Προσγειώνοντας κάπως τις προσδοκίες για επέκταση του προγράμματος ποσοτικής χαλάρωσης που έχουν καλλιεργήσει τις προηγούμενες ημέρες στελέχη της ΕΚΤ, αλλά και χωρίς να τις διαψεύσει, ο πρόεδρος της Τράπεζας, Μάριο Ντράγκι, χαρακτήρισε χθες πρόωρη τη συζήτηση. Αφησε, ωστόσο, ανοικτό το ενδεχόμενο να ληφθεί η σχετική απόφαση αν κριθεί αναγκαίο από τις εξελίξεις στην παγκόσμια οικονομία παρά τις έντονες αντιρρήσεις πολλών στελεχών της Τράπεζας στους οποίους προσετέθη χθες ο Αυστριακός Ετβαλντ Νοβότνι.

Στην ακρόασή του ενώπιον της Επιτροπής Οικονομικών και Νομισματικών Υποθέσεων του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, ο κ. Ντράγκι υπογράμμισε πως το πρόγραμμα αγοράς ομολόγων διαθέτει έτσι κι αλλιώς αρκετή «εγγενή ευελιξία» και πως η Τράπεζα είναι έτοιμη να «προσαρμόσει το μέγεθός του, τη σύνθεσή του και τη διάρκειά του εάν καταστεί αναγκαία η περαιτέρω στήριξη από τη νομισματική πολιτική». Τόνισε, ωστόσο, πως η Τράπεζα «χρειάζεται περισσότερο καιρό για να διαπιστώσει συγκεκριμένα εάν η επιβράδυνση των αναδυόμενων αγορών είναι παροδική ή μόνιμη και να ανιχνευθούν οι παράγοντες που οδηγούν στην πτώση των τιμών των εμπορευμάτων και στην πρόσφατη αναταραχή στις αγορές». Προεξόφλησε, πάντως, ότι τελικά θα καθυστερήσει περισσότερο η σταθεροποίηση του πληθωρισμού της Ευρωζώνης σε επίπεδα κοντά στον στόχο του 2%.

Εχουν προηγηθεί τις τελευταίες ημέρες σχετικές τοποθετήσεις από στελέχη της ΕΚΤ, που άφησαν να εννοηθεί ότι εξετάζεται ήδη η προοπτική επέκτασης και διεύρυνσης του προγράμματος αγοράς ομολόγων. Ο επικεφαλής του οικονομικού επιτελείου της ΕΚΤ, Πίτερ Πρατ, δήλωσε συγκεκριμένα πως οι ιθύνοντες της Τράπεζας «δεν θα διστάσουν να δράσουν» αν διαπιστώσουν κίνδυνο. Παράλληλα, ο οικονομολόγος της Τράπεζας, Μπενουά Κερέ, προειδοποίησε πως «έχουν επιδεινωθεί» οι προοπτικές ανάπτυξης της Ευρωζώνης, ενώ δεν βοηθά η υψηλή ισοτιμία του ευρώ έναντι των σημαντικότερων εμπορικών της εταίρων. Οι τοποθετήσεις αυτές στελεχών της ΕΚΤ άρχισαν αμέσως μετά την απόφαση που έλαβε, την προηγούμενη εβδομάδα, η αμερικανική ομοσπονδιακή τράπεζα να τηρήσει στάση αναμονής, αναβάλλοντας προς το παρόν την αύξηση των επιτοκίων του δολαρίου, την πρώτη μετά τη μείωσή τους σε μηδενικά επίπεδα πριν από σχεδόν μία δεκαετία.

Η διστακτικότητα της Federal Reserve οφείλεται ασφαλώς στην ανησυχία για τους κινδύνους που απειλούν την παγκόσμια οικονομία, όταν η Κίνα επιβραδύνεται δραματικά συμπαρασύροντας αναδυόμενες ασιατικές οικονομίες και διεθνείς πιστωτικοί οργανισμοί όπως το ΔΝΤ και η Παγκόσμια Τράπεζα προειδοποιούν πως μια αύξηση των επιτοκίων του δολαρίου μπορεί να πλήξει και πάλι τις αναδυόμενες οικονομίες. Παρά τις διαβεβαιώσεις του Κινέζου προέδρου, η ανησυχία για την Κίνα εντείνεται διαρκώς, με τα τελευταία στοιχεία που δόθηκαν χθες να εμφανίζουν τον μεταποιητικό τομέα της στη μεγαλύτερη συρρίκνωση των τελευταίων έξι ετών. Τα στοιχεία φαίνεται να επιβεβαιώνουν τις τελευταίες εκτιμήσεις συμπεριλαμβανομένων εκείνων της Αναπτυξιακής Ασιατικής Τράπεζας, που φέρουν την κινεζική οικονομία να μην αναπτύσσεται περισσότερο από 6,8% φέτος.

Ο λόγος της ανησυχίας για την ΕΚΤ είναι ότι η επιβράδυνση της Κίνας έχει μειώσει σημαντικά τη ζήτηση για πρώτες ύλες, με αποτέλεσμα τη ραγδαία πτώση των τιμών τους, κάτι που εγκυμονεί κινδύνους αποπληθωρισμού στην Ευρωζώνη. Ηδη ο πληθωρισμός στην Ευρωζώνη είναι μόλις 0,1% και κάθε περαιτέρω πτώση των τιμών δυσχεραίνει τις προσπάθειες της ΕΚΤ να επαναφέρει τον δείκτη σε επίπεδα κοντά στον στόχο του 2%. Η προοπτική επέκτασης του προγράμματος ποσοτικής χαλάρωσης με στόχο την τόνωση του πληθωρισμού δεν βρίσκει, πάντως, σύμφωνους όλους τους αξιωματούχους της ΕΚΤ. Σε συνέντευξή του στο Bloomberg, ο Αυστριακός Ετβαλντ Νοβότνι τάχθηκε υπέρ της «σταθερότητας στη νομισματική πολιτική» και τόνισε πως «δεν πρέπει να ενεργούμε με υπερβολικό τρόπο». Κι ενώ δήλωσε προσωπικά αντίθετος με τις αγορές νέων τίτλων από την ΕΚΤ, ο κ. Νοβότνι παραδέχθηκε πως η απόφαση της Fed επηρεάζει τις άλλες κεντρικές τράπεζες.

Facebook Comments