Τα τελευταία δέκα χρόνια, που η ελληνική κοινωνία βιώνει την οικονομική, κι όχι μόνο, κατάρρευση, επικρατεί ένας δημοφιλής μύθος μεταξύ πολλών συμπολιτών μας. Ότι δήθεν το δημοκρατικό μας πολίτευμα έχει επί της ουσίας καταλυθεί η έστω δυσλειτουργεί σοβαρά. Δεν είναι αληθές. Η δημοκρατία κι ο κοινοβουλευτισμός μετά την μεταπολίτευση του 1974, λειτουργούν πολύ καλύτερα από ότι ποτέ άλλοτε στην ιστορία της Ελλάδας. Αυτά τα 45 τελευταία χρόνια δεν υπάρχει κίνδυνος εξωθεσμικών παρεμβάσεων, συνταγματικών εκτροπών η ακόμα και στρατιωτικών κινημάτων, όπως συνέβαινε κατά κόρον στα προ του 1967 χρόνια. Αντίθετα τώρα η λαϊκή ψήφος γίνεται σεβαστή, χωρίς προσπάθειες νόθευσης της, ομαλή εναλλαγή των κομμάτων στην εξουσία, πλήρης ελευθερία στον πολιτικό λόγο και στα ατομικά δικαιώματα.

Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι το σύστημα μας λειτουργεί άποψη. Επ’ ουδεμία. Υπάρχουν πολλές προβληματικές λειτουργίες, όπως η καθυστέρηση στην απονομή της δικαιοσύνης η η πλήρης κομματικοποίηση, που δεν επιτρέπει την πιο δημοκρατική λειτουργία του κοινοβουλίου. Για μένα πάντως το μεγαλύτερο πρόβλημα του πολιτεύματος σε όλα τα χρόνια της μεταπολίτευσης υπήρξε ο πλήρης κρατισμός στην κοινωνία και κυρίως στην οικονομία, ιδίως μετά το 1981. Κι αυτή υπήρξε η πληγή, που οδήγησε στην πτώχευση του 2010 και συνεχίζει να προκαλεί αιμορραγία στην οικονομία. 

Το νομοσχέδιο «Επενδύω στην Ελλάδα», που ψηφίστηκε την Πέμπτη από την Ολομέλεια της Βουλής, πέραν της ουσίας των υπερβολικά πολλών διατάξεων που εμπεριέχει, έχει έναν έντονο κι ισχυρό συμβολισμό. Ότι η νέα κυβέρνηση της ΝΔ και του Κυρ. Μητσοτάκη θέλει να διαφοροποιηθεί από τις λογικές του κρατισμού και του λαϊκισμού. Ότι θέλει να σπάσει τα δεσμά της γραφειοκρατίας και της απέχθειας του κράτους και της δημόσιας διοίκησης προς την επιχειρηματικότητα. Ότι θέλει να σπάσει τον φαύλο κύκλο του «δανείζεται το κράτος για να τα ρίξει στην κατανάλωση και να ικανοποιήσει την κομματική του πελατεία το εκάστοτε κυβερνών κόμμα». Αυτή τη λογική δηλαδή που μας οδήγησε στην χρεοκοπία του 2010 και που, δυστυχώς, συνεχίζει να επικρατεί σε μεγάλο βαθμό με αποτέλεσμα να μην μπορεί η Ελλάδα να ανακάμψει δυναμικά και να γίνει μια σύγχρονη, ανεπτυγμένη ευρωπαϊκή χώρα.

Είναι σαφές ότι ο Κυριάκος κι η ΝΔ θέλουν να δείξουν ότι δεν επιθυμούν μια χώρα αποκλειστικά και μόνο ως χώρα δημοσίων υπαλλήλων, συνταξιούχων πενηντάρηδων, επιδοματούχων και μερισματούχων. Δεν θέλουν μια χώρα βολεμένων με δημόσιο, δηλαδή δανεικό χρήμα. Αλλά μια χώρα ανθρώπων που στοχάζονται, που δημιουργούν, που φαντάζονται, που επιχειρούν. Μια χώρα πλήρως προσαρμοσμένη στη νέα τεχνολογική πραγματικότητα, που αίρει τα γραφειοκρατικά εμπόδια για την προσέλκυση επενδύσεων, για τη ανάπτυξη επιχειρηματικής δραστηριότητας από κάθε δημιουργικό άνθρωπο, κι ιδίως για τους νέους, που πρέπει να τους δώσουμε τα κίνητρα όχι μόνο να μην φύγουν στο εξωτερικό αλλά και γι’ αυτούς που έχουν μεταναστεύσει να επιστρέψουν επιτέλους στην πατρίδα μας.

Παρακολουθώντας στην ολομέλεια της Βουλής, την συζήτηση επί του νομοσχεδίου διαπίστωσα ότι η κριτική της αντιπολίτευσης σχεδόν περιορίστηκε σε κάποιες διατάξεις του υπουργείου Εργασίας, που κατά τη γνώμη της οδηγούν στη φαλκίδευση των δικαιωμάτων των εργαζομένων. Φυσικά δεν ισχύει. Αντίθετα τα εργασιακά δικαιώματα ενισχύονται. Αλλά επιτέλους και στην αριστερά πρέπει να αναρωτηθούν τι νόημα έχει να μιλάμε για εργαζομένους όταν δεν υπάρχουν επιχειρηματίες για να τους προσλαμβάνουν. Είτε αρέσει σε κάποιους είτε όχι, κρατικοδίαιτη οικονομία, που χρεοκόπησε το 2010, δεν μπορεί να υπάρξει ξανά. Κι ευτυχώς!

Facebook Comments