Με δεδομένη την αποψίλωση των δικαιωμάτων των οφειλετών ήδη από το 2015, με την τροποποίηση και αυστηροποίηση των διατάξεων του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας με τον ν. 4335/2015 σε βάρος τους, αλλά και με δεδομένη την παύση ισχύος της διάταξης του άρθρου 9 παρ. 2 ν. 3869/2010 («Νόμου Κατσέλη») για την διάσωση της κύριας κατοικίας και την διαδοχή της σχετικής διάταξης με τον ν. 4605/2019, ένα νομοθέτημα από το οποίο ελάχιστοι θα μπορούν πλέον να ωφεληθούν λόγω των αυστηρών κριτηρίων και διαδικασιών που προβλέπει, ανακύπτει περισσότερο από ποτέ η ανάγκη αναζήτησης εναλλακτικών μορφών διευθέτησης των σχετικών υποθέσεων οφειλετών που αδυνατούν να εξυπηρετήσουν τις δανειακές υποχρεώσεις τους και κινδυνεύουν να απωλέσουν την περιουσία τους.

Μία από τις πλέον σύγχρονες μορφές εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών αστικής ή εμπορικής φύσεως, μεταξύ των οποίων και οφειλών προς πιστωτικά ιδρύματα, απαντά στον θεσμό της Διαμεσολάβησης, η οποία θεσμοθετήθηκε και νομοθετικά στην Ελλάδα ήδη από το 2010, ότε και τέθηκε σε ισχύ ο σχετικός Νόμος για τη Διαμεσολάβηση σε Αστικές και Εμπορικές Υποθέσεις (ν. 3898/2010).

Πρόκειται για μία διαδικασία στην οποία τα μέρη συμφωνούν από κοινού να υπαγάγουν τη διαφορά τους, μιας και η υποχρέωση υπαγωγής στη Διαμεσολάβηση πριν από την άσκηση των σχετικών ενδίκων βοηθημάτων έχει ανασταλεί.

Στο πλαίσιο της Διαμεσολάβησης, διαπιστευμένος Διαμεσολαβητής αναλαμβάνει, στο πλαίσιο μίας κατοχυρωμένης διαδικασίας με τη συμμετοχή των μερών, να συμβάλλει στην επίτευξη της μέγιστης δυνατής σύγκλισης για την επιτυχή εξωδικαστική διευθέτηση της διαφοράς, κατά τρόπο αποδεκτό από τα μέρη, η συμμετοχή των οποίων στη διαδικασία είναι ενεργή.

Η προσφυγή στη Διαμεσολάβηση δεν προϋποθέτει δικαστική αντιδικία, ούτε είναι δεδομένο ότι θα οδηγήσει συμφωνία. Εφόσον όμως τέτοια υπάρξει και γίνει αποδεκτή από όλα τα μέρη που συμμετέχουν, τότε περατώνει τη διαφορά που υπήχθη σε αυτήν σε σημαντικά μικρότερο χρόνο από αυτόν που θα απαιτούνταν στο πλαίσιο άσκησης ένδικων βοηθημάτων.

Πρόκειται για μία εναλλακτική η οποία δεν είναι ακόμα ιδιαίτερα διαδεδομένη, ιδίως στο επίπεδο των τραπεζικών οφειλών. Εντούτοις, και με την προϋπόθεση ότι τα μέρη, ήτοι εν προκειμένω Τράπεζες και οφειλέτες θα θελήσουν να την αξιοποιήσουν με ρεαλιστικά κριτήρια και με οπτική επίτευξης βιώσιμης συμφωνίας, μπορεί να αποτελέσει μία χρήσιμη εναλλακτική μορφή επίλυσης των σχετικών διαφορών.

 

Facebook Comments