Αυτό που πλέον μπορώ να πω με σιγουριά έπειτα από πολλά χρόνια μελέτης της ελληνικής νεο – κουλτούρας είναι ότι χωρίζεται σε δύο στρατόπεδα: στο «ψευδοεθνικό» και στο «διεθνιστικό».

Στο πρώτο, ανήκει σύσσωμη η κομμουνιστογενής αριστερά ως να είναι αυτή που διαφυλάσσει την «εθνική» ανεξαρτησία από τα επεκτατικά καπιταλιστικά συμφέροντα που απεργάζονται την σύνθλιψη και αφαίρεση των μέσων παραγωγής των εργατών Ελλήνων. Οικονομικά, η αυτοαποκαλούμενη «λαϊκή δεξιά» συμφωνεί με αυτήν την ταξική ανάλυση. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε ότι πολλοί από τον χώρο αυτό είχαν μαγευτεί από τον λόγο του Αντρέα. Υποτίθεται δε ότι η αυτοαποκαλούμενη ως «λαϊκή δεξιά» διαφωνεί με την κομμουνιστογενή αριστερά στα εθνοκοινωνικά ζητήματα όπως είναι η σχέση του ελληνισμού με την Ορθοδοξία, οι παρελάσεις, το σύμφωνο συμβίωσης το λαθρομεταναστευτικό κλπ.

Στο δεύτερο, ανήκει η «διεθνιστική» πτέρυγα που με παντελώς άκριτο τρόπο αποδέχεται την πλήρη διεθνοποίηση της χώρας και την εισαγωγή δυτικών θεσμών, δυτικής οικονομικής πολιτικής, υποχώρηση στα γεωπολιτικά θέλω των δυτικών διότι η διεκδίκηση των εκ μέρους των Ελλήνων θεωρείται «εθνικιστικός μικρομεγαλισμός», κατάργηση του στρατού, δημιουργία διεθνιστικής παιδείας με στόχο τον πλήρη εξευρωπαϊσμό της συνειδήσεως του ελληνικού πληθυσμού αλλά και αποτίναξης κάθε εθνικού στοιχείου ως δήθεν υπευθύνου για την κατάντια της χώρας. Το φαινόμενο αυτό λίγο πολύ έχει χαρακτηριστεί περιπαικτικά ως Ευρωλιγουρισμός ενώ ουσιαστικά το έχει αποδώσει με τον καλύτερο δυνατό τρόπο ο Κικέρων: γραικύλοι, ήτοι, οι υπόδουλοι πνευματικά Έλληνες που καμώνονται τους ξένους, ήτοι πηθικισμός ή σύνδρομο του ιθαγενούς. Η εκσυγχρονιστική πτέρυγα της αριστεράς είναι προεξάρχουσα αυτού του πνεύματος με κύριο εκφραστή της τον Κώστα Σημίτη και την πενυματική παρακαταθήκη του. Ενώ από την κεντροδεξιά πτέρυγα η συνιστώσα του Μητσοτακισμού και μία μερίδα του Καραμανλισμού προσχωρεί σε αυτήν την άποψη. Πολλοί εξ αυτών ανήκουν στην οικονομική ελίτ και αισθάνονται ότι διαθέτουν περισσότερα κοινά με τις ελίτ άλλων χωρών παρά με την «πλέμπα» των συμπατριωτών τους. Στα ζητήματα της οικονομίας εκσυγχρονιστές και φιλελεύθεροι διαφωνούν απλά για το ποιος θα κατέχει το 51% των δημοσίων οργανισμών, ήτοι το δημόσιο ή ο ιδιωτικός τομέας. Η απέχθειά τους για την εθνική ετερότητα παραμερίζει τον «φιλελευθερισμό» τους και προκρίνει υπερκρατικά σχήματα όπου η εξουσία συσσωρεύεται σε ένα υπερεθνικό κέντρο. Δεν είναι τυχαίο ότι το όνειρό τους είναι το Ευρωκράτος ασχέτως εάν αυτό συνεπάγεται πολιτικές εκ των άνω και όχι από τα κάτω προς τα πάνω όπως προκρίνει ο Φιλελευθερισμός. Η δε κεντροδεξιά πτέρυγα δήθεν ανθίσταται στην «γραφειοκρατία των Βρυξελλών» όσον αφορά το οικονομικό πεδίο αλλά φυσικά είναι προσχηματικός ο τρόπος με τον οποίο ασκείται η κριτική.

Λείπει λοιπόν ο Τρίτος Δρόμος, το τέκνο του πραγματικού πνεύματος του Διαφωτισμού και του Συντηρητισμού: ο Εθνικός Φιλελευθερισμός. Η ιδεολογία και το κοσμοσύστημα εκείνο που στα κοινωνικά ζητήματα είναι ορθολογικά Συντηρητικό, υπέρ της Εθνικής Κοινωνίας και Παιδείας. Σεβάσμιο προς της Ορθοδοξία αλλά ενάντιο προς την κατήχηση και αλλοτρίωση του κοσμικού χαρακτήρα του πολιτεύματος, αλλά, εν πάση περιπτώσει, υπερασπιζόμενο τους τρεις πυλώνες της Δύσεως: Αθήνα – Ρώμη – Χριστιανισμός. Η σχέση με την Δύση δεν είναι εχθρική, αλλά δεν είναι και μεταπρατική, άκριτη. Το σχήμα του Έθνους – Κράτους είναι ο προαγωγός της Ελευθερίας και της αποσυσσώρευσης της ισχύος προς τα κάτω, ήτοι μεταξύ Ευρωκράτους και Έθνους – Κράτους υπέρ του δευτέρου και μεταξύ Έθνους – Κράτους και τοπικών κοινωνιών πάλι υπέρ των δευτέρων. Πιστεύει στον ισχυρό στρατό και την κατίσχυση μίας κυρίαρχης Εθνικής Κουλτούρας και όχι ενός πολυπολιτισμικού σχήματος. Στην οικονομία δε δεν προκρίνεται η παγκοσμιοποίηση άνευ όρων αλλά η παγκοσμιοποίηση αλά κάρτ, εκείνη δηλαδή που προωθεί έναν Εθνικό Καπιταλισμό και έχει ως στόχο την ανάδειξη με αξιοκρατικό τρόπο την αέναη εθνική κοινωνική κινητικότητα και μάλιστα μία εθνική αστική τάξη που να προέρχεται από τα δυναμικά μικρομεσαία στρώματα. Μεταξύ απρόσωπων εταιρικών σχημάτων προκρίνει την παλαιοκαπιταλιστική συγκρότηση του Σούμπετερ και άρα την λογική «κάθε 10 οικογένειες μία επιχείρηση». Και όχι την απρόσωπη μισθωτή εργασία, παρακαταθήκη της διεθνούς Σοσιαλδημοκρατίας για την διαιώνιση της ταξικής πάλης του μισθωτού εργαζομένου. Το κενό είναι τεράστιο στην Πολιτική ζωή του τόπου και η δημιουργία ενός τέτοιου πολιτικού φορέα θα είναι ό,τι ριζοσπαστικότερο έχει συμβεί από το 1909.

Ρομαντικά υπενθυμίζω την ενδιαφέρουσα άποψη του Γάλλου φιλέλληνα Εντγκάρ Κινέ σχετικά με την επέμβαση των συμμάχων στο Ναυαρίνο:

«Ή απαρχή της εθνικής ζωής των Ελλήνων αποδίδεται συχνά σε ευεργετική πρωτοβουλία των ξένων, ενώ ή αλήθεια είναι πώς οι Έλληνες οφείλουν την απελευθέρωσή τους στους εαυτούς τους. Η ελευθερία τους είναι έργο των χειρών τους. Η Ευρώπη αποφάσισε την επέμβαση ( στο Ναυαρίνο ) ύστερα από επτά χρόνια, αφού χόρτασε το θέαμα της σφαγής. Αυτή ή βραδεία εξόντωση δίνει δικαιώματα σ’ αυτούς πού επιβίωσαν. Ένα δένδρο πού ποτίστηκε με ποταμούς αίματος δεν ξεριζώνεται από κανέναν. Μ’ όλες τις κακολογίες και τις εντυπώσεις , το δένδρο θα μεγαλώσει και θα προσφέρει τον ίσκιο του στην Ελληνική φυλή».

Facebook Comments