Όλοι πια γνωρίζουν το ρόλο που έπαιξαν η Γαλλία και η Ιταλία στη θετική έκβαση της τελευταίας Συνόδου Κορυφής για το ευρώ. Αξίζει όμως να αναφερθεί το γεγονός ότι στις δύο αυτές χώρες έχει καταγραφεί η μεγαλύτερη αύξηση δημόσιου χρέους στην ευρωζώνη: στην Ιταλία το δημόσιο χρέος ανήλθε στο 135,1% απ’ το 132,1% του ΑΕΠ, ενώ στη Γαλλία αυξήθηκε απ’ το 95,6% στο 97,5% του ΑΕΠ. Το θεμελιώδες αυτό δεδομένο εξηγεί με ευκρίνεια τη στάση των δύο χωρών στις διαπραγματεύσεις, σε συνδυασμό με τις διαρκείς πιέσεις του ΔΝΤ και των ΗΠΑ για ουσιαστική ελάφρυνση του χρέους της Ελλάδας.

Εκτιμώ πως η Ελλάδα έχει εξελιχθεί, εκούσα άκουσα, στην αιχμή του δόρατος ενός αγώνα, με κωδικό όνομα «βιωσιμότητα του χρέους», που την ξεπερνά κατά πολύ: του αγώνα για το επόμενο μεγάλο κύμα της απομόχλευσης, που θα πρέπει να γίνει ομαλά προκειμένου να μην πάθει ατύχημα ο διεθνής καπιταλισμός. Απ’ το ξέσπασμα της κρίσης, το χρέος δεν παύει να αυξάνεται σε όλες τις ευρωπαϊκές χώρες, ακόμα και στις δημοσιονομικά πιο ενάρετες, όπως η Γερμανία.

Παρά τη συνταγματική κατοχύρωση το 2009 του λεγόμενου «φρένου χρέους», δηλαδή ενός μηχανισμού αυτόματου ισοσκελισμού των ελλειμματικών προϋπολογισμών, και παρά το γεγονός ότι τα δημόσια έσοδα της Γερμανίας βρίσκονται σε ιστορικά υψηλά, το συνολικό δημόσιο χρέος της γερμανικής ομοσπονδιακής κυβέρνησης, των κρατιδίων και των δήμων ανέρχεται σε 2,1 τρις ευρώ, ποσοστό αυξημένο κατά 1% σε σχέση με πέρυσι, ενώ πολλοί δήμοι (όπως η ίδια η πρωτεύουσα Βερολίνο) και κρατίδια (όπως η Έσση και η Σαξωνία-Άνχαλτ) έχουν δει το χρέος τους να εκτινάσσεται πάνω από 10 ποσοστιαίες μονάδες.

Αν, μάλιστα, συνυπολογισθούν στο δημόσιο χρέος και οι δημόσιες εγγυήσεις προς περιφερειακές τράπεζες και τοπικά ταμιευτήρια (Landesbanken και Sparkassen), οι οποίες αποτελούν τους χρηματοδοτικούς βραχίονες περιφερειακών κυβερνήσεων στο μεταπολεμικό γερμανικό οικονομικό μοντέλο, η Eurostat εκτιμά τη διευρυμένη έννοια του δημόσιου χρέους της Γερμανίας (που συμπεριλαμβάνει το σύνολο των ενδεχόμενων κρατικών υποχρεώσεων) ούτε λίγο ούτε πολύ στο 222% του ΑΕΠ!

Τι έχει συμβεί στο διεθνή καπιταλισμό και βλέπουμε τέτοια ιλιγγιώδη αύξηση του χρέους; Απ’ τη μεγάλη χρηματοπιστωτική απορύθμιση που ξεκίνησε επί Προεδρίας Ρέιγκαν και Πρωθυπουργίας Θάτσερ το 1980, τα περισσότερα δυτικά κράτη ακολουθούν το εξής νεοφιλελεύθερο σχήμα: άνοιγμα της ψαλίδας μεταξύ της διαρκούς ανόδου της παραγωγικότητας και της σχετικά στάσιμης αμοιβής της εργασίας, μείωση της φορολογικής πίεσης επί του κεφαλαίου και, ως αντιστάθμισμα, έμμεση επιδότηση του δανεισμού κρατών και ιδιωτών: σχεδόν οι μισές πιο πλούσιες κυβερνήσεις του κόσμου επιτρέπουν στους πολίτες τους να εξαιρούν τις πληρωμές τόκων για στεγαστικά δάνεια απ’ το φορολογητέο εισόδημά τους, ενώ σχεδόν όλες οι κυβερνήσεις επιτρέπουν στις εταιρείες να εξαιρούν απ’ τα φορολογητέα κέρδη τους τις πληρωμές για τον δανεισμό τους. Ακόμα και σήμερα, που τα επιτόκια δανεισμού των κρατών βρίσκονται κοντά στο μηδέν, οι έμμεσες επιδοτήσεις της δημιουργίας χρέους κοστίζουν στους προϋπολογισμούς ένα σημαντικό ποσοστό του ΑΕΠ, την ίδια στιγμή που η γενική τάση είναι η περικοπή των δαπανών του κοινωνικού κράτους, που αποτελούν μια μορφή αναδιανομής εισοδήματος για τη διατήρηση της κοινωνικής συνοχής.

Το φαινόμενο έχει μεταπηδήσει και στα νοικοκυριά. Οι πολίτες δανείζονται ολοένα και περισσότερα για να αγοράσουν ακίνητα και διαρκή καταναλωτικά αγαθά, κάτι που δεν θα έκαναν σε διαφορετική περίπτωση – αν δηλαδή δεν επιδοτούσαν το ιδιωτικό χρέος οι κυβερνήσεις –, με αποτέλεσμα την φούσκα των ακινήτων που έσκασε παταγωδώς το 2008. Αυτός ο μηχανισμός προσανατολίζει τον δανεισμό προς την διόγκωση της προσοδοθηρίας των ιδιοκτητών ακινήτων και των διαχειριστών χαρτοφυλακίων, αλλά αποστραγγίζει την πραγματική οικονομία από επενδύσεις σε καινούριες επιχειρήσεις και καινοτόμες ιδέες, υπονομεύοντας έτσι τα θεμέλια της ανάπτυξης.

Σήμερα που τα επιτόκια είναι εξαιρετικά χαμηλά, οι κυβερνήσεις μπορούν να μειώνουν ανταγωνιστικά τους φορολογικούς συντελεστές των εταιρειών κλείνοντας τις «φωλιές» έκπτωσης φόρου. Όμως όταν τα επιτόκια αρχίσουν ξανά να αυξάνονται, η επιδότηση χρέους θα γίνει και πάλι ο εύκολος πειρασμός, γιατί οι εθνικές κυβερνήσεις δε θέλουν να χάσουν την δημοφιλία τους στους ψηφοφόρους. Μόνο μια μεγάλη διεθνοποιημένη προσπάθεια, επ’ ευκαιρία της αναδιάρθρωσης ενός παραδειγματικά μη βιώσιμου χρέους όπως του ελληνικού, θα μπορούσε να ανοίξει ένα δρόμο για να ανασχεθεί αυτή η μεγάλη διαστρέβλωση του αρχικού πνεύματος του καπιταλισμού.

Facebook Comments