«Είμαι εξ’ ανάγκης φίλος της Ελλάδας; Λόγω συνθηκών, όντως έχω γίνει φίλος της Ελλάδας» τόνισε, ξεκινώντας την εισήγησή του ο Jeroen Dijsselbloem, πρώην Πρόεδρος του Eurogroup, απαντώντας ουσιαστικά στην αναφορά που είχε κάνει νωρίτερα ο κ. Παπαγιαννίδης που συντόνιζε τη συζήτηση.

Ο Dijsselbloem τόνισε κατ’ αρχάς πως το 2017 ήταν ένα καλό έτος για την Ευρωζώνη, υπήρχε τεράστια ανάπτυξη ενώ η κατάσταση των ευρωπαϊκών – αλλά και των ελληνικών – τραπεζών ήταν καλή, ωστόσο, υπογράμμισε πως στην Ευρώπη έχουμε πάρα πολλές τράπεζες, κάτι που στρέφει την προσοχή μακριά από την ανάπτυξη. «Εξαρτόμαστε παρά πολύ από τις τράπεζες, η οικονομία μας στην Ευρωζώνη χρηματοδοτείται κατά 80% κυρίως από τα τραπεζικά δάνεια και κατά 15% – 20% από τις κεφαλαιαγορές. Κάτι που είναι σχεδόν το ανάποδο από αυτό που ισχύει στην αμερικανική οικονομία. Είναι διαρθρωτικό ζήτημα κι αυτό εξηγεί γιατί η οικονομία μας είναι λιγότερο καινοτόμα, γιατί ακόμα πάμε τόσο αργά και γιατί καθυστερούμε να βγούμε από την κρίση», σημείωσε. Πρόσθεσε δε, πως υπάρχει μεγάλη σχέση μεταξύ τραπεζών, εποπτικών αρχών και πολιτικών, κάτι που πρέπει να αλλάξει. «Πρέπει να γίνουμε πιο σκληροί απέναντι στις τράπεζες, θέλουμε λιγότερο τραπεζικό τομέα και περισσότερες κεφαλαιαγορές», τόνισε χαρακτηριστικά, προσθέτοντας πως αυτό είναι κάτι στο οποίο πρέπει να στοχεύσει η Κομισιόν. «Υπάρχει ανάγκη για περισσότερες περικοπές και περισσότερες επενδύσεις στην τεχνολογία για να μπορούν οι τράπεζες να έχουν νέο μέλλον στην οικονομία», εξήγησε ο Dijsselbloem που εξέφρασε την ανάγκη της άμεσης ολοκλήρωσης της τραπεζικής ένωσης για να έχουμε περισσότερες δυνατότητες ανάπτυξης στις χώρες μας.

«Μου δυσκόλεψε τη ζωή όταν ήμουν υπουργός Οικονομικών, ωστόσο τώρα συμφωνώ μαζί του», σημείωσε χαριτολογώντας, παίρνοντας τη σκυτάλη στη συζήτηση ο Γκίκας Χαρδούβελης, πρώην Υπουργός Οικονομικών και καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Πειραιά. Ο κ. Χαρδούβελης υπογράμμισε πως οι τράπεζες έχουν γίνει πιο ασφαλείς οργανισμοί, κυρίως λόγω των ρυθμιστικών αρχών. Αναφερόμενος στις ελληνικές τράπεζες, εξήγησε πως έχουν όλα τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι ευρωπαϊκές, συν τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια. Παρουσίασε ένα γράφημα, στη συνέχεια που συνέκρινε απώλειες και κέρδη σε αμερικανικές, ευρωπαϊκές και ελληνικές τράπεζες, καταδεικνύοντας τη γενικότερη εικόνα του τραπεζικού τομέα. Ως προς τις ευρωπαϊκές τράπεζες τόνισε πως έχουν καταφέρει να μην έχουν κακά περιουσιακά στοιχεία και να δίνουν περισσότερα δάνεια. Αναφέρθηκε στις ρυθμιστικές αρχές που κατάλαβαν ότι ευθύνονται για τη διεθνή κρίση και διαπίστωσαν τον τρόπο να κάνουν τη δουλειά τους καλύτερα. Συνέχισε πως το μέλλον των τραπεζών θα είναι δύσκολο, στην Ελλάδα γιατί υπάρχει το ζήτημα των μη εξυπηρετούμενων δανείων και στην Ευρώπη λόγω της χαμηλής κερδοφορίας.

«Οι κορυφαίες τράπεζες στον κόσμο ήταν ευρωπαϊκές, τώρα δεν είναι», τόνισε από την πλευρά του ο Παύλος Μυλωνάς, Διευθύνων Σύμβουλος της Εθνικής Τράπεζας, διερωτώμενος «τι φταίει, αν δεν υπάρχουν προοπτικές ανάπτυξης στην Ευρώπη; Αν δεν έχει πετύχει το ευρωπαϊκό πείραμα; Υπάρχει υπερβολική ρύθμιση; Είναι τα κεφάλαια;». Ωστόσο, τόνισε πως «τα τελευταία χρόνια οι ευρωπαϊκές τράπεζες βελτίωσαν την οργανική κερδοφορία τους, δεν είναι στα επίπεδα των αμερικανικών, αλλά είναι υψηλά και αυτό με μία καμπύλη απόδοσης που ξεκινάει από το μηδέν και πριν από μία εβδομάδα ήταν στα δέκα σημεία βάσης». Ο κ Μυλωνάς αναφέρθηκε στην βραχυπρόθεσμη πολιτική κρίση στην Ιταλία αλλά και το Brexit, που αποτελούν μεταξύ άλλων λόγους ανησυχίας για την Ευρωζώνη και, φυσικά, για τις τράπεζες. «Θα τολμήσω να γίνω προκλητικός» είπε χαρακτηριστικά «και να πω πως στην Ελλάδα ίσως να χρειαζόμαστε μία τράπεζα για να προσομοιάσουμε με την Αμερική. Χρειαζόμαστε την ενοποίηση και σε επίπεδο Ευρώπης για να περικόψουμε το κόστος και να δημιουργήσουμε την κλίμακα, έτσι ώστε οι ευρωπαϊκές τράπεζες να είναι πιο κερδοφόρες», κατέληξε ο κ Μυλωνάς.

Facebook Comments