Οι αναλυτές της Societe Generale μπορεί να εμφανίζονται θετικοί για τα ελληνικά ομόλογα, το τμήμα όμως της ιδιωτικής τραπεζικής και μάλιστα ο επικεφαλής του, εμφανίζεται… ανήσυχος προειδοποιώντας τους επενδυτές να μην κυνηγήσουν πάρα πολύ το ελληνικό ράλι.

Ο Άλαν Μιούντι, επικεφαλής επενδυτικής στρατηγικής στο τμήμα ιδιωτικής τραπεζικής της Societe Generale, σε εβδομαδιαίο σημείωμά του όμως, συμβουλεύει τους επενδυτές να… φοβούνται τους  Έλληνες και δώρα (ομόλογα) φέροντας.

Συγκεκριμένα αναφέρει, πως οι αποδόσεις των 10ετών ελληνικών ομολόγων έχουν υποχωρήσει κάτω του 1% και σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα, όταν πριν οκτώ χρόνια ακριβώς, τον Φεβρουάριο του 2012, κινούνταν στο 33%. Ωστόσο, το ελληνικό χρέος παραμένει ένα τεράστιο βάρος για την οικονομία -στο 180% του ΑΕΠ, και είναι τριπλάσιο από το ανώτατο όριο που “ορίζει” η Συνθήκη του Μάαστριχτ. “Τι προκάλεσε την κατάρρευση των αποδόσεων; Και ποιες είναι οι συνέπειες για την ευρωζώνη;”, αναρωτιέται ο Μιούντι κάνοντας μία αναδρομή στο… έπος των ελληνικών μνημονίων.

Μετά τη χρηματοπιστωτική κρίση του 2007-2008 και την κρίση χρέους της ευρωζώνης κατά την περίοδο 2010-2012, η κακή διαχείριση της οικονομίας και τα λάθος στοιχεία που δόθηκαν για τα ελλείμματα,  οδήγησαν σε λιτότητα και σοβαρή ύφεση, που μείωσαν το ΑΕΠ κατά περισσότερο από το ένα τέταρτο, σημειώνει. Η κατάρρευση του ΑΕΠ ώθησε τον δείκτη χρέους προς ΑΕΠ από το 127% το 2009 στα τρέχοντα υψηλά επίπεδα, ενώ η Ελλάδα μπήκε σε πρόγραμμα διάσωσης από την τρόικα και έως τον Αύγουστο του 2018 βίωσε τρία συνεχή μνημόνια. Στη συνέχεια υπήρξε συμφωνία για το ελληνικό χρέος και την επιμήκυνση της διάρκειάς του, δίνοντας σημαντική ανακούφιση στην οικονομία. Υπό την τρόικα, τα οικονομικά της Ελλάδας τέθηκαν υπό έλεγχο, οι δαπάνες μειώθηκαν, τα φορολογικά έσοδα βελτιώθηκαν, επιτρέποντας έτσι στην Ελλάδα να δεσμευτεί για την επίτευξη πρωτογενούς πλεονάσματος της τάξης του 3,5% του ΑΕΠ κάθε χρόνο έως το 2022.

Επιστρέφοντας στο σήμερα, σημειώνει ο Μιούντι, η πιο φιλική προς τις επιχειρήσεις κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας έχει οδηγήσει τους δείκτες PMI στα δεύτερα υψηλότερα επίπεδα διεθνώς ενώ η καταναλωτική εμπιστοσύνη βρίσκεται σε υψηλά 10 ετών.

Οι βελτιωμένες οικονομικές επιδόσεις της χώρας έχουν ενθαρρύνει τους οίκους αξιολόγησης να λάβουν μια πιο θετική άποψη για τα ελληνικά ομόλογα, επισημαίνει ο τραπεζίτης της SocGen. Πρόσφατα, η Fitch “ανέβασε” την πιστοληπτική ικανότητα της Ελλάδας στο BB και άλλοι οίκοι έχουν θέσει την αξιολόγηση της Ελλάδας σε  “θετικές προοπτικές”. Ωστόσο, η Fitch εξακολουθεί να βαθμολογεί την Ελλάδα δύο επίπεδα χαμηλότερα από την “επενδυτική βαθμίδα” που θα έκανε τα ελληνικά ομόλογα επιλέξιμα στο QE της ΕΚΤ. 

Κούρταλη Ελευθερία

Facebook Comments