Από την αιφνιδιαστική έναρξη των συγκρούσεων μεταξύ διαδηλωτών και δυνάμεων ασφαλείας στη γείτονα χώρα, πολλοί θυμήθηκαν την Αραβική Άνοιξη και αναρωτήθηκαν κατά πόσο η λαϊκή εξέγερση στην Τουρκία μοιάζει με τις αλυσιδωτές εξεγέρσεις των τελευταίων ετών στις αραβικές χώρες.

Είναι φανερό ότι ο παράγοντας της θρησκείας παίζει, στην περίπτωση της Τουρκίας, τον ακριβώς αντίστροφο ρόλο από ό,τι στην Αραβική Άνοιξη: πρόκειται για μιαν εξέγερση με σαφέστατο κεμαλικό και κοσμικό προσανατολισμό. Οι διαδηλωτές στρέφονται πρωτίστως εναντίον της προσπάθειας των λεγόμενων «μετριοπαθών» ισλαμιστών να επιβάλουν ολοένα και περισσότερες απαγορεύσεις και περιορισμούς στον τρόπο ζωής των Τούρκων πολιτών, από την κατανάλωση οινοπνευματωδών ποτών μέχρι την ενδυμασία των γυναικών και την καλλιτεχνική έκφραση. Από αυτήν την άποψη, προκαλεί ερωτηματικά η αμηχανία, αν όχι η ενστικτώδης απόρριψη του κινήματος εκ μέρους των Ελλήνων φιλελεύθερων.

Ενδεχομένως να υποκρύπτεται μια (ασφαλώς θεμιτή) δυσπιστία απέναντι στο κεμαλικό κατεστημένο και μια υπόρρητη αντίληψη ότι με το νεο-οθωμανισμό των Ερντογάν-Νταβούτογλου τα πράγματα κυλούν πιο ήρεμα στις διμερείς σχέσεις Ελλάδας-Τουρκίας. Ωστόσο, θα πρέπει να τονιστεί ότι όλες οι εξουσίες που μετατρέπονται σε ένα αυταρχικό και αρτηριοσκληρωτικό κατεστημένο λόγω της αλαζονείας που αναπτύσσουν σταδιακά όταν δε συναντούν επαρκή αντίβαρα, διχάζουν το λαό τους και σπαταλούν σημαντικό μέρος της πολιτικής τους νομιμοποίησης στο εσωτερικό. Αυτό φέρνει συνήθως ως αντιστάθμισμα κινήσεις εντυπωσιασμού με επίδειξη ισχύος στο πεδίο της εξωτερικής πολιτικής.

Σε κάθε περίπτωση, η Realpolitik δεν μπορεί να παραγνωρίσει τις εσωτερικές διεργασίες κάθε κράτους: ο αυταρχισμός οδηγεί εγγενώς σε αστάθεια λόγω της άρθρωσης ενός δυναμικού χειραφετητικού προτάγματος με στόχο τη μετάβαση σε μιαν άλλη πολιτική πραγματικότητα, η οποία θα αναδείξει την πρωταρχική αξία της ατομικής και συλλογικής ελευθερίας των υποκειμένων. Και η εσωτερική αστάθεια συχνά οξύνει τις επιθετικές διαθέσεις των περιφερειακών δυνάμεων.

Λίγοι θυμούνται σήμερα πως η εμφάνιση του φιλελευθερισμού είναι συνδεδεμένη, όχι μόνο με τη διάκριση των εξουσιών και την περιορισμένη συνταγματική μοναρχία στην Αγγλία του 17ου αιώνα, αλλά και με την ηθική θεμελίωση του δικαιώματος πολιτικής ανυπακοής απέναντι στην τυραννία, όπως το ανέλυσε κλασικά ο John Locke ως διάκριση μεταξύ της νομιμότητας, από τη μια μεριά, και της νομιμοποίησης της πολιτικής εξουσίας και του δικαίου που πηγάζει από αυτήν, από την άλλη. Η διάκριση ανάγεται στα ίδια τα θεμέλια του δικαίου, ιδίως δε στην απαίτηση του τελευταίου να οργανώνει και να θέτει σε κίνηση τη νόμιμη βία του κράτους επί των προσώπων που υπάγονται στη δικαιοδοσία του.

Είναι πολύ γνωστό ότι για τον Locke, «οι κυβερνήσεις μπορούν να διαλύονται […] όταν η νομοθετική εξουσία, ή ο Πρίγκιπας, δρουν με τρόπο που να παραβιάζει την εμπιστοσύνη που τους είχαν δείξει και την εξουσία που τους είχαν παραχωρήσει», με άλλα λόγια, όταν οι κυβερνώντες χάσουν τη νομιμοποίηση που απολάμβαναν από τους κυβερνώμενους. Μάλιστα ο Locke θεμελιώνει θεωρητικά το δικαίωμα αντίστασης και εκδίωξης των κυβερνώντων που προδίδουν τόσο το κοινωνικό συμβόλαιο όσο και την αποστολή τους διαπράττοντας σοβαρές καταχρήσεις εξουσίας κατά των φυσικών και αναπαλλοτρίωτων δικαιωμάτων των ατόμων.


Το ζήτημα της κοινωνικής νομιμοποίησης της πολιτικής εξουσίας διά της συναινέσεως των πολιτών, σε συνδυασμό με την άνθηση της προσωπικότητας του ατόμου, γίνεται το κυρίαρχο πολιτικό ζήτημα από τις μεγάλες επαναστάσεις του 18ου αιώνα και μετά. Σε αυτό έρχεται να προστεθεί, από τον 19ο αιώνα, το μεγάλο ζήτημα της δίκαιης κατανομής του παραγόμενου πλούτου σε κάθε κοινωνία.

Τα γεγονότα της Τουρκίας επιβεβαιώνουν ότι η αναγνώριση της αυτονομίας και ελευθερίας των ατόμων, η κοινωνική δικαιοσύνη και η προστασία της κοινωνικής συνοχής και του περιβάλλοντος ως δημόσιων αγαθών, αποτελούν το απώτατο όριο άσκησης της κρατικής εξουσίας, ακόμα και σε ραγδαία αναπτυσσόμενες οικονομίες.

Facebook Comments