Δεν έχει περάσει ούτε ένας μήνας από την απόφαση της ΕΚΤ να προχωρήσει σε αγορές κρατικών ομολόγων (QE) σε μια προσπάθεια να αποτρέψει τις αποπληθωριστικές πιέσεις στην Ευρωζώνη αλλά και να βοηθήσει στην ανάπτυξη της οικονομίας, η οποία βρίσκεται σε μηδενικά επίπεδα, ενώ κάποιες χώρες βρίσκονται σε ύφεση.

Μέχρι στιγμής οι περισσότερες αναλύσεις καταπιάνονται με τον αν το ευρωπαϊκό QE θα είναι αποτελεσματικό ή όχι. Αποτελεσματικό για ποιους όμως; Στην πραγματικότητα αυτό που πρέπει να μας ενδιαφέρει είναι αν η ενέργεια αυτή θα έχει θετικές επιπτώσεις στην οικονομία της Ευρωζώνης και κατ’ επέκταση στον Ευρωπαίο πολίτη.

Η ενέργεια της ΕΚΤ δεν αποτελεί κάτι διαφορετικό από αυτό που ξεκίνησε πρώτη η Αμερική και που στη συνέχεια ακολούθησαν η βρετανική ΒΟΕ και η ιαπωνική BoJ. Τα πράγματα ήταν ξεκάθαρα από την αρχή και ο κύκλος της νομισματικής χαλάρωσης απλά επαναλαμβάνεται. Ο Einstein έλεγε ότι, δε μπορείς να επαναλαμβάνεις το ίδιο πράγμα και να προσδοκάς διαφορετικό αποτέλεσμα. Με τον ίδιο τρόπο, δε μπορείς να εφαρμόζεις την ιδια νομισματική πολιτική με τη Fed και τη BoJ και να προσδοκάς διαφορετικό αποτέλεσμα.

Οι κεντρικές τράπεζες δεν έχουν το ρόλο της παροχής κεφαλαίων προς την πραγματική οικονομία και τους πολίτες, αλλά ο σκοπός τους είναι να παρέχουν κεφάλαια στις εμπορικές τράπεζες και αυτές με τη σειρά τους στην πραγματική οικονομία. Ο τελευταίος κρίκος της αλυσίδας όμως, έχει σπάσει εξαιτίας του γεγονότος ότι οι τράπεζες αρνούνται να διοχετεύσουν τα κεφάλαια προς την πραγματική οικονομία.

Το αποτέλεσμα του ευρωπαϊκού QE δε μπορεί να είναι διαφορετικό από την άνοδο των μετοχών και των τιμών των ομολόγων. Για μια ακόμα φορά, τα κεφάλαια θα διοχετευθούν στη χρηματιστηριακή οικονομία η οποία ναι μεν θα παρασύρει και την πραγματική οικονομία, αλλά στην περίπτωση της προβληματικής (δομικά και δημοσιονομικά) Ευρωζώνης ο αντίκτυπος θα είναι μικρότερος.

Δυστυχώς, η πραγματική οικονομία για να αποκτήσει δυναμική θα πρέπει να δεχθεί πραγματικό χρήμα. Η «ανακύκλωση» του χρήματος εντός της οικονομίας είναι αυτή που προκαλεί τις πολλαπλασσιαστικές του ιδιότητες και οδηγεί σε σταθερή και αυτοτροφοδοτούμενη ανάπτυξη με αύξηση του ΑΕΠ και δημιουργία νέων θέσεων εργασίας.

Που οδηγεί η πολιτική της νομισματικής χαλάρωσης;

Στην Ευρωζώνη, μπορεί η ΕΚΤ να βρίσκεται στο επίκεντρο, αλλά υπάρχουν και οι κεντρικές τράπεζες των χωρών οι οποίες δεν έχουν υιοθετήσει το κοινό νόμισμα και αποφασίζουν ανεξάρτητα. Στην πραγματικότητα, οι αποφάσεις της ΕΚΤ επηρεάζουν σχεδόν καθολικά τις αποφάσεις στις υπόλοιπες χώρες της Ευρωζώνης. Αυτό είναι λογικό καθώς οι οικονομικοί και εμπορικοί δεσμοί είναι πολύ στενοί μεταξύ όλων των χωρών της Ευρωζώνης.

Η απόφαση-σταθμός της ΕΚΤ δεν ήταν μόνο το QE αλλά και η ενέργεια για αρνητικά επιτόκια. Πολύ σύντομα και οι άλλες κεντρικές τράπεζες της Ευρωζώνης οδήγησαν και τα δικά τους επιτόκια σε αρνητικά επίπεδα (Ελβετία, Δανία), ενώ το μακροοικονομικό περιβάλλον του αποπληθωρισμού θα οδηγήσει σταδιακά σε μακροπρόθεσμα χαμηλά επιτόκια για το σύνολο της Ευρωζώνης.

Ήδη οι συνέπειες αυτής της πολιτικής έχουν γίνει ορατές στα επιτόκια των καταθέσεων τα οποία πλέον δεν είναι μεγαλύτερα από 1,5% στην Ελλάδα ακόμα και για πολύ μεγάλα ποσά, ενώ στις άλλες χώρες τις Ευρώπης, τα υψηλά επιτόκια δεν ήταν ποτέ το μεγάλο τους ατού.

Αυτό σημαίνει με πολύ απλά λόγια ότι οι καταθέτες θα πρέπει να ξεχάσουν τις αποδόσεις που απολάμβαναν τα προηγούμενα χρόνια για τις καταθέσεις τους και να προσαρμοστούν σε μια νέα μακρά περίοδο χαμηλών επιτοκίων. Το δυστύχημα είναι ότι  για πολλές χώρες της Ευρωζώνης, τα χαμηλά επιτόκια δε συνεπάγονται και την ανάληψη χαμηλού κινδύνου από τους καταθέτες. Και αυτό είναι η ξεκάθαρη πραγματικότητα καθώς δεν υπάρχει αμφιβολία για την «ποιότητα» του τραπεζικού συστήματος στις περισσότερες χώρες.

Αυτές οι χαμηλές αποδόσεις αργά ή γρήγορα θα οδηγήσουν τους καταθέτες στην ενεργοποίηση των κεφαλαίων τους και θα τους αναγκάσουν να λάβουν αποφάσεις σχετικά με την αξιοποίησή τους. Έτσι ένα μεγάλο μέρος αυτών θα κατευθυνθεί στο real estate και σε επιχειρηματικά σχέδια, άσχετα με την αποτελεσματικότητά τους. Με κάθε τρόπο θα προσπαθήσουν να απασχοληθούν στην πραγματική οικονομία.

Αν το σενάριο αυτό πραγματοποιηθεί, ο Ευρωπαίος πολίτης θα είναι αυτός που θα κληθεί να βοηθήσει στην ανάπτυξη της ευρωπαϊκής οικονομίας με τα δικά του κεφάλαια.

Το μέλλον των επενδύσεων

Η κατάσταση αυτή αλλάζει άρδην και το τοπίο στο χώρο των επενδύσεων. Η λογική της επένδυσης χαμηλού ρίσκου εχει ήδη αναπροσαρμοστεί δραματικά καθώς εκ των πραγμάτων το ρίσκο έχει αυξηθεί λόγω όλων των προαναφερθέντων, με αποτέλεσμα σε πολλές περιπτώσεις το αναλαμβανόμενο ρίσκο για μια επένδυση να είναι στην πραγματικότητα μεγαλύτερο από την ίδια την απόδοση της επένδυσης.

Κάθε επενδυτής οφείλει να αναπροσαρμόσει την επενδυτική του νοοτροπία και να την οριοθετήσει εκ νέου, λαμβάνοντας υπόψη του όλα τα νέα δεδομένα. Σε αυτή την προσπάθεια, οι επαγγελματίες αποτελούν απαραίτητο σύμβουλο ενώ νέες επενδυτικές υπηρεσίες αλλάζουν πράγματι τα δεδομένα στο χώρο των επενδύσεων.

Facebook Comments