Τη μείωση των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων (ΜΕΑ) τους έως το 2019 στα 67 δισ. ευρώ από 108 δισ. ευρώ σήμερα, προβλέπουν τα σχέδια που κατέθεσαν στα τέλη Ιουνίου στην Τράπεζα της Ελλάδος, οι 4 συστημικοί όμιλοι.
 
Μέσα στα επόμενα 3,5 χρόνια, το εγχώριο τραπεζικό σύστημα θα πρέπει, βάση των στόχων που τέθηκαν, να έχει απαλλαγεί από προβληματικά στοιχεία ενεργητικού της τάξης των 41 δισ. ευρώ.
 
Σύμφωνα με το νέο στρατηγικό σχεδιασμό που έχουν εγκρίνει οι εποπτικές αρχές για κάθε τράπεζα χωριστά, οι περισσότερες «κόκκινες» χορηγήσεις θα αναδιαρθρωθούν / ρυθμιστούν, με στόχο να καταστούν ξανά ενήμερες.
 
Ενα μεγάλο ποσό ωστόσο, που μπορεί να φτάσει και τα 13 δισ. ευρώ, θα προσπαθήσουν να ανακτήσουν οι τράπεζες με επιθετικές κινήσεις, που περιλαμβάνουν πώληση δανείων σε τρίτους, αλλά και ρευστοποίηση των εξασφαλίσεων που διακρατούν.
 
Πρόκειται για κρίσιμες για τη μεσοπρόθεσμη κερδοφορία των εγχώριων ομίλων δράσεις. Κι αυτό διότι κάθε αντιστροφή πρόβλεψης που διενεργήθηκε στο παρελθόν για επισφαλείς απαιτήσεις, βελτιώνει ισόποσα τα αποτελέσματα.
 
Όπως ανέφερε μιλώντας στην στην Επιτροπή Οικονομικών Υποθέσεων της Βουλής ο διοικητής της κεντρικής τράπεζας Γ. Στουρνάρας, η μείωση αυτή αναμένεται ότι θα προκύψει:
 
Πρώτον, από την ανάκαμψη της οικονομίας και τη συνεπακόλουθη επιστροφή σε κερδοφορία σημαντικού μέρους των επιχειρήσεων και,
 
Δεύτερον, από την επιτυχή ρύθμιση/αναδιάρθρωση οφειλών που θα καταστήσει μη εξυπηρετούμενα δάνεια και πάλι ενήμερα.
 
Από την άλλη πλευρά, σε ποσοστό της τάξης του 5% προβλέπεται πώληση δανείων, ενώ η ρευστοποίηση εξασφαλίσεων αναμένεται να φτάσει έως και το 7% στο σύνολο των ΜΕΑ.
 
Οι αντοχές μέχρι το …bail in
 
Σύμφωνα με τα στοιχεία που παρουσίασε στη Βουλή ο επικεφαλής της εγχώριας νομισματικής αρχής, η Ελλάδα έχει το δεύτερο υψηλότερο ποσοστό ΜΕΑ στην Ευρώπη (μετά την Κύπρο).
 
Στα τέλη του α΄ τριμήνου του 2016 έφθασε το 45% επί του συνόλου των δανείων και σε απόλυτα μεγέθη τα 108,6 δισεκ. ευρώ.
 
Στον τομέα των μικρομεσαίων επιχειρήσεων το αντίστοιχο ποσοστό διαμορφώνεται στο 67%, στα στεγαστικά στο 42% και στα καταναλωτικά στο 55%.  
 
«Τα πιο πάνω μεγέθη δεν έχουν ακόμα σταθεροποιηθεί και συνεχίζουν να αυξάνονται ακολουθώντας αντίστροφη πορεία σε σχέση με τη μεταβολή του ΑΕΠ της χώρας» εξήγησε ο κ. Στουρνάρας.
 
Ειδικότερα, στο πρώτο τρίμηνο του 2016 τα ΜΕΑ αυξήθηκαν κατά 600 εκατ. ευρώ, αλλά είναι θετικό ότι εμφανίζεται μια τάση επιβράδυνσης, αφού η αύξηση στο 12-μηνο του 2015 ξεπέρασε τα 4 δισ. ευρώ.
 
«Παρά το μέγεθος του προβλήματος η κεφαλαιακή βάση του τραπεζικού συστήματος παραμένει ισχυρή, αφού οι αναληφθείσες προβλέψεις φθάνουν στο 50%, αν δε προσθέσουμε και την αξία των εξασφαλίσεων, τότε η συνολική κάλυψη έναντι κινδύνων φθάνει στο 101% και είναι από τα υψηλότερα στην Ε.Ε» υπογράμμισε ο διοικητής της ΤτΕ.
 
Αυτό σημαίνει πως θα πρέπει να πάνε πολύ άσχημα τα πράγματα για να οδηγηθούν οι τράπεζες σε μία νέα ανακεφαλαιοποίηση, η οποία δε θα μπορεί να καλυφθεί στο σύνολό της από ιδιώτες, βάζοντας με αυτόν τον τρόπο στο «κάδρο» μίας ενεδχόμενης διάσωσης πιστωτές και καταθέτες, στη βάση των νέων κανόνων για το bail in.
 
Η νέα στρατηγική
 
Κατά τη διάρκεια της ομιλίας του στη Βουλή, ο κ. Στουρνάρας τόνισε πως «το μέγεθος των ΜΕΑ αποτελεί μακροπρόθεσμα το κρισιμότερο ζήτημα τόσο για το τραπεζικό σύστημα όσο και για την πραγματική οικονομία».
 
Και πρόσθεσε πως «υπό προϋποθέσεις, μπορεί να αποτελέσει και καταλύτη προσέλκυσης επενδυτικών κεφαλαίων και θεραπείας νοσηρών καταστάσεων που εμπόδιζαν την παραγωγική αναδιάρθρωση και ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας».
 
Οι βασικές προτεραιότητες που προωθεί η ΤτΕ κατά την αξιολόγηση και έγκριση των στρατηγικών που υποβάλουν οι τράπεζες για τη μείωση των ΜΕΑ είναι:
 
  • Η αποφυγή βραχυπρόθεσμων λύσεων ρύθμισης οφειλών και η παροχή μακροπρόθεσμα βιώσιμων λύσεων ή λύσεων οριστικής διευθέτησης.
  • Η συντονισμένη αντιμετώπιση κοινών πιστούχων με καθυστερούμενες οφειλές σε περισσότερες τράπεζες.
  • Η αναδιάρθρωση των υπερχρεωμένων βιώσιμων επιχειρήσεων με νέο επιχειρηματικό σχεδιασμό και, αν χρειαστεί, νέα διοίκηση παράλληλα με την αναδιάρθρωση του δανείου.
  • Η ενεργητική αξιοποίηση του υπάρχοντος επιπέδου προβλέψεων και εξασφαλίσεων για την οριστική ελάφρυνση του ισολογισμού των τραπεζών από προβληματικά στοιχεία.
  • Η ανάπτυξη εντός των τραπεζών νέων μεθόδων οργάνωσης και διαδικασιών, για την αντικειμενική και διαφανή επιλογή λύσεων ρύθμισης οφειλών.
Σημειώνεται ότι ο καθορισμός συγκεκριμένης στοχοθεσίας για την επίλυση του προβλήματος των επισφαλειών, προβλέπεται από απόφαση που έλαβε η Τράπεζα της Ελλάδος από κοινού με τον Επόπτη του εγχώριου τραπεζικού συστήματος, τον Ενιαίο Μηχανισμό Εποπτείας (SSM).
 
Στο πλαίσιο αυτό, οι τράπεζες υπέβαλαν στην εγχώρια νομισμιματική αρχή αναλυτικούς στόχους περιορισμού των προβληματικών στοιχείων του ενεργητικού τους, κατά κατηγορία πίστης, για τα υπόλοιπα δύο τρίμηνα του 2016 καθώς και ετήσιους στόχους για το 2017, 2018 και 2019.

 

Πηγή: Newsroom ΔΟΛ

Facebook Comments