Έξυπνη κίνηση, πονηριά ή… κουτοπονηριά; Πώς χαρακτηρίζεται η απόφαση του οικονομικού επιτελείου και του ΟΔΔΗΧ να προχωρήσουν στην έκδοση του 10ετούς ομολόγου εσπευσμένα για να προλάβουν τις άσχημες εξελίξεις; Η κυβέρνηση θα λέει ανακουφισμένη «ουφ, προλάβαμε» αλλά οι επενδυτές που τοποθετήθηκαν στο νέο ομόλογο κάθε άλλο παρά χαμογελαστοί θα είναι, θυμίζοντας έντονα μέρες του Φεβρουαρίου του 2018 με το μεγάλο «χαστούκι» από το 7ετές.    

Μπορεί αυτή τη φορά, τα βήματα γύρω από τον σχεδιασμό της έκδοσης να ήταν προσεκτικά και η κυβέρνηση να προτίμησε να προσφέρει ένα ακριβό επιτόκιο για να μπορέσει να «κρατήσει» τους επενδυτές και ειδικά τα μακροπρόθεσμα χαρτοφυλάκια, κάτι που δεν έγινε με το 7ετές αφού προτίμησαν να το δώσουν σε hedge funds και με χαμηλότερο επιτόκιο έτσι ώστε να πανηγυρίσουν την απόδοση που πέτυχαν, ωστόσο το σκεπτικό του οικονομικού επιτελείου σίγουρα στέλνει ένα λάθος μήνυμα στις αγορές. Οι οποίες την επόμενη φορά που θα «κληθούν» να κρίνουν μία νέα ελληνική έκδοση, δεν θα είναι τόσο γενναιόδωρες.

Τα πράγματα έχουν ως εξής. Αμέσως μετά την έκδοση του 5ετούς στα τέλη Φεβρουαρίου, ο ΟΔΔΗΧ και το οικονομικό επιτελείο έβαλαν στο τραπέζι την έκδοση 10ετούς ομολόγου, που θεωρείται ορόσημο για τις χώρες που βγήκαν από τα μνημόνια, και μάλιστα για την Ελλάδα θα ήταν η πρώτη από την ένταξη της στο καθεστώς των μνημονίων. Το κλίμα ήταν ευνοϊκό. Στην Ευρώπη η μία χώρα μετά την άλλη έβγαιναν με ομόλογο μεγάλης διάρκειας και έβλεπαν ισχυρή ζήτηση, με το κυνήγι των αποδόσεων να έχει πάρει φωτιά κυρίως λόγω της αλλαγής της επιθετικής στάσης της Fed για τα επιτόκια.

Σκέφτηκαν πως προεκλογικά ένα 10ετές θα ήταν ένα ισχυρό χαρτί. Τότε είχαν βάλει ως ορόσημο το Eurogroup του Μαρτίου, σκεπτόμενοι πως τα εύσημα των θεσμών και η εκταμίευση των κερδών από τα ομόλογα θα ενίσχυαν σημαντικά την εμπιστοσύνη απέναντι στην Ελλάδα αφαιρώντας την αβεβαιότητα. Στον δρόμο προς το Eurogroup – μία εβδομάδα πριν από αυτό- υπήρχε και η Moody’s η οποία ήταν βέβαιο πως αφού παρέμεινε σιωπηλή σχεδόν ένα χρόνο, και μετά και την έξοδο από τα μνημόνια και την έκδοση του 5ετους, θα προχωρούσε σε αναβάθμιση της ελληνικής οικονομίας. Ένα και ένα κάνουν… 10ετές, σκέφτηκαν.

Έλα όμως που χάλασε η σούπα από τα τέλη Ιανουαρίου. Το οικονομικό επιτελείο ήξερε τις τελευταίες ημέρες πως δεν υπήρχε περίπτωση το Eurogroup να δώσει στις 11 Μαρτίου το πράσινο φως για την εκταμίευση της δόσης, αφού οι μεταρρυθμίσεις είχαν μείνει πίσω. Διαμήνυαν μάλιστα πως το Eurogroup είναι non event, αφού το 1 δις. ευρώ δεν είναι ένα ποσό που το έχει ανάγκη η Ελλάδα, έχει το cash buffer. Ήξεραν όμως τον συμβολισμό και την επίπτωση που θα έχει στην εμπιστοσύνη των επενδυτών η απόφασή του.

Έτσι, κεφαλαιοποιώντας το «δώρο» της Moody’s προχώρησαν άρον άρον στην έκδοση του 10ετούς για να προλάβουν την αβεβαιότητα και την επιδείνωση του κλίματος που θα προκαλούσε η απόφαση των ΥΠΟΙΚ της ευρωζώνης.  Επίσης, προλάβαν και τα αρνητικά νέα για την αστοχία του ΑΕΠ του 2018 η οποία θα δημιουργούσε σημαντική αβεβαιότητα σχετικά με το κατά πόσον θα μπορέσουν να επιτευχθούν οι στόχοι του 2019.

Το αποτέλεσμα ποιο ήταν; Ισχυρή ζήτηση, αντλήθηκε ένα μικρό ποσό για να «καλλωπιστεί» και ο δείκτης κάλυψης, με αλμυρό βέβαια επιτόκιο. Αξίζει να αναφέρουμε πως το επιτόκιο του 3,9% είναι το υψηλότερο στην Ευρωζώνη και υπογραμμίζει πως ο δρόμος προς την πλήρη πρόσβαση της Ελλάδας στις αγορές δεν είναι εύκολος, καθώς η χώρα παραμένει αρκετά σκαλοπάτια κάτω από την επενδυτική βαθμίδα, γεγονός που είναι ακόμη αποτρεπτικό για πολλά χαρτοφυλάκια. Το κόστος δανεισμού του ελληνικού Δημοσίου είναι σχεδόν 5 φορές υψηλότερο από αυτό της Ιρλανδίας (απόδοση 10ετούς 0,814%), 3,4 φορές υψηλότερο από της Ισπανίας (1,16%) και περίπου δύο φορές υψηλότερο από αυτό της Πορτογαλίας (1,459%) και της Κύπρου (1,88%), με την Ιταλία να αποτελεί την αμέσως επόμενη χώρα μετά την Ελλάδα που έχει υψηλά επιτόκια στη 10ετία, στο 2,713%.

Επιπλέον, εκτός από το ότι πρόλαβε ΑΕΠ και Eurogroup, η κυβέρνηση ήταν «τυχερή» καθώς πρόλαβε επίσης και την σημαντική επιδείνωση του διεθνούς κλίματος μετά του νέους φόβους για την παγκόσμια οικονομία αλλά και του «χρησμούς» του Μάριο Ντράγκι.

Στην ουσία όμως, όλα αυτά δεν αποτελούν καλά νέα για τους επενδυτές των ελληνικών ομολόγων.

Βέβαια, θα πει κανείς, ξέρουν πως παίρνουν ρίσκο αφού η Ελλάδα δεν είναι investment grade. Ωστόσο, σημαντικοί παράγοντες ώστε να χτιστεί η βελτίωση της ψυχολογίας των αγορών απέναντι στην Ελλάδα, είναι η «εμπιστοσύνη» και «αξιοπιστία». Τι εμπιστοσύνη να έχουν λοιπόν οι επενδυτές όταν βλέπουν πως η ελληνική κυβέρνηση πούλησε ομόλογο για τους δικούς της προεκλογικούς και συμβολικούς λόγους, για να προλάβει τα «κακά νέα» που θα προκαλούσαν επιδείνωση στα ελληνικά ομόλογα και που θα οδηγούσαν πιθανότατα σε ακύρωση της έκδοσης. Αυτό δηλαδή που δεν έκαναν πέρσι με το 7ετές το οποίο άφησαν στην τύχη του, έρμαιο στο διεθνές sell-off, προκαλώντας των θυμό των επενδυτών.

Η επιδείνωση ήρθε άμεσα. Από την περασμένη Τετάρτη, μία μέρα μετά την έκδοση του 10ετούς αρχίσαν να διαρρέουν τα άσχημα νέα για το Eurogroup, τα οποία επιβεβαιώθηκαν την Πέμπτη μαζί με την ανακοίνωση του ΑΕΠ. Έτσι οι αποδόσεις των ελληνικών ομολόγων εκτοξευθήκαν, ενώ η απόδοση του νέου 10ετούς βρέθηκε στο 4,1% (από 3,90%). Αυτό σημαίνει ζημιά για του επενδυτές.

Το οικονομικό επιτελείο ήθελε να στείλει ένα ισχυρό μήνυμα στις αγορές με το 10ετές, ωστόσο το μήνυμα που λαμβάνουν αυτή τη στιγμή – κοιτώντας την εικόνα των ελληνικών κρατικών τίτλων– είναι πως η Ελλάδα παραμένει ευάλωτη και ενέχει ρίσκο, για αυτό και βρίσκεται ακόμη μακριά από την κατηγορία του “επενδυτικού βαθμού” και θα συνεχίσει να βρίσκεται για (δύο τουλάχιστον) χρόνια.

Facebook Comments