Η ελληνική κυβέρνηση κινείται με βήμα ταχύ προς τον καλλωπισμό του κλίματος γύρω από την αυτήν, ενεργοποιώντας έτσι όλα της τα «χαρτιά» προς έναν όσο πιο ομαλό γίνεται δρόμο προς τις κάλπες. Ψήφος εμπιστοσύνης, συμφωνία Πρεσπών, αύξηση του κατώτατου μισθού, αντικατάσταση του νόμου Κατσέλη για τα κόκκινα δάνεια, ασταμάτητη παροχολογία και το κερασάκι της νέας εξόδου στις αγορές, βοηθούν στο σκηνικό αυτό, φτιάχνοντας έναν… αβανταδόρικο φόντο. Με όποιο το κόστος για την οικονομία και τα δημοσιονομικά. Αυτό άλλωστε θα φανεί… αργότερα.

Αυτό φάνηκε και στην νέα έκδοση του 5ετούς ομολόγου, για την οποία είχαμε εγκαίρως γράψει στο marketnews. Αυτή η πολύ καλά ενορχηστρωμένη και «εξασφαλισμένη» έξοδος στις αγορές, δεν είχε κανένα περιθώριο – αλλά και καμία πιθανότητα επίσης,  να αποτύχει. Ο λόγος είναι το ότι το οικονομικό επιτελείο «εξασφάλισε» τη συμμετοχή μεγάλων ονομάτων fund managers οι οποίο έχουν μακροπρόθεσμο επενδυτικό «χαρακτήρα», έναντι τις κερδοσκοπικής νοοτροπίας των hedge funds, αποφασίζοντας να πληρώσει ένα πολύ ακριβό επιτόκιο. Αλλιώς δεν θα υπήρχε ζήτηση, τουλάχιστον από «καλής ποιότητας» επενδυτές. Τα hedge funds, όπως συνέβη και με την προηγούμενη έξοδος στις αγορές πριν ακριβώς ένα  χρόνο και με την έκδοση του 7ετούς ομολόγου, τείνουν να ξεφορτώνονται ότι ενέχει ρίσκο με το πρώτο «άρωμα» αναταραχής. Οι μακροπρόθεσμοι επενδυτές ακολουθούν άλλη στρατηγική. Η προσέλκυσή τους είχε ξεκινήσει από το φθινόπωρο, με τις επαφές που είχε ο Αλέξης Τσίπρας με αρκετούς Αμερικανούς τραπεζίτες στη Νέα Υόρκη, και με τον Jamie Dimon ειδικότερα, Πρόεδρο και Διευθύνοντα Σύμβουλο  της JP Morgan, η οποία και αποτέλεσε έναν από τους έξι μεγάλους αναδόχους της έκδοσης, Σημαντικό ρόλο έπαιξε και ο Στέλιος Παπαδόπουλος, ο πρώην επικεφαλής του ΟΔΔΗΧ ο οποίος εδώ και ένα χρόνο είναι υψηλό στέλεχος της JP Morgan.

Έτσι, το οικονομικό επιτελείο έκρινε πως θα ήταν σοφότερο για να εξυπηρετηθούν οι στόχοι του – απαντώντας και σε όποιο έλεγε ότι η Ελλάδα πρέπει επιτέλους να δείξει ότι μπορεί να έχει πρόσβαση στις αγορές – να πληρώσει στους επενδυτές ένα κόστος δανεισμού πολλές φορές υψηλότερο από αυτό που πληρώνουν άλλες χώρες της περιφέρειας.

Έτσι, η  Ελλάδα πλήρωσε για να δανειστεί την 5ετία οκτώ φορές υψηλότερα  από ότι η Πορτογαλίας, όπου η απόδοση του 5ετούς διαμορφώνεται στο 0,47%, δεκαέξι φορές υψηλότερα από την Ισπανία (0,23%) και υπερδιπλάσια από την Ιταλία (1,55%).

Και όσο για τους πανηγυρισμούς περί πολύ καλύτερης απόδοσης από το ομόλογο Σαμαρά, το 5ετές που εκδόθηκε τον Απρίλιο του 2014 με απόδοση 4,95%, η απάντηση που γνωρίζουν αλλά ξεχνούν να δώσουν στον κόσμο οι κύριοι της κυβέρνησης είναι πως οι αποδόσεις σε όλα τα ομόλογα της ευρωζώνης ήταν πολύ υψηλότερες το 2014 από τα σημερινά επίπεδα αφού δεν είχε έλθει ακόμη το QE. Η Πορτογαλία τότε δανειζόταν στην 5ετία με επιτόκιο 2,9%, άρα το spread μας ήταν στις 200 μονάδες βάσης περίπου. Σήμερα η Πορτογαλία δανείζεται 0,47% και εμείς με 3,6%, οπότε το spread είναι στις 310 μ.β. Οπότε η πραγματική σύγκριση δεν συμφέρει την κυβέρνηση. Γιατί αποκαλύπτει και το κόστος της επιλογής της «καθαρής εξόδου», η οποία έθεσε την Ελλάδα εκτός QE. Ακόμα και το καλοκαίρι του 2017 που η ίδια η κυβέρνηση Τσίπρα έκδωσε πάλι 5ετές ομόλογο πληρώνοντας επιτόκιο 4,625% , η Πορτογαλία δανειζόταν με 1,19% στην 5ετία και το spread ήταν στις 340 μ.β. κοντά στο σημερινό. Και είμασταν εντός μνημονίου!

Η αδυναμία της Ελλάδας να δανειστεί με λογικούς όρους και να αποτελέσει έναν «κανονικό» εκδότη δείχνει πως ο δρόμος που οδηγεί στην κανονικότητα παραμένει μακρύς και δύσκολος. Όπως προειδοποίησε και η Moody’s, το κόστος του 5ετούς ομολόγου είναι πολύ υψηλότερο από αυτό που καταβάλλει η Ελλάδα στα δάνεια που χορήγησαν το EFSF και ο ESM. Αν και η έκδοση, όπως τόνισε, αποτελεί σημαντικό βήμα στην αποκατάσταση της πρόσβασής της στις αγορές, η Ελλάδα εξακολουθεί να αντιμετωπίζει σημαντικές προκλήσεις, συμπεριλαμβανομένων των μέτριων προοπτικών ανάπτυξης και του αδύναμου τραπεζικού κλάδου λόγω των υψηλών επίπεδων των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων.

Αυτή η έξοδος λοιπόν έδειξε πως η Ελλάδα συνεχίζει να δανείζεται με ακριβούς όρους και μικρά μόνο ποσά, μη μπορώντας να εκδώσει ομόλογο μεγάλης διάρκειας, που αποτελεί και το απόλυτο «σήμα» για τις αγορές. Η έξοδος αυτή υπογραμμίζει επίσης το γεγονός ότι οι επενδυτές θέλουν να τοποθετηθούν στην Ελλάδα μόνο με ένα υψηλό επιτόκιο, αλλιώς προτιμούν να απέχουν. Όπως χαρακτηριστικά σημειώνουν οι αναλυτές η Ελλάδα βρίσκεται ακόμη χρόνια μακριά από την κανονικότητα των αγορών, επισημαίνοντας πως βρίσκεται αρκετές βαθμίδες κάτω από την κατηγορία του επενδυτικού βαθμού. Συγκεκριμένα, η Μoody’s βαθμολογεί την Ελλάδα έξι σκαλοπάτια κάτω χαμηλότερα, ενώ η Fitch τρία και η S&P τέσσερα. Όπως σημειώνει Τζιανλούκα Ζίγκλιο, επικεφαλής στρατηγικός αναλυτής της Continuum Economics, «η Ελλάδα χρειάστηκε να δανειστεί ακριβά για να μπορέσει να προσελκύσει ισχυρή ζήτηση». Σε ό,τι αφορά την «επόμενη μέρα» για τα ελληνικά ομόλογα και συγκεκριμένα για το νέο 5ετές, όπως τονίζει, η πορεία τους θα καθοριστεί από τις κινήσεις των οίκων αξιολόγησης, τις εξελίξεις γύρω από το σχέδιο μείωσης των κόκκινων δανείων των τραπεζών, καθώς και το πόσο θα επηρεάσει το προεκλογικό τοπίο την πολιτική και τις μεταρρυθμίσεις.

Facebook Comments