Οι μεταρρυθμίσεις που έχουν συντελεστεί στην οικονομική διακυβέρνηση της ευρωζώνης μετά την κρίση έχουν αλλάξει άρδην το ευρωπαϊκό δημοσιονομικό κανονιστικό πλαίσιο αλλά και τα περιθώρια ευελιξίας των εθνικών κυβερνήσεων. Η Ελλάδα έχει κυρώσει το σύνολο μεταρρυθμίσεων με πλήθος νομοθετικών διατάξεων. Ως εκ τούτου, δεσμεύεται, όπως και όλα τα υπόλοιπα κράτη μέλη της ευρωζώνης, σε ένα αυστηρό πλαίσιο πολυμερούς εποπτείας και δημοσιονομικής πειθαρχίας.

Το τέλος των προγραμμάτων δεν θα επιφέρει ουσιαστικές αλλαγές στη μακροοικονομική δημοσιονομική διακυβέρνηση, καθώς η Ελλάδα θα πρέπει να τηρεί μια σειρά κανόνων. Μεταξύ άλλων, η Ελλάδα έχει κυρώσει με τον νόμο 4063/2012 τη Συνθήκη για τη  Σταθερότητα, το Συντονισμό και τη Διακυβέρνηση στην ΟΝΕ, της οποίας μέρος είναι το Δημοσιονομικό Σύμφωνο, που προβλέπει την κατάρτιση ισοσκελισμένων ή και πλεονασματικών προϋπολογισμών, καθώς επίσης τον «δημοσιονομικό κόφτη» (αυτόματος μηχανισμός για τη θέσπιση διορθωτικών μέτρων), ο οποίος έχει ενσωματωθεί με τους νόμους 4270/2014, 4334/2015 και τον 4389/2016. Επιπροσθέτως, η δεσμευτικότητα των ΜΠΔΣ προβλέπεται στην οδηγία 2011/85, που έχει κυρωθεί με το νόμο 4270/2014, οριοθετεί το πλαίσιο της μεσοπρόθεσμης δημοσιονομικής πολιτικής. 

Εκτός από αυτά το νέο πλαίσιο της πολυμερούς εποπτείας, μέρος του οποίου είναι το Ευρωπαϊκό Εξάμηνο προβλέπει την κατάρτιση εκθέσεων με τις ονομασίες «Εθνικό Πρόγραμμα Μεταρρυθμίσεων» και «Πρόγραμμα Σταθερότητας» οι οποίες αξιολογούνται από την Επιτροπή. Ακόμη, ο μηχανισμός επαγρύπνησης, που συνδέεται με τη διαδικασία των μακροοικονομικών ανισορροπιών και εντάσσεται στο προληπτικό σκέλος του αναθεωρημένου Συμφώνου Σταθερότητας και Συνεργασίας, αποτελεί μια διαρκή αξιολόγηση της πορείας της ελληνικής οικονομίας από την Επιτροπή.

Επίσης,  όπως διατυπώθηκε στο Σύμφωνο για το Ευρώ+, κύριοι στόχοι της ΕΕ είναι η προώθηση της ανταγωνιστικότητας και της απασχόλησης, η περαιτέρω συμβολή στη διατηρησιμότητα των δημόσιων οικονομικών και η ενίσχυση της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας. Δηλαδή, εάν στους νέους δημοσιονομικούς κανόνες προστεθούν και τα νέα πλαίσια διακυβέρνησης στον χρηματοπιστωτικό και τραπεζικό τομέα, τότε γίνεται κατανοητό ότι το πλαίσιο της πολυμερούς εποπτείας δεν επιτρέπει περιθώρια δημοσιονομικής χαλάρωσης.

Τέλος, σημειώνεται ότι η λήξη του προγράμματος θα ενεργοποιήσει διαδικασίες δημοσιονομικής εποπτείας από τις οποίες είχε εξαιρεθεί η Ελλάδα, όπως η κατάθεση του ετήσιου σχεδίου δημοσιονομικού προγράμματος, που προβλέπεται στο άρθρο 6 του κανονισμού 473/2013, αλλά και η υποβολή εκθέσεων για την έκδοση χρεογράφων,  που προβλέπεται στο άρθρο 8 του ίδιου κανονισμού, ενώ το άρθρο 14 του κανονισμού 472/2013 προβλέπει ότι  τα κράτη μέλη παραμένουν υπό εποπτεία μετά το πρόγραμμα, εφόσον δεν έχει εξοφληθεί τουλάχιστον το 75 % της χρηματοδοτικής συνδρομής.

Συμπερασματικά, το νέο πλαίσιο της δημοσιονομικής πειθαρχίας και της πολυμερούς εποπτείας της ευρωζώνης προβλέπει καινοτόμες διαδικασίες με προληπτικό και διορθωτικό σκέλος, αυστηρές κυρώσεις και αιρεσιμότητες. Αυτές οι διαδικασίες στο σύνολό τους εμπεριέχουν τις έννοιες της αξιολόγησης, του οικονομικού διαλόγου, της διαπραγμάτευσης, της τεκμηρίωσης και της συναπόφασης με τα όργανα της ΕΕ και κυρίως την Επιτροπή. Ως αποτέλεσμα των ανωτέρω, τελικά το ουσιαστικό μέρος της εθνικής μακροοικονομικής-δημοσιονομικής πολιτικής, μετά το τέλος των προγραμμάτων, δεν θα διαφοροποιείται αρκετά σε σχέση με το ήδη υφιστάμενο καθεστώς.

Σε συνεργασία με τον Μάριο Ψυχάλη Υπ. Διδάκτωρ Πανεπιστημίου Πελοποννήσου

Facebook Comments