Χαμηλή κατανάλωση αλκοολούχων ποτών στη χώρα μας καταγράφει η Έκθεση που εξέδωσε ο Οργανισμός για την Οικονομική Συνεργασία και Ανάπτυξη για την Υγεία στην Ευρώπη. Η αναθεωρημένη, τρίτη έκδοση του ΟΟΣΑ με τίτλο «Η Υγεία με μία ματιά: Ευρώπη 2014» (Health at a Glance: Europe 2014) που συντάχθηκε σε συνεργασία με την Ευρωπαϊκη Ένωση και δημοσιεύθηκε στις αρχές Δεκεμβρίου, κατατάσσει τη χώρα μας στις τελευταίες θέσεις της σχετικής λίστας κατανάλωσης οινοπνευματωδών.  
 
Ο εγκρατής νότος και οι «πρωταθλήτριες» χώρες της Βαλτικής
 
Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της Έκθεσης, στην ευρωπαϊκή ήπειρο συντελείται η μεγαλύτερη κατανάλωση οινοπνευματωδών ποτών παγκοσμίως, η οποία όμως σημειώνει σημαντικές αποκλίσεις από χώρα σε χώρα. Έτσι, στην Ελλάδα και στις περισσότερες χώρες του ευρωπαϊκού νότου (συν τη Σουηδία) σημειώνεται η χαμηλότερη κατανάλωση καθαρού αλκοόλ το χρόνο.
 
Συγκεκριμένα, στη χώρα μας καταναλώνονται 7,9 λίτρα οινοπνευματωδών – 2,2 λίτρα λιγότερα από τον ευρωπαϊκό μέσον όρο ο οποίος ανέρχεται σε 10,1 κατά κεφαλήν. Η επίδοση αυτή μας φέρνει στην τέταρτη χαμηλότερη θέση της Ευρώπης των 28, πίσω από τις Ιταλία, Σουηδία και Μάλτα. «Πρωταθλήτριες» στην κατανάλωση αλκοόλ, από την άλλη, αναδεικνύονται η Εσθονία και η Λιθουανία, οι πολίτες των οποίων καταναλώνουν κατά κεφαλήν 12,3 και 12,7 λίτρα αντιστοίχως. Η έρευνα καταλήγει ότι στις παραδοσιακές οινοπαραγωγικές χώρες του νότου (Ιταλία, Γαλλία, κλπ.) παρατηρείται σημαντική πτωτική τάση στην κατανάλωση αλκοολούχων από τη δεκαετία του ’80 και εξής.
 
Το γενικό συμπέρασμα της Έκθεσης
 
Η Έκθεση του ΟΟΣΑ και της Ευρωπαϊκής Ένωσης καταδεικνύει ότι έχει επιτευχθεί σημαντική πρόοδος στην προαγωγή της δημόσιας υγείας στην Ευρώπη. Αναφορικά με την ποιότητα της υγείας των Ευρωπαίων πολιτών και της περίθαλψής τους, ωστόσο, ισχύει ό,τι και στην περίπτωση της κατανάλωσης αλκοόλ: τόσο μεταξύ των κρατών-μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όσο και στο εσωτερικό κάθε μίας χώρας, απαντούν μεγάλες αποκλίσεις και ανισότητες.
 
Το γενικό συμπέρασμα που προκύπτει δε είναι πως οι πλουσιότερες χώρες παρουσιάζουν θετικότερα στοιχεία σε σχέση με τις λιγότερο προνομιούχες, ενώ Ευρωπαίοι πολίτες με υψηλά εισοδήματα και επίπεδο μόρφωσης παρουσιάζουν καλύτερους δείκτες υγείας και προσδόκιμο ζωής. Το τελευταίο στην περίπτωση της χώρας μας ανέρχεται σε 80.7 έτη (78 για τους άνδρες και 83,4 για τις γυναίκες), 18 μήνες περισσότερο από το μέσον όρο στην ΕΕ, αριθμός που μας εξασφαλίζει την 13η θέση της κατάταξης επί του συνόλου των εταίρων μας.

Facebook Comments