Επιφυλακτική παραμένει η Goldman Sachs για τον ελληνικό τραπεζικό κλάδο καθώς εκτιμά ότι η επιστροφή στην κερδοφορία θα καθυστερήσει, ενώ η ποιότητα των assets βρίσκεται στο επίκεντρο.

Όπως σημειώνει σε νέα της έκθεση μετά και το πρόσφατο ταξίδι της στην Αθήνα και τις συναντήσεις με τις ελληνικές τράπεζες, ο τελευταίος γύρος της ανακεφαλαιοποίησης και η ενοποίηση του κλάδου τα  τελευταία χρόνια, έχουν θέσει τα θεμέλια για να γίνουν οι ελληνικές τράπεζες κερδοφόρες. Ωστόσο, η καθυστέρηση της μακροοικονομικής ανάκαμψης και η πρόοδος στην αντιμετώπιση του μεγάλου αποθέματος των ΝΡΕs στο σύστημα είναι πιθανό να οδηγήσει σε χαμηλά επίπεδα κερδοφορίας στο επόμενο διάστημα.

Οι εξελίξεις που σχετίζονται με το μακροοικονομικό περιβάλλον, καθώς και η πολιτική, παραμένουν οι βασικοί “οδηγοί” για τον κλάδο, όπως επισημαίνει η GS η οποία επαναλαμβάνει την προτίμησή της για την Alpha Bank, δεδομένου του χαμηλότερου προφίλ κινδύνου και του ότι είναι η μοναδική μεγάλη ελληνική τράπεζα, χωρίς κρατικές ενισχύσεις.

Έτσι, όπως τονίζει, αναμένει ότι η μεταβλητότητα των τιμών των μετοχών των ελληνικών τραπεζών θα παραμείνει αυξημένη λόγω της χαμηλής ρευστότητας.

Η Goldman Sachs διατηρεί τις τιμές στόχους των Πειραιώς και Eurobank στα 0,20 ευρώ και 0,70 ευρώ αντίστοιχα, ενώ επαναφέρει την κάλυψη της Εθνικής με τιμή στόχο στα 0,25 ευρώ. Σε όλες διατηρεί σύσταση neutral εκτός από την Alpha Bank για την οποία συστήνει buy και τιμή στόχο τα 2,20 ευρώ.

Όπως σημειώνει, στις συζητήσεις της με τις ελληνικές τράπεζες και τις ελληνικές αρχές, η ελληνική πλευρά επιβεβαίωσε ότι το 2016 θα πρέπει να είναι οριακά κερδοφόρο για τον κλάδο. Αν και οι τράπεζες εμφανίζονται αισιόδοξες για τη σταδιακή βελτίωση της κερδοφορίας τους, η οποία ωστόσο εξαρτάται από την ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας, τα έσοδα είναι απίθανο να αποκατασταθούν τα επόμενα 2-3 χρόνια. Οι βασικοί καταλύτες για τη βελτίωση περιλαμβάνουν την μείωση του κόστους χρηματοδότησης, του λειτουργικού κόστους και το χαμηλότερο κόστος κινδύνου.

Η ικανότητα των τραπεζών να αντιμετωπίσουν αποτελεσματικά τα υψηλά ποσοστά των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων (ΝΡΕs) παραμένει κρίσιμη για την ανάκαμψή τους. Από τις συναντήσεις η GS κατέληξε ότι υπάρχει πρόοδος για να τεθούν τα θεμέλια για αυτή τη διαδικασία, αλλά η επιτυχία είναι ακόμη ελάχιστα ορατή πέρα από αυτό.

Όπως τονίζεται, αν και το κόστος κινδύνου αναμένεται να μετριαστεί το 2016-17, ωστόσο είναι πιθανό να παραμείνει σε υψηλά επίπεδα στο πλαίσιο της προσπάθειας του ελληνικού τραπεζικού συστήματος για του ισολογισμού του.

Παράλληλα, οι όροι χρηματοδότησης αν και έχουν χαλαρώσει, περαιτέρω βελτίωσή τους εξαρτάται από τις ροές των καταθέσεων. Με τους στόχους της αναδιάρθρωσης των NPEs να υποβάλλονται στον SSM και τα διάφορα νομοθετικά εμπόδια που ξεπεράστηκαν νωρίτερα αυτό το έτος, οι τράπεζες αναμένουν ότι ο ρυθμός της προόδου θα ανακάμψει τους επόμενους μήνες. Η μεγαλύτερη πηγή μείωσης των ΝΡΕs αναμένεται να είναι οι αναδιαρθρώσεις των δανείων.

Όπως επίσης επισημαίνει η Goldman Sachs, η συνθήκες χρηματοδότησης έχουν βελτιωθεί τα τελευταία τρίμηνα, με σημαντική μείωση του ELA.  Oι τάσεις των καταθέσεων παραμένουν ωστόσο μεικτές, με την χαλάρωση των capital controls να έχει βοηθήσει ελάχιστα.

Σύμφωνα με την Goldman Sachs, οι τράπεζες εξακολουθούν να επηρεάζονται από τις μακροοικονομικές και τις πολιτικές εξελίξεις. Παρά το γεγονός ότι η ελληνική οικονομία δείχνει να ανακάμπτει το β 6μηνο, οι τράπεζες αναμένουν ότι η ελληνική οικονομία σημειώσει μικρή συρρίκνωση το 2016 ( στο 0,2% με 0,3%). Σε ότι αφορά το 2017, εκτιμάται ότι η ανάπτυξη από την επόμενη χρονιά και μετά θα στηριχθεί στη βελτίωση των επενδυτικών δαπανών και τη σταθεροποίηση της ιδιωτικής κατανάλωσης. Ωστόσο, η εμπιστοσύνη των καταναλωτών και η πορεία προς την οικονομική ανάπτυξη παραμένει γεμάτη λακκούβες και είναι ευαίσθητη απέναντι στην πολιτική κατάσταση και την επιτυχή ολοκλήρωση της αξιολόγησης του προγράμματος.

Ελευθερία Κούρταλη

Facebook Comments