Ο αντιπρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, υπεύθυνος για το ευρώ, Βάλντις Ντομπρόβσκις, από τις εαρινές συναντήσεις του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου στην Ουάσιγκτον και ακριβώς τέσσερις μήνες πριν από την ολοκλήρωση του ελληνικού προγράμματος τονίζει σε συνέντευξή του στην «Κ» την καθοριστική σημασία που θα έχει η «ξεκάθαρη δέσμευση της ελληνικής πλευράς στη συνεχή εφαρμογή των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων και στην τήρηση των δημοσιονομικών στόχων μετά τη λήξη του προγράμματος».

Ο κ. Ντομπρόβσκις υπογραμμίζει ότι αυτό είναι που θα κοιτάξουν οι αγορές μόλις η Ελλάδα βγει από το πρόγραμμα. «Αν υπάρχουν συζητήσεις για πισωγυρίσματα σε διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις ή για έλλειψη δημοσιονομικής πειθαρχίας, τότε αυτό θα εξαλείψει την εμπιστοσύνη των αγορών και η χρηματοδότηση του ελληνικού χρέους θα γίνει πιο δύσκολη και πιο ακριβή» λέει χαρακτηριστικά, ενώ δηλώνει σίγουρος ότι θα υπάρξει επιτυχημένη ολοκλήρωση της αξιολόγησης και του προγράμματος.

– Πόσο κοντά βρισκόμαστε σε μια ολική συμφωνία που θα επιτρέψει την έξοδο της Ελλάδας από το πρόγραμμα;

– Το ελληνικό πρόγραμμα φτάνει στο τέλος του και αναμένεται να ολοκληρωθεί τον Αύγουστο, προετοιμαζόμαστε για την τελευταία αξιολόγηση του προγράμματος και την επιστροφή της Ελλάδας στις αγορές. Είναι πολύ σημαντικό οι αγορές να αποκτήσουν εμπιστοσύνη στην ελληνική οικονομία και στη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους και όλοι οι συμμετέχοντες πρέπει να συμπεριφερθούν υπεύθυνα. Και η ελληνική κυβέρνηση πρέπει να μείνει στον σωστό δρόμο, εφαρμόζοντας μεταρρυθμίσεις και  διατηρώντας τους δημοσιονομικούς στόχους αλλά και το ΔΝΤ όσον αφορά το μήνυμα που θα στείλει στις αγορές. Αυτό είναι ένα ευαίσθητο σημείο.

– Θεωρείτε ότι οι αγορές θέλουν τη συμμετοχή του ΔΝΤ στο ελληνικό πρόγραμμα ως επιπλέον απόδειξη ότι το ελληνικό χρέος είναι βιώσιμο;

– Δεν μπορώ να πω ακριβώς τι αναμένουν οι αγορές, αλλά λέω ότι είναι μία πολύ ευαίσθητη άσκηση. Η Ελλάδα έχει το υψηλότερο χρέος ως ποσοστό επί του ΑΕΠ στην Ε.Ε. και χρειάζεται πρώτα απ’ όλα η ελληνική κυβέρνηση να παραμένει στον «σωστό δρόμο» αλλά και ξεκάθαρα σήματα από τους εταίρους της.

– Οσον αφορά την επιτήρηση της Ελλάδας μετά την έξοδο από το πρόγραμμα, έχουμε ακούσει διαφορετικές απόψεις. Οι Γερμανοί υποστηρίζουν ότι πρέπει η επιτήρηση να είναι αυστηρή και συνδεδεμένη με τα μέτρα ελάφρυνσης του χρέους. Ποια είναι η δική σας άποψη;

– Οπως κάθε χώρα που έχει ολοκληρώσει πρόγραμμα προσαρμογής, έτσι και η Ελλάδα θα μπει σε μεταμνημονιακή επιτήρηση, λιγότερο έντονη από όταν ήταν σε πρόγραμμα. Είναι ξεκάθαρο ότι η εφαρμογή μέτρων ελάφρυνσης του χρέους θα συνεχιστεί για πολλά χρόνια μετά τη λήξη του προγράμματος. Αυτό σημαίνει ότι ένα από τα στοιχεία για να διατηρήσει αυτόν τον μηχανισμό είναι η Ελλάδα να συνεχίσει να τηρεί τους μεταμνημονιακούς δημοσιονομικούς της στόχους, διατηρώντας υψηλά επίπεδα πρωτογενών πλεονασμάτων για μεγάλα χρονικά διαστήματα. Αυτό είναι 3,5% του ΑΕΠ και θα μειωθεί σταδιακά.

– Υπάρχουν κράτη-μέλη που έχουν εκφράσει ανησυχίες ότι όταν η Ελλάδα δεν θα βρίσκεται υπό την πίεση ενός προγράμματος προσαρμογής θα μπορούσε να κάνει πισωγυρίσματα στις μεταρρυθμίσεις. Τι θα σήμαινε αυτό για την ελληνική οικονομία;

– Η Ελλάδα θα βρίσκεται υπό την κανονική ευρωπαϊκή επιτήρηση, αλλά αυτό που είναι σημαντικό για την ελληνική κυβέρνηση είναι να εξασφαλίσει την εμπιστοσύνη των αγορών. Αν υπάρχουν συζητήσεις για πισωγυρίσματα σε διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις ή για έλλειψη δημοσιονομικής πειθαρχίας, τότε αυτό θα εξαλείψει την εμπιστοσύνη των αγορών και η χρηματοδότηση του ελληνικού χρέους θα γίνει πιο δύσκολη και πιο ακριβή. Είναι σημαντικό η Ελλάδα να στείλει το μήνυμα στις αγορές ότι θα συνεχίσει την τήρηση των εφαρμοζόμενων μεταρρυθμίσεων και τους δημοσιονομικούς στόχους, έτσι ώστε να χρηματοδοτήσει το χρέος της με ευνοϊκές συνθήκες της αγοράς. Αν υπάρχουν πισωγυρίσματα, η χρηματοδότηση του χρέους της χώρας θα είναι λιγότερη ευνοϊκή και με τόσο υψηλό χρέος όπως της Ελλάδας μπορεί η κατάσταση να γίνει προβληματική.

– Το σχέδιο για ανάπτυξη της ελληνικής κυβέρνησης πόσο σημαντικό είναι για τα επόμενα χρόνια και σε ποια κατεύθυνση θα πρέπει να κινηθεί;

– Είναι σημαντικό να γίνει μέσα σε ένα παγκόσμιο πλαίσιο και να σέβεται τις δεσμεύσεις που έχουν αποφασιστεί. Η βελτίωση του επιχειρηματικού περιβάλλοντος και η προσέλκυση ιδιωτικών επενδύσεων είναι σημαντικές. Δεν μπορούμε να περιμένουμε να τονώσουμε την οικονομία με δημόσιες επενδύσεις, ειδικά τώρα που ο χώρος για κάτι τέτοιο είναι πολύ περιορισμένος. Είναι σημαντικό να προσελκύσουν ιδιωτικές επενδύσεις και αυτό μπορεί να γίνει με βελτιώσεις στο επιχειρηματικό περιβάλλον.

– Πιστεύετε ότι θα υπάρξει μια ολοκληρωτική συμφωνία για τις 21 Ιουνίου;

– Στο παρελθόν υπήρξαν σημαντικές καθυστερήσεις στο κλείσιμο των αξιολογήσεων, αλλά σε αυτή την περίπτωση το περιθώριο για καθυστερήσεις είναι πολύ περιορισμένο. Το πρόγραμμα έτσι και αλλιώς θα ολοκληρωθεί τον Αύγουστο, οπότε θα πρέπει να έχουμε τελειώσει αρκετά πιο πριν.

– Αν δεν ολοκληρωθεί η αξιολόγηση μέχρι τον Αύγουστο τι θα γίνει;

– Υπάρχει μια καθαρή δέσμευση από την ελληνική κυβέρνηση να ολοκληρώσει την αξιολόγηση και το πρόγραμμα. Είμαι σίγουρος ότι θα υπάρξει επιτυχής ολοκλήρωση της αξιολόγησης και του προγράμματος.

– Στο προηγούμενο Euroworking Group κάποιες χώρες εξέφρασαν την επιθυμία η Ελλάδα να ζητήσει την προληπτική πιστωτική γραμμή. Είναι έντονες οι πιέσεις;

– Αυτό πρέπει να το ζητήσει η ίδια η κυβέρνηση και δεν το επιθυμεί, γι’ αυτό επικεντρωνόμαστε στην επιτήρηση χωρίς την πιστωτική γραμμή. Η γραμμή αυτή δίνει περισσότερη εμπιστοσύνη στις αγορές για την ελληνική οικονομία. Αν θυμάστε, αυτό είχε συζητηθεί το 2014 με την τότε ελληνική κυβέρνηση για την ολοκλήρωση του συγκεκριμένου προγράμματος. Τώρα, όμως, η ελληνική κυβέρνηση δεν θέλει να ζητήσει τέτοια γραμμή. Αυτό κάνει ακόμα πιο σημαντική την ξεκάθαρη δέσμευση της ελληνικής πλευράς στη συνεχή εφαρμογή των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων και στην τήρηση των δημοσιονομικών στόχων μετά τη λήξη του προγράμματος.

– Τι θα κοιτάξουν οι αγορές όταν βγει η Ελλάδα από το πρόγραμμα;

– Οι αγορές θα εξετάσουν τις εξελίξεις σχετικά με την ελάφρυνση του χρέους και τα μέτρα για το χρέος που συζητούνται στην Ε.Ε., μειώνοντας την επιβάρυνση της εξυπηρέτησής του. Ηδη, σήμερα οι προϋποθέσεις είναι θετικές. Η Ελλάδα μπορεί να έχει το υψηλότερο επίπεδο χρέους στην Ε.Ε., περίπου 180% του ΑΕΠ, αλλά πληρώνει χαμηλότερα για την εξυπηρέτησή του από την Ιταλία και την Πορτογαλία, που το ύψος του χρέους τους είναι στο 130% του ΑΕΠ. Δεύτερον, οι αγορές θα κοιτάξουν τη δέσμευση της ελληνικής κυβέρνησης να ακολουθήσει τις εφαρμοζόμενες διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις και τους δημοσιονομικούς στόχους μετά τη λήξη του προγράμματος αλλά και ότι συνεχίζεται η διατήρηση του πρωτογενούς πλεονάσματος για μεγάλο χρονικό διάστημα, κάτι που θα επιτρέψει τη σταδιακή μείωση του ελληνικού χρέους. 

Facebook Comments