Η απώλεια του QE, έστω και αν ήταν αναμενόμενη, ωστόσο στέλνει στην ελληνική κυβέρνηση ένα ηχηρό σήμα από την ΕΚΤ ότι η επιλογή της ενισχυμένης εποπτείας και το γεγονός η βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους διασφαλίζεται μεσοπρόθεσμα με αστερίσκους και σίγουρα όχι μακροπρόθεσμα, κοστίζει. Κατ αρχήν έτσι και αλλιώς κοστίζει καθώς το cash buffer τοκίζεται αυξάνοντας έτσι το χρέος, είτε χρησιμοποιηθεί είτε όχι. Παράλληλα, καταργεί την πρόσβαση των ελληνικών τραπεζών σε φθηνό δανεισμό. Αυτό το γνώριζε η κυβέρνηση, η οποία επέλεξε για δικούς της πολιτικούς λόγους να μην αιτηθεί μιας προληπτικής γραμμής (η οποία εξυπηρετεί αυτό ακριβώς που εξυπηρετεί το cash buffer μόνο που δεν έχει κόστος παρά μόνον εάν χρησιμοποιηθεί), η οποία θα διασφάλιζε σημαντικά προνόμια για την ελληνική οικονομία.

Μπορεί το QE να μειώνεται τον Σεπτέμβριο και να τελειώνει στο τέλος του έτους, αλλά μέσα σε αυτό το τετράμηνο η ελληνική οικονομία θα μπορούσε να ευνοηθεί από την τόνωση της ρευστότητας την οποία θα προσέφερε η ένταξη στο πρόγραμμα αυτό της ΕΚΤ, το οποίο και έχει βοηθήσει σημαντικά τις υπόλοιπες οικονομίες της ευρωπεριφέρειας. Όπως τόνισε και η Credit Suisse, η επιλογή της ενισχυμένης εποπτείας έχει κάποια βασικά μειονεκτήματα, με ένα από αυτά να είναι η απώλεια του waiver, το οποίο εάν διατηρούνταν θα έδινε μια επιπλέον ρευστότητα στις ελληνικές τράπεζες. Πιο αναλυτικά, χάνουμε : την ενίσχυση της εμπιστοσύνης από την αγορά προς την Ελλάδα , τις ροές του QE στο υπόλοιπο του 2018 δηλαδή πρόσθετη ρευστότητα, την αποκλιμάκωση των αποδόσεων των ελληνικών ομολόγων η οποία θα έκανε εύκολη την νέα έξοδο στις αγορές, αλλά και – το πιο σημαντικό – την πιθανότητα επανεπένδυσης των ελληνικών ομολόγων τα επόμενα χρόνια.

Τα ελληνικά ομόλογα δεν είναι αποδεκτά από την ΕΚΤ καθώς αξιολογούνται από τους οίκους κάτω από την κατηγορία του επενδυτικού βαθμού. Χάρη στο waiver, δηλαδή τη διατήρηση της κατ’ εξαίρεση αποδοχής των ελληνικών ομολόγων ως ενέχυρο για την παροχή ρευστότητας από την ΕΚΤ , οι ελληνικές τράπεζες έχουν πρόσβαση στον φθηνό δανεισμό της κεντρικής τράπεζας και μέχρι τώρα απολάμβαναν το προνόμιο αυτό επειδή η Ελλάδα παρέμενε σε πρόγραμμα. Στις 20 Αυγούστου, μαζί με το πρόγραμμα διάσωσης, τελειώνει και το waiver.

Η μεγάλη ωστόσο ήττα τις ελληνικής κυβέρνησης αυτή τη στιγμή είναι ότι μόλις τρεις εβδομάδες πριν την έξοδο από το μνημόνιο, η Φρανκφούρτη επέλεξε να μην κάνει καμία εξαίρεση στους κανόνες της (όπως δεν έκανε και στην περίπτωση της Κύπρου) και να την αφήσει μόνη της… ξυπόλητη στις αγορές, με την αξιολόγησή της μακριά από την κατηγορία που οι επενδυτές θα την θεωρούσαν ασφαλής ως επένδυση. Αυτό επιβαρύνει ακόμη περισσότερο τα σχέδια της ελληνικής κυβέρνησης για την έκδοση ενός νέου ομολόγου. Σύμφωνα με τους αναλυτές, οποιοδήποτε νέο ελληνικό ομόλογο αυτή τη στιγμή θα είχε μια πολύ περιορισμένη και κερδοσκοπική επενδυτική βάση, καθώς αφού η ΕΚΤ δεν θέλει να το αγοράσει, γιατί λοιπόν να το κάνει κάποιος μακροπρόθεσμος επενδυτής…

Άλλωστε τα spreads των ελληνικών ομολόγων αποδεικνύουν ότι οι ελληνικοί κρατικοί τίτλοι ενέχουν ρίσκο για τους επενδυτές, ακόμη και αν η Ελλάδα βρίσκεται μία ανάσα πριν από την έξοδο από το πρόγραμμα, και μάλιστα μεγαλύτερο από ό,τι ενείχαν πριν καν μπει η χώρα σε προγράμματα. Ενδεικτικά να αναφέρουμε ότι το spread στο 10ετές διαμορφώνεται στις 360 μονάδες βάσης και στο 7ετές στις 343 μ.β. Κατά τις εξόδους που πραγματοποίησε η Ελλάδα στις αγορές στις αρχές του 2010, με 10ετές ομόλογο τον Ιανουάριο και με 7ετές τον Μάρτιο, όταν δεν υπήρχε ακόμη μνημόνιο, τα spreads ήταν χαμηλότερα, στις 310 μ.β και στις 324 μ.β αντίστοιχα. Αυτό επιβεβαιώνει το ότι οι αγορές δεν είναι έτοιμες να «αγκαλιάσουν»« την Ελλάδα και τα κερδοσκοπικά funds είναι τα μόνα… διαθέσιμα τα οποία θα πουλήσουν τους ελληνικούς τίτλους με οποιαδήποτε αφορμή.

«Χωρίς το waiver, αμφιβάλλω ότι οι επενδυτές θα συρρέουν για να αγοράσουν ελληνικά ομόλογα, ακόμη και με την ύπαρξη του cash buffer», σημειώνει χαρακτηριστικά ο Τζιανλούκα Ζίγκλιο, επικεφαλής στρατηγικός αναλυτής της αγοράς σταθερού εισοδήματος στην Continuum Economics. Επίσης, το γεγονός ότι το ΔΝΤ διατηρεί επιφυλάξεις για τη μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους σίγουρα αυτό δεν συμβάλλει στην προσέλκυση επενδυτών στα ελληνικά ομόλογα, ειδικά τους μακροπρόθεσμους τίτλους.

Η απώλεια λοιπόν του QE σε μία τόσο κρίσιμη στιγμή για την Ελλάδα σίγουρα δεν συνθέτει την εικόνα μίας χώρας η οποία αφήνει πίσω της τα χειρότερα και μπαίνει σε μία νέα εποχή. Το αφήγημα του Αλέξη Τσίπρα για επιστροφή στην κανονικότητα απλά… παραπαίει…

Facebook Comments