Για μια μείωση της επιβάρυνσης από τον ΕΝΦΙΑ η οποία δεν θα ξεπερνά τα 70 ευρώ σε ετήσια βάση αλλά και για μια αύξηση του «καθαρού μισθού», η οποία θα κυμαίνεται από 6,7 έως 14,3 ευρώ τον μήνα επαρκούν οι διαθέσιμοι πόροι για το περίφημο «πακέτο φορολογικών ελαφρύνσεων» που θέλει να ενεργοποιήσει η κυβέρνηση για το 2019.

Ακόμη και αν συμφωνηθεί με τους θεσμούς η προοπτική παραγωγής υπερπλεονάσματος τουλάχιστον 800-900 εκατ. ευρώ κατά την εκτέλεση του προϋπολογισμού της επόμενης χρονιάς –αυτή είναι και η απαραίτητη προϋπόθεση για να προχωρήσει το «πακέτο» της επόμενης χρονιάς– το οικονομικό επιτελείο θα έρθει αντιμέτωπο με την πλήρη αλλαγή που επέφερε η πολυετής κρίση στην εισοδηματική και περιουσιακή πυραμίδα, καθιστώντας πολύ «ακριβή» την όποια ουσιαστική φορολογική ελάφρυνση.

Δύο μέτρα

Μόνο για τη μείωση του βασικού συντελεστή της φορολογικής κλίμακας από το 22% που είναι σήμερα στο 21%, απαιτούνται τουλάχιστον 430-450 εκατ. ευρώ, ενώ μια ελάφρυνση της τάξεως των 70 ευρώ στον ΕΝΦΙΑ απαιτεί επιπλέον 200-220 εκατ. ευρώ. Ετσι, ουσιαστικά με αυτά τα δύο μέτρα εξαντλούνται τα δημοσιονομικά περιθώρια, δεδομένου ότι η κυβέρνηση θέλει στο «πακέτο» να χωρέσουν και οι μειώσεις των ασφαλιστικών εισφορών για τους ελεύθερους επαγγελματίες και τους επιτηδευματίες αλλά και η χορήγηση ενός επιδόματος στέγασης. Το τελευταίο έχει εξαγγελθεί, αλλά η καταβολή του είναι άμεσα συνδεδεμένη με το θέμα της μείωσης των συντάξεων.

Αν δεν προχωρήσει η μείωση των συντάξεων, δεν θα υπάρξει ο δημοσιονομικός χώρος ούτε για το επίδομα στέγασης ούτε για τα υπόλοιπα «αντίμετρα» που έχουν σχεδιαστεί για το 2019 (σ.σ. μείωση συμμετοχής των συνταξιούχων στη φαρμακευτική δαπάνη, επέκταση του προγράμματος σχολικών γευμάτων, δημιουργία περισσότερων θέσεων σε παιδικούς σταθμούς, αύξηση δημοσίων επενδύσεων κλπ.).

Το πακέτο των φορολογικών ελαφρύνσεων που έχει εξαγγείλει ο πρωθυπουργός, θα υλοποιηθεί εφόσον εκπληρωθούν οι ακόλουθες δύο προϋποθέσεις:

1. Θα συμφωνηθεί ότι το πρωτογενές πλεόνασμα του 2019 θα φτάσει τουλάχιστον στο 4% του ΑΕΠ, δηλαδή μισή ποσοστιαία μονάδα υψηλότερα από τον συμφωνηθέντα στόχο.

2. Οι θεσμοί θα πειστούν ότι αυτός ο πρόσθετος δημοσιονομικός χώρος θα είναι «μόνιμου χαρακτήρα», δηλαδή θα υπάρχει και το 2020 αλλά και τα επόμενα έτη. Και αυτό διότι οι σχεδιαζόμενες φορολογικές ελαφρύνσεις δεν θα έχουν εφάπαξ χαρακτήρα όπως το όποιο κοινωνικό μέρισμα αποφασιστεί να διανεμηθεί μέσα στο 2018, ως αποτέλεσμα του πιθανού «υπερπλεονάσματος» της φετινής χρονιάς (σ.σ εκτιμάται ότι θα υπάρξει και θα κινηθεί από τα 500 έως τα 900 εκατ. ευρώ).

Ο σχεδιασμός της κυβέρνησης για το τι θα συμπεριληφθεί σε αυτό το πακέτο δεν έχει ολοκληρωθεί, καθώς κοστολογούνται παρεμβάσεις και στο σκέλος της μείωσης των φόρων, και στο σκέλος της μείωσης των ασφαλιστικών εισφορών ή της καταβολής κοινωνικών επιδομάτων. Ενα από τα βασικά σενάρια αφορά στη μείωση του κατώτατου συντελεστή της κλίμακας από το επίπεδο του 22% που είναι σήμερα, ένα μέτρο το οποίο ευνοεί όλους τους μισθωτούς και τους συνταξιούχους με μηνιαίο εισόδημα άνω των 770 ευρώ μεικτά (ή περίπου 650 ευρώ καθαρά). Οι τουλάχιστον δύο εκατομμύρια μισθωτοί και συνταξιούχοι με αποδοχές χαμηλότερες των 650 ευρώ δεν θα έχουν κανένα όφελος, καθώς ούτως ή άλλως δεν πληρώνουν φόρο. Το κέρδος από τη μείωση του κατώτερου συντελεστή ανά μονάδα (δηλαδή από το 22% στο 21%) αποτυπώνεται στα ακόλουθα:

Παραδείγματα

1. Μισθωτός των 800 ευρώ μεικτά (σ.σ. σήμερα εισπράττει 660 ευρώ καθαρά μετά την αφαίρεση των ασφαλιστικών εισφορών αλλά και του φόρου που αναλογεί) θα έχει μηνιαίο όφελος 6,7 ευρώ με τις καθαρές αποδοχές να διαμορφώνονται στα 666,6 ευρώ.

2. Μισθωτός των 1.000 ευρώ μεικτά και καθαρές αποδοχές 790,9 ευρώ σήμερα, θα κερδίσει 8,4 ευρώ ανά μήνα και έναν καθαρό μισθό των 799,3 ευρώ.

3. Στα 1.200 ευρώ μεικτά, το όφελος φτάνει στα 10,1 ευρώ, στα 1.400 ευρώ μεικτά στα 11,7 ευρώ, ενώ το μέγιστο όφελος είναι τα 14,3 ευρώ και αφορά μικρό αριθμό μισθωτών που εξακολουθούν να εισπράττουν πάνω από 1.800 ευρώ μεικτά.

Στα σενάρια που επεξεργάζεται το υπουργείο Οικονομικών περιλαμβάνεται και η μείωση του ΕΝΦΙΑ. Στα συρτάρια υπάρχει το σχέδιο της μείωσης του φόρου κατά 30% με πλαφόν όμως στη μείωση του βεβαιωθέντος φόρου στα 70 ευρώ. Το μέτρο έχει το πλεονέκτημα ότι αφορά σχεδόν το σύνολο των ιδιοκτητών που βαρύνονται με ΕΝΦΙΑ. Από την άλλη, οι μικροϊδιοκτήτες θα έχουν ένα μικρό καθαρό όφελος της τάξεως των 20-40 ευρώ, ενώ το δημοσιονομικό κόστος υπολογίζεται σε τουλάχιστον 200 εκατ. ευρώ.

Facebook Comments