«Προτιμούμε να βλέπουμε το ποτήρι μισογεμάτο». Αυτή είναι η απάντηση που δίνουν Ευρωπαίοι αξιωματούχοι στην ερώτηση εάν η Ελλάδα θα προλάβει να υλοποίησει τα 88 προαπαιτούμενα έως την 21η Ιουνίου, ώστε το Eurogroup να εγκρίνει την ολοκλήρωση της τέταρτης αξιολόγησης και το τέλος του προγράμματος. Αυτή, όμως η αισιόδοξη εκδοχή παραβλέπει το γεγονός ότι μέχρι στιγμής η Ελλάδα έχει υλοποίησει μόλις 12 από το σύνολο των 88 προαπαιτούμενων δράσεων, αριθμός που αντιστοιχεί στο 14% του συνόλου.

Οι δυσκολίες στην υλοποίηση έχουν αναδειχθεί σε πρόσφατη τηλεδιάσκεψη του οικονομικού επιτελείου με τους θεσμούς, ωστόσο, όπως επισημαίνουν οι Ευρωπαίοι αξιωματούχοι «δεν συμφέρει καμία πλευρά η μη ολοκλήρωση του προγράμματος». Όπως εξηγούν: «οι Ευρωπαίοι θέλουν να δώσουν ένα σήμα ότι ακόμη και στην Ελλάδα πέτυχαν οι μεταρρυθμίσεις». Από την πλευρά της «η ελληνική κυβέρνηση θέλει να δείξει πως τα μνημόνια τελείωσαν και πλέον παίρνει την τύχη της χώρας στα χέρια της». Την ίδια ώρα και το ΔΝΤ θέλει να δείξει πως «δεν χάνει τον έλεγχο στην Ευρώπη και δεν αποχωρεί από προγράμματα, που αυξάνουν την επιρροή του».

Κατά συνέπεια, η λύση που αναζητείται θα πρέπει να ικανοποιεί όλες τις πλευρές. Στα Ευρωπαϊκά κράτη να δοθεί το μήνυμα ότι «βάλαμε την Ελλάδα στον ορθό δρόμο των μεταρρυθμίσεων, αλλά συνεχίζουμε να έχουμε την εποπτεία μέχρι να αποπληρωθούν τα δάνεια που της έχουμε χορηγήσει» και στην Ελλάδα η κυβέρνηση να μπορεί να «πουλήσει» προεκλογικά πως «οι Έλληνες παίρνουν τις τύχες τους στα χέρια τους». Φυσικά και «τίποτα από τα δύο δεν θα είναι 100% αλήθεια», υποστηρίζουν οι αξιωματούχοι, συμπληρώνοντας πως «η αλήθεια βρίσκεται κάπου στη μέση».

Πρακτικά, οι Ευρωπαίοι αναζητούν τον τρόπο ενισχυμένης εποπτείας για πολλά χρόνια, αφού γνωρίζουν πως η διατήρηση των πλεονασμάτων «κρέμεται κυριολεκτικά σε μία κλωστή». Εάν χαθεί το μομέντουμ των μεταρρυθμίσεων και της δημοσιονομικής ισορροπίας, «η χώρα θα βρεθεί και πάλι στη δίνη των αγορών και να κινδυνεύσει να χρειαστεί εκ νέου βοήθεια» εκτιμούν πηγές πολύ κοντά στη διαπραγμάτευση. Η σύνδεση των μεταρρυθμίσεων με τα μέτρα για το χρέος είναι η πλέον πιθανή λύση, αλλά ίσως να μην είναι η μόνη. Όπως συμπληρώνουν, το μεγάλο πρόβλημα για τη χώρα είναι ο δημόσιος τομέας. Αυτό θα είναι και το ζήτημα που θα αναδειχθεί από τη διαπραγμάτευση των επόμενων μηνών. Τα μηνύματα που δέχονται πλέον και οι θεσμοί από τους επενδυτές είναι πως «υπάρχουν ώριμα σχέδια για επενδύσεις, αλλά κανείς δεν πρόκειται να βάλει τα λεφτά του στην Ελλάδα, όσο θα φοβάται ότι θα χάσει χρόνο και χρήμα στα δίχτυα της γραφειοκρατίας και των εχθρικών προς τους επενδυτές υπηρεσιών και Νόμων».

Το στοίχημα δεν είναι εύκολο να κερδηθεί. Κυρίως, γιατί, όπως τονίζουν οι άνθρωποι που συζητούν με την ελληνική κυβέρνηση τα τελευταία χρόνια, «μπορεί να ψηφίζουν τα πάντα, αλλά αρνούνται να πλήξουν την κομματική τους πελατεία». Ωστόσο, εάν η Ελλάδα βγει από το Μνημόνιο χωρίς να έχει εξυγιάνει το «τέρας του Δημοσίου» κινδυνεύει να εγκλωβιστεί σε πολλές δεκαετίες χαμηλής ανάπτυξης, που θα οδηγήσουν με μαθηματική ακρίβεια σε νέες μνημονιακές περιπέτειες.

Facebook Comments