Η τρομοκρατία, η πραγματική τρομοκρατία, έχει πλήξει τη χώρα μας και έχει ξεκληρίσει οικογένειες. Κάποιοι βέβαια κάνουν τους τρομοκράτες ήρωες, τάχα μου επαναστάτες. Πώς ένας κατά συρροή δολοφόνος σε καιρό ειρήνης μετατρέπεται σε λαϊκό αγωνιστή το ξέρουν μόνο αυτοί που δεν έχουν νιώσει την απώλεια του δικού τους ανθρώπου.

Σήμερα απορρίφθηκε εκ νέου η χορήγηση αδείας στον Δημήτρη Κουφοντίνα, ο οποίος, αν και αμετανόητος κατά συρροή δολοφόνος, μέχρι πρότινος είχε πάρει κάμποσες άδειες από τις αγροτικές φυλακές Βόλου και βόλταρε ελεύθερος εκεί που σκότωνε τα θύματά του. Κάθε φορά βλέπω διάφορους να φορτώνονται ταμπέλες και να τσαμπουνάνε τα δικαιώματα του Κουφοντίνα χωρίς να υπολογίζουν το ύψιστο δικαίωμα στη ζωή όσων σκότωνε. Κι αν για τα δικαιώματα του εν ζωή Κουφοντίνα βρίσκονται πολλοί για να τα υπερασπιστούν, για τον τρομοκράτη που έχει φύγει από τη ζωή βρίσκονται πολλοί που τον ανάγουν σε λαϊκό αγωνιστή και στη σφαίρα του μύθου, ενώ πρόκειται απλώς για έναν εγκληματία. Όπως έγινε και με τον Χριστόφορο Μαρίνο.

Μπορεί να έχετε δει την αφίσα που «κοσμεί» κολώνες από τα Εξάρχεια ίσα με την Κυψέλη, που αποθεώνει τον Χριστόφορο Μαρίνο, τον «αναρχικό επαναστάτη», που καλεί σε επανάσταση και που λέει ότι είναι δολοφονημένος με διατεταγμένη κρατική εκτέλεση στις 23 Ιουλίου 1996, χωρίς όμως να μιλάει πουθενά για τη ληστεία μετά φόνου που διέπραξε ο ίδιος την 1η Ιουνίου του 1995.

Το πρωί της 1ης Ιουνίου 1995 ο ταμίας του νοσοκομείου, Δημήτρης Μαντούβαλος, επέστρεφε από την τράπεζα στο Γενικό Κρατικό Νίκαιας κρατώντας μία τσάντα με 146 εκατομμύρια δραχμές -ο οποίος κινούταν μόνος και απεριφρούρητος εντός του νοσοκομείου με τόσα χρήματα- για τη μισθοδοσία των υπαλλήλων. Στην είσοδο του νοσοκομείου βρήκε μπροστά του τον Χριστόφορο Μαρίνο που είχε σχεδιάσει τη ληστεία και την είχε εκτελέσει μαζί με τον Μιχάλη Αδαμαντίδη, τον Σωκράτη Τσιριμιάγκο, τον Ιωάννη Λίτσα, κ.ά. Τότε ο Χριστόφορος Μαρίνος ήταν αυτός που τον πυροβόλησε στο πόδι για να τον εκφοβίσει και ο Δημήτρης Μπαλτάς ήταν αυτός που τον πυροβόλησε στο στήθος τρεις φορές.

Είναι αποδεδειγμένο ότι η ληστεία μετά φόνου αποτελούσε σύμπραξη ποινικών (Μπαλτάς, Τσιριμιάγκος, Αδαμαντίδης, Λίτσας, κ.ά.) με τρομοκράτες (Μαρίνος).

Ο γιος του Δημήτρη Μαντούβαλου, Κυριάκος Μαντούβαλος, είχε γράψει παλαιότερα:

«Τέλη Σεπτέμβρη αναστάτωση στο σπίτι κι ένας συγγενής ανώτατος αστυνομικός μας ενημερώνει ότι ο Μαρίνος έχει αρχίσει απεργία πείνας.

70 μέρες απεργία πείνας, ευαισθησία πολύ, θυμάμαι ο Σπύρος Παπαδόπουλος είχε πει (οι δικαστές θα τρώνε τη γαλοπούλα τους ενώ ο Μαρίνος πεθαίνει). Δελτία ειδήσεων τότε, οι αναρχικοί συσπειρωμένοι στοχοποιούν το σύστημα γενικά, στοχοποιούν και τη Μαρία. Τότε μας παίρνει και πάμε Χριστούγεννα (6 μήνες νεκρός ο Δημήτρης, όλοι στα χαμένα) στη Γερμανία. Επιστρέφουμε και στο αεροδρόμιο είναι αστυνομικές δυνάμεις να μας παραλάβουν. Ο Μαρίνος είναι πάνω από 60 μέρες απεργός πείνας, η πίεση έχει ενταθεί. Μας πηγαινοφέρνει στο σχολείο ένας αστυνομικός.

Εν τέλει στις 10 Ιανουαρίου 1996 ο Μαρίνος αφήνεται ελεύθερος με περιοριστικούς όρους. Φυσικά παραβιάζει τους περιορισμούς και καταλήγουμε στην αυτοκτονία του στο πλοίο “Πήγασος”, όπου γύριζε από διακοπές με την σύντροφο του, στις 23 Ιουλίου κι ενώ έξω από την καμπίνα του ήταν αστυνομικές δυνάμεις για να τον συλλάβουν.

Κι ενώ η δίκη για την δολοφονία του Δημήτρη αρχίζει στα όρια του 18μηνου με τον Μαρίνο νεκρό κι έναν Αλβανό να μην έχει συλληφθεί οι καταθέσεις και ο επιμερισμός δεν άλλαξε. Ο Μαρίνος είχε σχεδιάσει τη ληστεία με τον Αδαμαντίδη. Ο Μαρίνος είχε πυροβολήσει στο πόδι τον Δημήτρη όταν δεν έδωσε τα λεφτά και στην συνέχεια πυροβόλησε στο στήθος ο Μπαλτάς. Κανείς δεν “φόρτωσε” στον Μαρίνο κάτι που δεν έκανε, αν και αφού δεν ήταν στη ζωή θα μπορούσαν να τον “χρεώσουν”. Ο Μαρίνος πέρασε στην σφαίρα του μύθου για τον αναρχικό χώρο με διαφορά κελεύσματα στο όνομα του…».

Η ζωή αυτών των ανθρώπων από την 1η Ιουνίου του 1995 και μετά άλλαξε ραγδαία. Η σύζυγός του, Μαρία Μαντουβάλου-Κατσιβαρδάκου, αποτελούσε και εκείνη ιδρυτικό μέλος του συλλόγου συγγενών θυμάτων τρομοκρατίας «Ως Εδώ» μαζί με την Ντόρα Μπακογιάννη, τη μητέρα του Θάνου Αξαρλιάν, κ.ά. Στις 11 Ιουλίου του 2007 έφυγε από τη ζωή και η Μαρία-Μαντουβάλου Κατσιβαρδάκου. 25 χρόνια μετά και χωρίς κανέναν από τους γονείς τους εν ζωή, οι γιοι του αδικοχαμένου ταμία, Κυριάκος και Πέτρος που έμειναν ορφανοί σε ηλικία 12 και 8 ετών, περιμένουν ακόμα την την απόδοση δικαιοσύνης καθώς με τις μέχρι τώρα αποφάσεις ο Δημήτρης Μαντούβαλος φέρει την ευθύνη της δολοφονίας του.

Χθες πραγματοποιήθηκε εκδήλωση μνήμης για τα θύματα της τρομοκρατίας στο αμφιθέατρο του Πολεμικού Μουσείου Αθηνών. Είναι σημαντικό να θυμόμαστε γιατί δυστυχώς η ιστορία επαναλαμβάνεται και η μνήμη βοηθά στην αποφυγή τέτοιων τραγωδιών. «Δεν μισούμε, δεν ξεχνάμε, θα νικήσουμε», ήταν ο τίτλος της εκδήλωσης.

Η Σταυρούλα Αξαρλιάν, η μητέρα του Θάνου Αξαρλιάν που δολοφόνησε η 17 Νοέμβρη χαρακτηρίζοντάς τον ως παράπλευρη απώλεια, πήρε το λόγο βουρκωμένη και μίλησε για τις οικογένειες των θυμάτων που προσπάθησαν να ενωθούν, που έγιναν μια γροθιά. Μίλησε για το συλλογικό μνημόσυνο που κάνουν όλοι μαζί μέχρι σήμερα. Τόνισε ότι παλεύει να αντιμετωπιστούν όλα τα θύματα της τρομοκρατίας με έναν ενιαίο τρόπο. Ζήτησε τη συμπαράσταση στις οικογένειες των θυμάτων τρομοκρατίας από όλους «γιατί», όπως επεσήμανε, «κάθε μία έχει το προσωπικό της βίωμα και εμείς θέλουμε να το κάνουμε ένα για όλους».

Στη σημαντική αυτή εκδήλωση βρέθηκαν οι συγγενείς των θυμάτων, όχι όμως όλων των θυμάτων. Οι συγγενείς, και πιο συγκεκριμένα τα παιδιά του δολοφονημένου Δημήτρη Μαντούβαλου δεν κλήθηκαν στην εκδήλωση και δεν έγινε σε εκείνον καμία αναφορά. Το θέμα δεν είναι η πρόσκληση ή μη πρόσκληση των συγγενών του δολοφονημένου ταμία, αλλά η προσβολή στη μνήμη ενός ανθρώπου που η δολοφονία του σηματοδότησε κομβικές αλλαγές στη μισθοδοσία των δημοσίων υπαλλήλων, καθώς μετά τη δολοφονία του δρομολογήθηκε και επισπεύθηκε η μισθοδοσία των εργαζομένων με κάρτες ανάληψης.

Η μνήμη των θυμάτων τρομοκρατίας και του Δημήτρη Μαντούβαλου παραμένει ζωντανή παρά τα λάθη ή τις αστοχίες που μπορεί να γίνονται σε τέτοιου τύπου εκδηλώσεις, που σε κάθε περίπτωση είναι πολύ σημαντικό να γίνονται. Κανένα θύμα δε γυρίζει πίσω, η μνήμη τους όμως δε σβήνει όσο δεν τους ξεχνάνε οι δικοί τους άνθρωποι. Έτσι και με του Δημήτρη Μαντούβαλου που η οικογένεια του περιμένει την απόδοση Δικαιοσύνης έως και σήμερα.

Facebook Comments