Αυστηρή απάντηση με πολλαπλά μηνύματα έστειλε το πρωί η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα σε σχέση με τις προσπάθειες των κυβερνώντων κομμάτων να αλλάξουν τη σύνθεση του διοικητικού συμβουλίου της Κεντρικής Τράπεζας.

Η ΕΚΤ εκφράζει σωρεία προβληματισμών με την πρόταση νόμου θέτοντας ξεκάθαρα θέμα ανεξαρτησίας της Κεντρικής Τράπεζας, και αφήνοντας να νοηθεί ότι υπάρχει πιθανή παράβαση της Συνθήκης της ΕΕ σε σχέση με την ανεξαρτησία.

Είναι η πολλοστή φορά τις τελευταίες μέρες που οι πιστωτές της Κύπρου απορρίπτουν τις προσπάθειες που γίνονται στο κοινοβούλιο – κυρίως από τον πρόεδρο του ΔΗΣΥ, Αβέρωφ Νεοφύτου – να αλλάξουν βασικές νομοθεσίες σε σχέση με την Κεντρική Τράπεζα.

Προηγήθηκε η απόρριψη της πρότασης νόμου για αλλαγές στο καθεστώτος εξυγίανσης της Τρ. Κύπρου και στις εξουσίες της αρχής εξυγίανσης. Απορρίφθηκαν επίσης αιτήματα για χαλαρώσεις των περιορισμών στη διακίνηση κεφαλαίων.

Αυτή είναι η πρώτη φορά όμως που η διαφωνία των πιστωτών με τις ενέργειες των κυπριακών αρχών είναι δημόσια.

Η πρόταση της βουλής, που αναθεωρήθηκε ήδη δύο φορές, προνοεί το διορισμό δύο εκτελεστικών συμβούλων στο ΔΣ της Κεντρικής Τράπεζας.

Η ΕΚΤ αναφέρει στην γνωμάτευσή που υπογράφει ο Mario Draghi ότι, «ως γενική παρατήρηση, οποιαδήποτε διάταξη δυνάμει της οποίας ανατίθενται τα σχετικά με το ΕΣΚΤ καθήκοντα του Διοικητή μιας εθνικής κεντρικής τράπεζας (ΕθνΚΤ) σε εκτελεστικό σύμβουλο ή απαιτείται η σύμφωνη γνώμη του Συμβουλίου της εν λόγω ΕθνΚΤ για τη λήψη αποφάσεων από τον Διοικητή προκαλεί προβληματισμούς σχετικά με την ικανότητα του Διοικητή να ασκεί ανεξάρτητα τα σχετικά με το ΕΣΚΤ καθήκοντα που του ανατίθενται, εκτός αν οι εκτελεστικοί σύμβουλοι και τα μέλη του Συμβουλίου της ΕθνΚΤ υπόκεινται στις ίδιες νομικές απαιτήσεις και εγγυήσεις ανεξαρτησίας με αυτές στις οποίες υπόκειται ο Διοικητής της ΕθνΚΤ. Τούτο δεν θα ήταν συμβατό με το άρθρο 130 της Συνθήκης και το άρθρο 7 του καταστατικού του Ευρωπαϊκού Συστήματος Κεντρικών Τραπεζών και της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (εφεξής το «καταστατικό του ΕΣΚΤ»). Ο Διοικητής δεν πρέπει να επηρεάζεται από εκτελεστικό σύμβουλο ή από τα μέλη του Συμβουλίου κατά την ενάσκηση των σχετικών με το ΕΣΚΤ καθηκόντων, τα οποία με βάση το εθνικό δίκαιο ανατίθενται κατ’ αποκλειστικότητα στον Διοικητή», τονίζει.

Η ΕΚΤ θεωρεί ότι το σχέδιο νόμου στερείται σαφήνειας αναφορικά με τη φύση των εξουσιών των εκτελεστικών συμβούλων και την κατανομή των αρμοδιοτήτων ανάμεσα στο Συμβούλιο και τον Διοικητή.
Στην περίπτωση της Κύπρου, η ΕΚΤ κατανοεί ότι οι αρμοδιότητες του Διοικητή της ΚΤΚ απορρέουν τόσο από το πρωτογενές δίκαιο της Ένωσης –συγκεκριμένα από το καταστατικό του ΕΣΚΤ–, όσο και από το Σύνταγμα της Κυπριακής Δημοκρατίας.

Αν και το σχέδιο νόμου επιδιώκει την ανάθεση εκτελεστικών εξουσιών σε δύο μέλη του Συμβουλίου, πλέον του Διοικητή, δεν διευκρινίζει το εφαρμοστέο στην ΚΤΚ πλαίσιο εταιρικής διακυβέρνησης μετά τη θέση σε ισχύ του σχεδίου νόμου.

Κατά την άποψη της ΕΚΤ, το σχέδιο νόμου θα πρέπει να είναι σαφές σε ό,τι αφορά: α) το ακριβές πεδίο εφαρμογής των εξουσιών και των καθηκόντων που ανατίθενται στους εκτελεστικούς συμβούλους, β) τα όρια των αρμοδιοτήτων των εκτελεστικών συμβούλων όταν συνδράμουν τον Διοικητή, ιδίως, αναφορικά με το εάν οι εκτελεστικοί σύμβουλοι θα έχουν εξουσίες λήψης αποφάσεων4, και γ) τη θέση των προτεινόμενων εκτελεστικών συμβούλων στις δομές εσωτερικής οργάνωσης της ΚΤΚ, λ.χ. εάν το προσωπικό της ΚΤΚ θα αναφέρεται απευθείας στους εκτελεστικούς σύμβουλους.

«Ειδικότερα, η ανεξαρτησία του Διοικητή της ΚΤΚ πρέπει να ενισχυθεί διασφαλίζοντας ότι η παροχή συνδρομής από τους εκτελεστικούς συμβούλους προς τον Διοικητή θα διενεργείται υπό την εποπτεία του Διοικητή. Δίχως σαφήνεια όσον αφορά τα παραπάνω, η ΕΚΤ εκφράζει τον προβληματισμό ότι οι διαδικασίες λήψης αποφάσεων της ΚΤΚ θα παρακωλύονται», τονίζεται από την ΕΚΤ.

Η αποσαφήνιση της κατανομής των αρμοδιοτήτων ανάμεσα στο Συμβούλιο και τον Διοικητή είναι επίσης αναγκαία, προκειμένου να διασφαλιστεί ότι το σχέδιο νόμου δεν παρεμβαίνει στις απαιτήσεις ανεξαρτησίας της κεντρικής τράπεζας, σημειώνεται.

Η ΕΚΤ σημειώνει ότι, σύμφωνα με τις ενότητες 15 και 17 του περί της Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου Νόμου, α) το Συμβούλιο δεν είναι αρμόδιο αναφορικά με ζητήματα που εμπίπτουν στην αρμοδιότητα του Ευρωπαϊκού Συστήματος Κεντρικών Τραπεζών (ΕΣΚΤ), και β) το Συμβούλιο, κατά την άσκηση των καθηκόντων του, θα πρέπει να λαμβάνει δεόντως υπόψη τον ρόλο του Διοικητή ως μέλους του διοικητικού συμβουλίου και του γενικού συμβουλίου της ΕΚΤ. Οι ενότητες 17 και 17A, όπως τροποποιούνται ή εισάγονται από το σχέδιο νόμου, προβλέπουν ότι οι προτεινόμενες διατάξεις τελούν υπό την επιφύλαξη των εξουσιών του ΕΣΚΤ και της ΕΚΤ, καθώς και της Συνθήκης και του καταστατικού του ΕΣΚΤ. Παρά ταύτα, η ΕΚΤ καλεί την αιτούσα αρχή να αποσαφηνίσει την αλληλεπίδραση μεταξύ των εξουσιών που πρόσφατα ανατέθηκαν σε δύο από τα μέλη του Συμβουλίου και της προτεινόμενης συμμόρφωσης της δομής διακυβέρνησης με τις απαιτήσεις ανεξαρτησίας της κεντρικής τράπεζας.

«Η ΕΚΤ επισημαίνει ότι επί του παρόντος υπάρχουν κενές θέσεις στο Συμβούλιο. Δεδομένου τούτου, δεν είναι σαφής ο λόγος για τον οποίον αυξάνεται ο αριθμός των μελών του Συμβουλίου, λαμβάνοντας υπόψη: α) τον διορισμό των εκτελεστικών συμβούλων, και β) την απαίτηση περί σύμφωνης γνώμης του Συμβουλίου για τη λήψη αποφάσεων που αφορούν την εφαρμογή της πολιτικής της ΚΤΚ»

Και προσθέτει: «Για την ανεξαρτησία της κεντρικής τράπεζας απαιτείται ένα σταθερό νομικό πλαίσιο λειτουργίας της κεντρικής τράπεζας. Συχνές μεταρρυθμίσεις του νομικού πλαισίου ενδέχεται να επηρεάσουν αρνητικά την οργανωτική και διοικητική σταθερότητα μίας ΕθνΚΤ και ως εκ τούτου να θίξουν τη θεσμική ανεξαρτησία της».

«Η ΕΚΤ διατυπώνει επίσης προβληματισμούς σχετικά με μέτρα τα οποία μπορεί να θίξουν την προσωπική ανεξαρτησία των μελών του Συμβουλίου. Οι κυπριακές αρχές υποχρεούνται να διασφαλίζουν ότι κάθε τροποποίηση των νομοθετικών διατάξεων που διέπουν τις αποδοχές των μελών του Συμβουλίου της ΚΤΚ θα αποφασίζεται σε συνεργασία με την ΚΤΚ, λαμβάνοντας δεόντως υπόψη την γνώμη της ΚΤΚ, ώστε να προστατεύεται η αυτονομία της αναφορικά με ζητήματα που αφορούν το προσωπικό της, η οποία αποτελεί πτυχή της αρχής της ανεξαρτησίας των κεντρικών τραπεζών, σύμφωνα με το άρθρο 130 της Συνθήκης. Επιπλέον, προκειμένου να επιτυγχάνεται συμμόρφωση με τις προϋποθέσεις της Συνθήκης σχετικά με την προσωπική ανεξαρτησία των μελών των οργάνων λήψεως αποφάσεων των ΕθνΚΤ που συμμετέχουν στην εκπλήρωση των καθηκόντων του ΕΣΚΤ, αναπροσαρμογές των αποδοχών δε θα πρέπει να επηρεάζουν τους όρους υπό τους οποίους τα εν λόγω μέλη διορίστηκαν».

«Δεδομένων των παραπάνω προβληματισμών, η ΕΚΤ καλεί την αιτούσα αρχή να λάβει τα κατάλληλα μέτρα, ώστε να διαφυλαχθεί η ανεξαρτησία της ΚΤΚ και των μελών των οργάνων λήψης αποφάσεων που συμμετέχουν στην εκπλήρωση των καθηκόντων του ΕΣΚΤ», καταλήγει η ΕΚΤ.

Facebook Comments