τα ζητήματα που απασχόλησαν την υπουργική σύνοδο.

«Συνεχίζουν να υπάρχουν αρνητικοί κίνδυνοι στις χρηματοοικονομικές αγορές αλλά και εξαιτίας των γεωπολιτικών εντάσεων. Η παγκόσμια οικονομία εξακολουθεί να αντιμετωπίζει επίμονη αδυναμία στην ζήτηση και συγκράτηση στην προσφορά, που υπονομεύουν την ανάπτυξη», αναφέρεται στο ανακοινωθέν που εκδόθηκε χθες το βράδυ.

Οι ΗΠΑ επέκριναν επίμονα την ευρωπαϊκή αντιμετώπιση της κρίσης, τονίζοντας ότι οι χώρες με μεγάλα εμπορικά πλεονάσματα, όπως η Γερμανία, πρέπει να επενδύσουν περισσότερα και να μειώσουν τους φόρους, για να τονώσουν την ανάπτυξη. Ο Καναδάς παρενέβη στην συζήτηση, προτρέποντας την Ευρώπη να δράσει για να καταπολεμήσει την «ανούσια ανάπτυξή της».

«Χρειάζεται δυναμική δράση και πολιτική ηγεσία για να διασφαλιστεί ότι η ανάπτυξη στην ήπειρο δεν θα καθιερώσει έναν μόνιμα αδύναμο ρυθμό», σχολίασε ο Joe Oliver, υπουργός Οικονομικών του Καναδά.

Πάντως οποιαδήποτε ελπίδα για αλλαγή νοοτροπίας του Βερολίνου υπήρχε, εξανεμίστηκε πριν ακόμη αρχίσει η σύνοδος, με τον Γερμανό υπουργό Οικονομικών Wolfgang Schäuble, να εξαπολύει προειδοποιήσεις εναντίον της τροφοδότησης της ανάπτυξης με χρέη.

«Δεν υπάρχουν περιθώρια από την πλευρά της ζήτησης και από την νομισματική πολιτική για να συντηρηθεί σταθερή ανάπτυξη», δήλωσε. Η Γερμανία θεωρεί ότι οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις και όχι οι δαπάνες που δημιουργούν έλλειμμα, είναι ο καλύτερος τρόπος για να ανακάμψουν οι χρεωμένες οικονομίες της Ευρώπης.

Ο Jyrki Katainen, αντιπρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής σε οικονομικά και νομισματικά θέματα, δήλωσε ότι η βραδεία ανάπτυξη στην Ευρώπη αποτελεί γεγονός «γενικής ανησυχίας», το οποίο έχει εντοπιστεί και αντιμετωπίζεται. «Δεν διαβλέπω σοβαρό κίνδυνο αποπληθωρισμού, αλλά το αντιμετωπίζουμε», δήλωσε σε συνέντευξή του.

Η ΕΚΤ σκέφτεται αν θα ακολουθήσει τις κεντρικές τράπεζες των ΗΠΑ, της Βρετανίας και της Ιαπωνίας, στην εφαρμογή προγράμματος ποσοτικής χαλάρωσης, με αγορές ενεργητικών σε μεγάλες ποσότητες.

Ο Benoît Cœuré, μέλος του εκτελεστικού συμβουλίου της ΕΚΤ, δήλωσε στους δημοσιογράφους ότι καμία χώρα ή διεθνής οργανισμός, δεν ζήτησε από την κεντρική τράπεζα να κάνει περισσότερα, στην σύνοδο της G20. Τόνισε ότι η ΕΚΤ έχει ήδη ανακοινώσει την εφαρμογή στοχευμένων μέτρων για την τόνωση της οικονομίας, αλλά είναι έτοιμη να προχωρήσει παραπέρα, εάν αυτές οι προσπάθειες δεν αποδειχτούν αρκετές.

ΠΗΓΗ: FT.com

 

Facebook Comments