Πιθανή θεωρεί την απόλυτη πλειοψηφία της Νέας Δημοκρατίας στις γενικές εκλογές η UBS σε νέα της έκθεση. Η ελληνική οικονομία παρουσιάζει σημάδια ανάκαμψης όπως σημειώνει, η οποία αναμένει ότι η ανάκαμψη θα συνεχιστεί, ακόμη και αν περιοριστεί από τις παγκόσμιες εμπορικές εντάσεις.

Παρ όλα αυτά, η Ελλάδα εξακολουθεί να αντιμετωπίζει την πρόκληση του υψηλού χρέους. Επομένως, η δημοσιονομική πολιτική της επόμενης κυβέρνησης θα είναι καθοριστική. Ωστόσο, δεν αναμένεται να υπάρξει σαφήνεια στις επιχειρηματικές συνθήκες μέχρι μετά τις προεδρικές εκλογές (που πρέπει να γίνουν τον Ιανουάριο του 2020).

Η ελβετική τράπεζα εκτιμά ότι η μεσοπρόθεσμη προοπτική της Ελλάδας θα εξαρτηθεί περισσότερο από την οικονομία. Οι ευρωπαίοι πιστωτές έχουν θέσει ισχυρά κίνητρα για τη δημοσιονομική συμμόρφωση της χώρας. Εάν υπάρξει σταθερή οικονομική ανάκαμψη, το δημόσιο χρέος προς το ΑΕΠ θα μειωθεί γρήγορα. Ακόμη και σε περίπτωση μέτριας παγκόσμιας ύφεσης στις αρχές της δεκαετίας του 2020 (με την οικονομία της Ευρωζώνης να υποχωρεί κατά 2%), ο λόγος του χρέους προς το ΑΕΠ θα είναι αισθητά κάτω από τα σημερινά επίπεδα μέσα σε πέντε χρόνια.

Ωστόσο, σε μια σοβαρή παγκόσμια ύφεση στις αρχές της δεκαετίας του 2020 (με την οικονομία της Ευρωζώνης να μειώνεται κατά 6% -7%), αναμένεται ότι το χρέος προς το ΑΕΠ της Ελλάδας θα παραμείνει στα ίδια με τα σημερινά επίπεδα στα επόμενα πέντε χρόνια, με την χώρα να αναμένεται να χρειαστεί ένα νέο μνημόνιο. Ωστόσο, το γεγονός ότι η πλειοψηφία τίθεται υπέρ του ευρώ και η καλή σχέση με τους πιστωτές θα πρέπει να εξασφαλίσουν την παροχή ευρωπαϊκής αλληλεγγύης, ακόμη και αν απαιτηθεί δημοσιονομική προσαρμογή σε περίπτωση σοβαρής παγκόσμιας ύφεσης. Συνεπώς, η UBS αναμένει ότι σε αυτό το σενάριο  η Ελλάδα θα παραμείνει στο ευρώ.

Η οικονομική ανάπτυξη αναμένεται να παραμείνει ανθεκτική

Η αποδυνάμωση της αγοράς εξαγωγών το 2019 αποτελεί πρόκληση για τις ελληνικές επιχειρήσεις. Ωστόσο, οι εξαγωγές αναμένεται να κρατηθούν σε καλά επίπεδα λόγω της χαμηλής ελαστικότητας της ζήτησης των βασικών εξαγωγών της Ελλάδας. Επιπλέον, η εγχώρια ζήτηση ωφελείται από διάφορους παράγοντες. Για παράδειγμα, η κατανάλωση θα κερδίσει από την αύξηση του κατώτατου μισθού και ο υποτονικός πληθωρισμός θα στηρίξει το πραγματικό διαθέσιμο εισόδημα. Σε ότι αφορά τις επενδύσεις, η UBS βλέπει ενθαρρυντικά σημάδια ότι οι ελληνικές επιχειρήσεις αρχίζουν να τείνουν να επενδύουν περισσότερο καθώς και να αντισταθμίζουν τη συμπίεση στα περιθώρια κέρδους που προκύπτει από το υψηλότερο κόστος εργασίας. Αυτό θα πρέπει επίσης να στηρίξει την αύξηση της απασχόλησης, η οποία αναμένεται να αυξηθεί κατά 1% εκατό το 2019 καθώς και το 2020. Συνεπώς, η ελληνική οικονομία μπορεί να συνεχίσει να αναπτύσσεται γύρω στο 2% το 2019. Πέρα από το 2019, μία φιλική προς τις επιχειρήσεις κυβέρνηση η οποία θα προκύψει από τις γενικές εκλογές στις 7 Ιουλίου θα μπορούσε να στηρίξει περαιτέρω τις επενδύσεις, ενώ και η ανάπτυξη αναμένεται να δεχθεί ώθηση από την άρση των ελέγχων κεφαλαίων μέχρι το τέλος του 2019 (όπως αναμένει και η ΤτΕ).

Κίνδυνοι γύρω από τις οικονομικές προοπτικές

Μια χειρότερη από την αναμενόμενη εξέλιξη του εμπορικού πολέμου μπορεί να οδηγήσει σε μεγαλύτερη συρρίκνωση των εξαγωγών. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή εκτιμά επίσης ότι τα δημοσιονομικά κίνητρα από τα νέα δημοσιονομικά μέτρα, συμπεριλαμβανομένων των μειώσεων του φόρου εισοδήματος φυσικών προσώπων και των υψηλότερων κοινωνικών παροχών, ενδέχεται να προκαλέσουν δημοσιονομική απόκλιση κατά 1% του ΑΕΠ το 2019. Αυτό μπορεί να οδηγήσει σε αντισταθμιστικά μέτρα μετά τις γενικές εκλογές. Επίσης η Κομισιόν θα επανεξετάσει την κατάσταση μετά τις εκλογές το φθινόπωρο, ενώ πολλές δικαστικές υποθέσεις θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε μερική αντιστροφή των μεταρρυθμίσεων, με αποτέλεσμα υψηλότερες δημοσιονομικές υποχρεώσεις.

Στη θετική πλευρά, η ολοκλήρωση των γενικών εκλογών θα μπορούσε να οδηγήσει την κυβέρνηση να χρησιμοποιήσει πλήρως τα συμφωνηθέντα ανώτατα όρια του προϋπολογισμού. Αυτό θα υποστήριζε σημαντικά τις κυβερνητικές επενδύσεις και την κρατική κατανάλωση. Αυτό θα εξαρτηθεί εν μέρει και από τα αποτελέσματα των εκλογών, καθώς η δημοσιονομική στάση σε ότι αφορά τον προϋπολογισμό θα μπορούσε να αλλάξει ανάλογα με το ποιος θα είναι στην κυβέρνηση.

Η Νέα Δημοκρατία αναμένεται να αναλάβει την κυβέρνηση

Οι ευρωπαϊκές, δημοτικές και περιφερειακές εκλογές έδωσαν ένα σαφές μήνυμα ότι η Νέα Δημοκρατία πρόκειται να ηγηθεί της επόμενης κυβέρνησης. Θέματα όπως η συμφωνία των Πρεσπών, έχουν λειτουργήσει αρνητικά στα ποσοστά του ΣΥΡΙΖΑ, καθιστώντας δύσκολο το εγχείρημα κάλυψης αυτού του χάσματος. Έτσι, η UBS δίνει μια πιθανότητα 60-70% ότι η Νέα Δημοκρατία θα κερδίσει τις εκλογές στις 7 Ιουλίου. Όπως εκτιμά είναι πολύ πιθανή η αυτοδυναμία ωστόσο σε περίπτωση που δεν επιτευχθεί είναι πιθανός ένας κυβερνητικός συνασπισμός με το ΚΙΝΑΛ. Η Νέα Δημοκρατία θα έχει ένα μεγάλο κίνητρο να συνεργαστεί με το ΚΙΝΑΛ, κατά την άποψη της UBS,  λόγω και των προεδρικών εκλογών που πρέπει να διεξαχθούν μέχρι τον Ιανουάριο του 2020.

Εκλογές: Δημοσιονομικές επιπτώσεις

Σε περίπτωση που ο ΣΥΡΙΖΑ κερδίσει στις εκλογές, αναμένεται να κάνει χρήση των ανώτατων ορίων του προϋπολογισμού και να συνεχίσει την τρέχουσα κυβερνητική στάση. Στην πιο πιθανή περίπτωση που η Νέα Δημοκρατία κερδίζει τις εκλογές, θα δούμε μεγαλύτερη εστίαση στη μετανάστευση και τους συνοριακούς ελέγχους, περισσότερες επενδύσεις στην εκπαίδευση και μία φορολογική μεταρρύθμιση. Η φορολογική μεταρρύθμιση μπορεί να περιλαμβάνει μείωση των φόρων που χρηματοδοτούνται από περικοπές δαπανών (και διεύρυνση της διεθνούς φορολογικής βάσης μέσω κινήτρων), η οποία θα στηρίξει την ανάπτυξη. Η μεγαλύτερη χρήση των ανώτατων ορίων του προϋπολογισμού είναι επίσης πιθανή με τη Νέα Δημοκρατία, κάτι το οποίο επίσης θα στηρίξει την ανάπτυξη.

Συνολικά, η UBS αναμένει συνεχιζόμενη δημοσιονομική πειθαρχία κατά τη διάρκεια της θητείας της επόμενης κυβέρνησης, λαμβάνοντας υπόψη τα κίνητρα που θέτουν οι πιστωτές, ακόμη και αν οι δικαστικές αποφάσεις (π.χ σχετικά με την ανατροπή των συνταξιοδοτικών περικοπών του 2012-2015) θέσουν σημαντικούς κινδύνους (κοστίζουν έως και 9 δισ. ευρώ). το σύνολο των 15,7 δις. ευρώ του cash buffer της Ελλάδας προέρχεται από την τις εκταμιεύσεις του ESM  οι οποίες θα αξιοποιηθούν πλήρως μέχρι το τέλος του 2023. Επιπλέον, ο ESM σκοπεύει να εκταμιεύσει τα κέρδη επί ελληνικών ομολόγων (κέρδη SMP και ANFA) αξίας περίπου 5 δισ. ευρώ μέχρι τον Ιούνιο του 2022 μέσω εξαμηνιαίων δόσεων ύψους 640 εκατ. Ευρώ. Επίσης, πληρωμές τόκων ύψους 220 εκατ. ευρώ ετησίως πραγματοποιούνται σε εξαμηνιαία βάση και μόνιμα μετά το 2022. Έτσι, η UBS εκτιμά ότι ο μεγαλύτερος δημοσιονομικός κίνδυνος έως το 2022/2023 είναι τα οικονομικά σοκ παρά η δημοσιονομική κακοδιαχείριση.

Μακροπρόθεσμες επιπτώσεις

Μακροπρόθεσμα, οι προοπτικές θα εξαρτηθούν από τις επόμενες γενικές εκλογές το 2023. Επίσης, από το 2023 θα ισχύει το ευρωπαϊκό δημοσιονομικό πλαίσιο (δηλαδή το Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης και το Δημοσιονομικό Σύμφωνα), όπως και για όλα τα άλλα κράτη μέλη της Ευρωζώνης. Επιπλέον, το Eurogroup συμφώνησε σε έναν μηχανισμό έκτακτης ανάγκης για το χρέος στην περίπτωση δυσμενών μακροοικονομικών διαταραχών, οι οποίες θα μπορούσαν, για παράδειγμα, να συνεπάγονται με περαιτέρω re-profiling του χρέους και ανώτατο όριο και αναβολή πληρωμών τόκων στον EFSF για την κάλυψη των αναγκών χρηματοδότησης του 15-20%.

Η ενεργοποίηση αυτού του μηχανισμού έκτακτης ανάγκης εξαρτάται από τη συμμόρφωσης της Ελλάδας με τα ευρωπαϊκά σύμφωνα όπως από την συμμόρφωση θα εξαρτηθούν τα πιθανά μελλοντικά μέτρα ελάφρυνσης του χρέους στο τέλος της περιόδου χάριτος του EFSF το 2032. Συνεπώς, είναι πιθανότερο η δημοσιονομική πολιτική της Ελλάδας να κινηθεί εντός του ευρωπαϊκού δημοσιονομικού πλαισίου και οι τυχόν σημαντικές αποκλίσεις πιθανόν να εξακολουθήσουν να υπόκεινται στις εγκρίσεις του Eurogroup, ενώ και η κατάσταση γύρω από την Ιταλία σήμερα αναμένεται να αυξήσει την πίεση για δημοσιονομική συμμόρφωση στην Ελλάδα.

Σε αυτό το πλαίσιο, η UBS αναλύει τον αντίκτυπο οικονομικών σεναρίων για την περίοδο 2020-2025 για το ελληνικό δημόσιο χρέος. Τα σενάρια μέτριας και σοβαρής ύφεσης υποθέτουν μια παγκόσμια ύφεση. Για την Ελλάδα, θα είναι ζωτικής σημασίας εάν μια κάμψη συμβεί πριν το 2023. Δεδομένου ότι οι πιστωτές έχουν θέσει τους στόχους της δημοσιονομικής πολιτικής σε ότι αφορά τα πλεονάσματα μέχρι το 2022, η απαίτηση είναι να παραδώσει δημοσιονομική πειθαρχία ανεξάρτητα από τον επιχειρηματικό κύκλο. Μόνο από το 2023 και μετά ο επιχειρηματικός κύκλος λαμβάνεται υπόψη. Αυτό σημαίνει ότι σε περίπτωση σοβαρής ύφεσης πριν από το 2023, η Ελλάδα υποχρεωθεί να μπει σε ένα νέο πρόγραμμα δημοσιονομικής λιτότητας.

Ωστόσο, η UBS θεωρεί ότι η κυβέρνηση θα προσπαθήσει να το διαπραγματευτεί αυτό με τους πιστωτές με την επιτυχία αυτών των διαπραγματεύσεων να είναι αβέβαιη και μπορεί επίσης εξαρτάται από τις γαλλικές και γερμανικές εκλογές το 2021/2022. Σε μια σοβαρή ύφεση θα υπήρχε επίσης υψηλός κίνδυνος ανακεφαλαιοποίησης των ελληνικών τραπεζών.

Πάντως η UBS δεν εκτιμά ότι η ελληνική οικονομία θα πέσει ξανά σε ένα βαθύ αποπληθωριστικό σπιράλ, δεδομένου ότι η δημοσιονομική της θέση είναι πλέον πολύ ισχυρότερη. Έτσι, ακόμα και σε ένα τέτοιο σενάριο το ελληνικό δημόσιο χρέος σε πέντε χρόνια θα είναι παρόμοιο με τα τρέχοντα επίπεδα. Σε ένα πιο θετικό σενάριο για τις οικονομικές προοπτικές, το χρέος θα μειωθεί ραγδαία λόγω του υψηλού πρωτογενούς πλεονάσματος.

Κούρταλη Ελευθερία

Facebook Comments