Ένα σύντομο βιογραφικό

Γεννήθηκε την 15η Αυγούστου του 1926 στην Πάτρα, ήταν γιος τους δικηγόρου και πολιτικού Δημήτρη Στεφανόπουλου και της Βρισηίδας Φιλοπούλου, κόρης του δημοσιογράφου Κωνσταντίνου Φιλόπουλου. Σπούδασε νομικά στην Αθήνα και από το 1954 ως το 1975 άσκησε ενεργό δικηγορία. Πολιτεύτηκε για πρώτη φορά το 1958 με την ΕΡΕ, και εκλέχθηκε βουλευτής το 1964. Αμέσως μετά την πτώση της Χούντας, συμμετείχε στην πρώτη κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας του Κωνσταντίνου Καραμανλή ως υφυπουργός Εμπορίου και στη συνέχεια ως υπουργός Εσωτερικών και Κοινωνικών υπηρεσιών μέχρι το 1977 που επανεξελέγη βουλευτής Αχαΐας. Εθεωρείτο ήδη ένα από τα κορυφαία στελέχη της Νέας Δημοκρατίας αναλαμβάνοντας υπουργός Προεδρίας. Με την μεταπήδηση του Καραμανλή στην προεδρία της Δημοκρατίας και την ήττα του Γεωργίου Ράλλη στις εκλογές του 1981 διεκδίκησε την προεδρία της ΝΔ, αλλά ηττήθηκε από τον Ευάγγελο Αβέρωφ. Το 1984 έθεσε ξανά υποψηφιότητα απέναντι στον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη, ύστερα από την παραίτηση του Ευάγγελου Αβέρωφ και μετά την ήττα της ΝΔ στις ευρωεκλογές από το ΠΑΣΟΚ, ηττήθηκε ξανά.

Το 1985 και ενώ η ΝΔ κατέγραψε άλλη μια ήττα στις εθνικές εκλογές από το ΠΑΣΟΚ ίδρυσε τη Δημοκρατική Ανανέωση. Η ΔΗΑΝΑ κατάφερε να εισέλθει στη Βουλή σε τρεις διαδοχικές αναμετρήσεις  στα τέλη της δεκαετίας του ‘80 αλλά στην τελευταία, το 1990, εξέλεξε μόλις έναν βουλευτή τον Θεόδωρο Κατσίκη. Τότε ο Κωστής Στεφανόπουλος ουσιαστικά συνέπραξε με τον αντίπαλό του Κωνσταντίνο Μητσοτάκη προκειμένου να εξασφαλίσει ο τελευταίος τις 151 έδρες. Το 1994 η ΔΗΑΝΑ δεν εξέλεξε ευρωβουλευτή με τον ίδιο να διαλύει το κόμμα του, ακριβώς όπως είχε υποσχεθεί. Ένα χρόνο μετά ο Αντώνης Σαμαράς ως αρχηγός της Πολιτικής Άνοιξης τον πρότεινε ως υποψήφιο Πρόεδρο της Δημοκρατίας και εκλέχθηκε με 181 ψήφους. Επανεξελέγη και το 2000. Αποχώρησε το 2005 από το ύπατο αξίωμα της χώρα παραμένοντας αλησμόνητος για τον τρόπο με τον οποίο το τίμησε. «Έφυγε» στο βράδυ της 20ης Νοεμβρίου του 2016.

Ο Κωστής Στεφανόπουλος μέσα από γεγονότα

Δεν κυκλοφορούσε συνήθως με συνοδεία, οδηγούσε ο ίδιος. Χαρακτηριστικό είναι ότι όντας υπουργός Προεδρίας επί κυβερνήσεων Καραμανλή και Ράλλη οδηγούσε στην Πάτρα  και κυκλοφορούσε με το λαδί FIAT 128 και τον αγαπημένο του αστυνομικό, Κώστα Ορλόφ, να είναι συνήθως στην θέση του συνοδηγού.

Θεωρείται πρωτοπόρος ως φιλελεύθερος Έλληνας πολιτικός καταθέτοντας πολλές σύγχρονες προτάσεις όπως τη σύνδεση αμοιβής με την παραγωγικότητα στο δημόσιο το 1982.

Το 1983 ήταν ο πρώτος δεξιός πολιτικός που έκανε ιδεολογική ομιλία στο Αμφιθέατρο «Σαριπόλου» της Νομικής. Την εποχή εκείνη κυριαρχούσε στα πανεπιστήμια αποκλειστικά η Αριστερά. Τότε ο Κωστής Στεφανόπουλος απευθύνθηκε στα παιδιά της Πανσπουδαστικής, πήρε το φυλλάδιό τους και άρχισε την ομιλία του απαντώντας στα 10 ερωτήματά τους. Την ίδια ώρα γινόταν συναυλία που είχε διοργανώσει η Πανσπουδαστική με τη Γλυκερία και εκείνος κατάφερε να μιλήσει σε ένα κατάμεστο αμφιθέατρο.

Ποτέ δεν έταξε σε κανέναν και τίποτα προκειμένου να τον υποστηρίξει. Τουναντίον έλεγε πάντα την αλήθεια, έστω κι αν γνώριζε εξ αρχής το κόστος. Η άρνησή του το 1984 ως υποψήφιος πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας να δεσμευτεί στον τότε βουλευτή Λακωνίας και υπουργό Δημήτριο Δαβάκη ότι θα είναι πρώτος στη λίστα των επερχόμενων εκλογών, με τον οποίο μάλιστα τον συνέδεε και συγγενική σχέση, είχε ως αποτέλεσμα να ψηφίσει τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη.

Σήκωνε το βάρος της αντιπαράθεσης με την τότε Αριστερά χωρίς ποτέ όμως να καταστεί ως η κραυγάζουσα αντιπολίτευση της εποχής του. Η επιχειρηματολογία του στεκόταν στην θέση και όχι την αντίθεση, η επιχειρηματολογία του στεκόταν στο «συν» και όχι το «αντί». Ήταν ο γνήσιος εκφραστής του ριζοσπαστικού φιλελευθρισμού και της ιδεολογίας του Κωνσταντίνου Καραμανλή.

Είναι γνωστή η στενή που είχε αναπτύξει με τη νεολαία και ιδίως την τότε ΟΝΝΕΔ. Εκτός από την ιδεολογική καθοδήγηση γινόταν και «παιδαγωγός» βάσει των μαρτυριών από φοιτητές δείχνοντας μεγάλο ενδιαφέρον για την προσωπική τους πορεία.

Στις Ευρωεκλογές του 1994 δεσμεύτηκε ότι αν το κόμμα του δεν εκλέξει ευρωβουλευτή θα αποσυρθεί από την πολιτική. Και αποσύρθηκε παραδίδοντας μαθήματα ήθους και συνέπειας λέγοντας εκείνη τη μέρα: «Αλίμονο αν οι πολιτικοί έκαναν δηλώσεις απευθυνόμενοι δημόσια και μετά δεν τις ετηρούσαν. Τότε σταμάτησε τη λειτουργία της ΔΗΑΝΑ και επέστρεψε τα χρήματα που δεν είχε χρησιμοποιήσει από την κρατική επιχορήγηση στο ελληνικό δημόσιο.

Δε δέχθηκε ποτέ χρηματοδότηση από κανέναν, αποτελεί έναν από τους ελάχιστους πολιτικούς που πούλησε προσωπική του περιουσία. Οι προεκλογικές του εκστρατείες ήταν με ένα μικρόφωνο, γύριζε από χωριό σε χωριό συνομιλώντας με τους κατοίκους.

Ήταν εργατικός, συνεπής και απολύτως κοινοβουλευτικός, ποτέ δεν απουσίαζε από το κοινοβούλιο συμμετέχοντας ενεργά και καταλυτικά στις επιτροπές της Βουλής και την ολομέλεια. Δε χρησιμοποιούσε χειρόγραφο στις ομιλίες του, ήταν δεινός ρήτορας.

Δεν έκανε προσωπικά ρουσφέτια. Ενδεικτικό είναι ότι όταν ο μεγάλος του γιος Δημήτρης υπηρετούσε τη στρατιωτική του θητεία και μετατέθη στην Αθήνα νωρίτερα από το προβλεπόμενο χρονικό διάστημα με παρέμβαση του τότε υπουργού Εθνικής Αμύνης Ιωάννη Χαραλαμπόπουλου αντέδρασε και απαίτησε να ακυρωθεί η μετάθεση και να υπηρετήσει όπως οι υπόλοιποι στρατευμένοι Έλληνες.

Είχε φιλικές σχέσεις με απλούς ανθρώπους σε όλη την Ελλάδα, παρέμενε πάντα προσιτός, δεν ξέχασε ποτέ από που ξεκίνησε, ούτε άλλαξε. Στις περιοδείες προτιμούσε να πηγαίνει σε σπίτια διαφόρων πολιτών και να τρώει μαζί τους, παρά σε επίσημα γεύματα. Μόλις ανέλαβε Πρόεδρος της Δημοκρατίας η πρώτη του κίνηση ήταν να μειώσει τους αστυνομικούς που αναλάμβαναν την αστυνομική προστασία του Προέδρου. Διακρινόταν για το λιτό του βίο, δεν αναζητούσε την κοσμική ζωή και την προβολή.

Ως Πρόεδρος της Δημοκρατίας ταξίδεψε σε όλο τον κόσμο συναντώντας τις κοινότητες των Ελλήνων ενώ στους ομογενείς έχουν μείνει χαραγμένες στη μνήμη τους οι ομιλίες του μέσα στις ορθόδοξες εκκλησίες. Ήταν βαθιά θρησκευόμενος και είχε πολύ καλές σχέσεις με την εκκλησία. Αυτό όμως δεν τον εμπόδισε να διαφοροποιηθεί και να μην υποκύψει στις πιέσεις του Μακαριστού Αρχιεπισκόπου Χριστόδουλου για τη διεξαγωγή δημοψηφίσματος ερχόμενος αντιμέτωπος με την εκκλησία, το ίδιο του το κόμμα και περισσότερα από 3 εκατομμύρια Ελλήνων.

Αν όχι ο μοναδικός, αποτελεί έναν εκ των ελαχίστων πολιτικών που εξανάγκασε Πρόεδρο των Ηνωμένων Πολιτειών να ζητήσει δημοσίως συγγνώμη. Αποτελεί ίσως την κορυφαία πολιτική του στιγμή με την ομιλία του να παραμένει ιστορικής σημασίας.

«Εις τον διά σιωπής θάνατον»

Ο Κωστής Στεφανόπουλος αρνούνταν πεισματικά ακόμη και να συναντηθεί με τους ισχυρούς οικονομικούς παράγοντες. Το 1989 στενοί συνεργάτες του τού μετέφεραν την επιθυμία των εκπροσώπων των ισχυρών οικονομικών παραγόντων να συνδιαλαγούν μαζί του. Αρνήθηκε την πρότασή τους λέγοντας: «Εάν δεχθώ την βοήθειά τους θα αναγκαστώ να δεσμευτώ σε συγκεκριμένα αιτήματα (Τράπεζα Κρήτης, Μέγαρο Μουσικής, κτλ)  και δεν θα μπορώ να κάνω όσα οφείλω». Η απάντηση της οικονομικής ελίτ ήταν: «Θα πεθάνει εις τον διά σιωπής θάνατον». Εκείνο το βράδυ επρόκειτο να εμφανισθεί σε εκπομπή τότε μεγαλοδημοσιογράφου και μετέπειτα πολιτικού. Η εμφάνιση αυτή ακυρώθηκε. Έκτοτε μέχρι και την εκλογή του στην προεδρία της Δημοκρατίας του δόθηκε βήμα μία και μοναδική φορά στην ελληνική τηλεόραση σε συνέντευξη που του πήρε ο Μάκης Τριανταφυλλόπουλος. 

ΥΓ: Ο Ευάγγελος Αβέρωφ είχε πει για τον Κωστή Στεφανόπουλο όταν ίδρυσε τη ΔΗΑΝΑ: «Το πρόβατο που φεύγει απ’ το μαντρί το τρώει ο λύκος». Εκείνος απέδειξε ότι δεν είναι πρόβατο γιατί αποπειράθηκε να φάει ο ίδιος τον «λύκο». Αποτελεί τον τελευταίο Έλληνα πολιτικό που έβαλε τον θεσμό πάνω από τον άνθρωπο. Καλό ταξίδι κύριε Πρόεδρε, μας λείπεις ήδη.

Facebook Comments