Με τη φράση «Εμείς οι φιλελεύθεροι» μου απευθύνθηκε η φίλη μου Θάλεια Ντόκα. Προφανώς λάθεψε, αφού διάφοροι άλλοι φίλοι στη Δράση αντιμετωπίζουν με αμηχανία τη δήλωσή μου ότι δεν είμαι φιλελεύθερος. Μου έδωσε όμως μια ευκαιρία να εξηγήσω για ποιους λόγους δεν θεωρώ τον εαυτό μου φιλελεύθερο και τους παραθέτω πολύ συνοπτικά, ζητώντας εκ προοιμίου επιείκια για τυχόν κενά.

Τους χωρίζω σε δυο κατηγορίες: Λόγους που έχουν να κάνουν γενικά με την ένταξη σε ιδεολογίες και λόγους που έχουν να κάνουν με τον οικονομικό (όχι τον πολιτικό) φιλελευθερισμό.

1.Οι γενικότεροι λόγοι.

Στην αριστερά έχω κολλήσει συντάξιμα ένσημα και έχω κάνει παρέα με λογής αριστερούς, σοσιαλιστές, κομμουνιστές, τροτσκιστές και λογιών άλλες φράξιες. Η ενασχόληση μου όμως με τα κοινά, με οδήγησε να βιώσω -δηλαδή να παρατηρήσω από κοντά- άλλες ιδεολογίες που κατά καιρούς μεσουράνησαν στην Ελλάδα, όπως η σοσιαλιστική τύπου ΠΑΣΟΚ, η εθνικιστική τύπου χούντας, η λαϊκή δεξιά. Τέλος συναναστρέφομαι επτά χρόνια αισίως με άτομα που αυτοπροσδιορίζονται ως φιλελεύθερα, είτε ανήκουν στη Δράση όπως εγώ, είτε όχι.

Από όλη αυτή την εμπειρία έβγαλα το συμπέρασμα ότι κάθε ιδεολογία τείνει να μετατραπεί σε δόγμα μέσα στη συνείδηση των οπαδών της. Είναι φυσιολογικό και ανθρώπινο: Από τη στιγμή που κάποιος θα δηλώσει οπαδός μιας ιδεολογικής σχολής, πέφτει στην παγίδα. Οφείλει να την υπερασπιστεί μέχρι τέλους, σε όλες τις εκφάνσεις της, εναντίον κάθε επίθεσης που δέχεται από οπουδήποτε. Αλλιώς κινδυνεύει να λοιδορηθεί τουλάχιστον ως ασυνεπής. Αυτή η πανταχόθεν υπεράσπιση κλείνει και σκληραίνει τον ιδεολογικό χώρο, για να τον θωρακίσει απέναντι σε όλες τις επιθέσεις. Τον απομακρύνει, με αυτό τον τρόπο, από την κοινωνική πραγματικότητα που είναι σύνθετη και αβέβαιη. Οποιαδήποτε κλειστή και θωρακισμένη ιδεολογία οφείλει να δίνει τις δικές της λύσεις/ απαντήσεις σε όλα τα προβλήματα, ώστε να αποκρούει τους εχθρούς και να συσπειρώνει τους οπαδούς, διαλύοντάς τους κάθε αμφιβολία. Ακόμα και το φωτεινό μυαλό του φιλελευθερισμού Φρίντριχ Χάγιεκ αναγκάστηκε να δηλώσει «προτιμώ έναν φιλελεύθερο δικτάτορα από μια μη φιλελεύθερη δημοκρατική κυβέρνηση» όταν ρωτήθηκε για τον Πινοσέτ που ανέτρεψε τη νόμιμη αριστερή κυβέρνηση Αλλιέντε. Αναρωτιέμαι πόσο αυτή η δήλωση, θα μπορούσε να αποτελεί δόγμα, ήτοι ευαγγέλιο, για κάποιους οπαδούς του. Άραγε θα υποστήριζαν ένα φιλελεύθερο πραξικόπημα εναντίον της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ;

Ο οπαδισμός έχει έντονο το θρησκευτικό στοιχείο. Και είναι χαρακτηριστικό το γκράφιτι στο γήπεδο του παναθηναϊκού που γράφει «Ο ΠΑΟ είναι θρησκεία». Και προφανώς είναι θρησκεία, αφού έχει πιστούς. Αν όμως το ποδόσφαιρο είναι θρησκεία, τότε θρησκεία γίνεται και η ιδεολογία όταν αποκτά πιστούς αντί για κριτικά συμφωνούντες.

Τι σημαίνει «κριτικά συμφωνούντες»; Σημαίνει πως δέχεσαι την αξία κάποιων βασικών σημείων της ιδεολογίας χωρίς όμως να την υπερασπίζεσαι ολοκληρωτικά, ούτε να θέλεις να την εφαρμόσεις στο σύνολό της. Κυρίως χωρίς να θεωρείς ότι τελικά θα επικρατήσει στη γη με ντετερμινιστικό τρόπο, όπως π.χ. θα επικρατήσει ο κομμουνισμός για τους κομμουνιστές ή η αρία φυλή ως δαρβινικά ανώτερη κατά τους ναζί.

Έχω δει φιλελεύθερους να αντιμετωπίζουν την ιδεολογία τους, όπως ακριβώς οι Κνίτες τη δικιά τους: ψάχνοντας τα «ιερά βιβλία» της ιδεολογίας για να αντλήσουν επιχειρήματα εναντίον οποιασδήποτε γνώμης του «αντιπάλου», ζώντας σε κλειστές παρέες συναναστροφής, διασπώμενοι μεταξύ τους σε αιρέσεις (όπως οι χριστιανοί, οι μωαμεθανοί, οι Εβραίοι, οι κομμουνιστές) όπου η κάθε μια κατέχει την πραγματική αλήθεια σε αντίθεση με τους υπόλοιπους «αναθεωρητές» ή τους «προδότες». Το σχετικό αριστερό σύνθημα «εμείς, εμείς, οι μόνοι συνεπείς» έχει εφαρμογή σε όλες τις ιδεολογίες. Επιπλέον, πίσω από τις ιδεολογίες και τις ιδεολογικές διαφορές κρύβονται καμιά φορά προσωπικά συμφέροντα ή προσωπικές στρατηγικές, ακριβώς όπως συμβαίνει και με τις θρησκείες.

2.Οι λόγοι που αφορούν ειδικότερα τον οικονομικό φιλελευθερισμό.

Μου είναι σαφές ότι η χώρα μας, αυτή τη στιγμή αλλά και από συστάσεως ελληνικού κράτους, πρέπει να υιοθετήσει φιλελεύθερα μέτρα συρρίκνωσης του κράτους, δίνοντας ανάσα στην ιδιωτική πρωτοβουλία, ώστε να παραχθεί ο πλούτος που τόσο μας λείπει. Ωστόσο, δεν θα συμφωνήσω με τους ακραιφνείς φιλελεύθερους που επιδιώκουν την εφαρμογή αυτής της πολιτικής σε όλους τους τόπους και σε όλους τους χρόνους.

Δυο παραδείγματα. Το πρώτο από τις προηγμένες χώρες. Αν το κράτος δεν παρενέβαινε με νόμους αντιτράστ, τότε η μελλοντολογία του Μαρξ για τη συγκέντρωση και συγκεντροποίηση του κεφαλαίου, με σβήσιμο του ανταγωνισμού και τελική κατάληξη στο ένα και μοναδικό υπερμονοπώλιο, θα γινόταν πιθανόν πραγματικότητα. Η αγορά τότε θα αυτοκαταργούνταν. Και μαζί της θα καταργούνταν όλες οι ελευθερίες που πηγάζουν από την ελευθερία της αγοράς. Είναι -ας το πούμε έτσι- το παράδοξο να παίρνει μέτρα το κράτος κατά της ελεύθερης αγοράς και της οικονομικής ελευθερίας για να προστατεύσει την ελεύθερη αγορά και την οικονομική ελευθερία.

Το δεύτερο παράδειγμα είναι από τις υποανάπτυκτες πρωτόγονες χώρες. Εκεί δεν υφίσταται αγορά. Η παρέμβαση του κράτους δεν στερεί την ελευθερία των πολιτών. Αντίθετα, την διευρύνει προσφέροντας αγαθά και τεχνογνωσία που η κοινωνία δεν αναπτύχθηκε τόσο ώστε να μπορέσει να δημιουργήσει. Κλασσική περίπτωση είναι η Ρωσία, στην οποία έπρεπε να πάρουν την εξουσία οι μπολσεβίκοι για να την εξηλεκτρίσουν. Όπως συμφώνησε ο καθηγητής κ. Μπήτρος, η εξουσία των μπολσεβίκων στην αρχή της ήταν για τους Ρώσους αναπτυξιακή, δηλαδή προοδευτική. Ήταν η συνέχεια του κρατισμού, του αυταρχισμού, της έλλειψης της ελεύθερης αγοράς και συνεπώς της ελευθερίας, που ανέκοψε και τελικά κατάργησε την ανάπτυξη, οδηγώντας στην κατάρρευση.

Γενικότερα, χωρίς να είμαι οικονομολόγος, νομίζω ότι η επιστήμη της οικονομίας είναι μια επιστήμη εμπειρική. Προσπαθεί να ερμηνεύσει και να καθοδηγήσει την οικονομική συμπεριφορά ατόμων και κοινωνιών, αλλά αυτό δεν μπορεί παρά να το κάνει εμπειρικά. Δημιουργεί λοιπόν «σχολές» οικονομικών θεωριών, που όμως επηρεάζονται από τις γενικότερες φιλοσοφικές και πολιτικές πεποιθήσεις των ιδρυτών και των οπαδών τους. Αυτές οι σχολές, αν δεν αναπροσαρμόζονται τροφοδοτούμενες από τις νέες εμπειρίες, καταλήγουν σε πάγιες (παγωμένες) θεωρίες.

Πιστεύω σχηματικά ότι η οικονομία είναι κάτι σαν ένα εκκρεμές που κινείται μεταξύ δυο άκρων. Στο ένα άκρο βρίσκεται η ιδιωτική ασυδοσία (βλ. μονοπώλια, καρτέλ, τραστ) και στο άλλο άκρο βρίσκεται ο άκρατος κρατικισμός (βλ. Σοβιετία, Κίνα, Β. Κορέα, Κούβα). Και οι δυο αυτές καταστάσεις μάχονται τη δημοκρατία, τον πολιτικό φιλελευθερισμό και τελικά την ευημερία των ανθρώπων. Εκείνοι λοιπόν που θέλουν να αγωνίζονται για αυτές τις αξίες οφείλουν να υποστηρίζουν μέτρα κρατικής παρέμβασης με διορθωτικές κινήσεις: συγκράτηση του φιλελεύθερου laissez faire όταν το εκκρεμές οδηγείται προς το άκρο της ασυδοσίας και μέτρα φιλελευθερισμού όταν το εκκρεμές οδηγείται στο άκρο του κρατισμού. Μια τέτοια αντίληψη όμως σε ποια ιδεολογία χωράει;

3.      Η Δράση

Η ιδρυτική διακήρυξη του κόμματος που ίδρυσε ο Στέφανος Μάνος και του οποίου είμαι ιδρυτικό μέλος αποφεύγει σοφά τη λέξη φιλελευθερισμός ή παράγωγό της. Αυτοπροσδιορίζεται ως «κόμμα της κοινής λογικής» και πιστεύω πως αυτό καλύπτει όλους τους οπαδούς της κοινής λογικής: φιλελεύθερους ή μη. Διότι αυτό είναι που λείπει από την καθυστερημένη κοινωνία μας: η κοινή λογική.

Facebook Comments