Η επίσκεψη του αρμόδιου κοινοτικού επιτρόπου Πιέρ Μοσκοβισί στην Αθήνα την Τετάρτη 15 Φεβρουαρίου ίσως είναι η τελευταία ευκαιρία της κυβέρνησης Τσίπρα – Καμμένου, να κλείσει εγκαίρως την β’ αξιολόγηση και να ελπίζει στην ένταξη των ελληνικών ομολόγων στο Πρόγραμμα Ποσοτικής Χαλάρωσης, το περιβόητο QE, της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας μέχρι τις 9 Μαρτίου, οπότε συνεδριάζει το υπό τον Μάριο Ντράγκι διοικητικό της συμβούλιο.

Παρά το γεγονός ότι η πρωτοβουλία του προέδρου του Eurogroup Γερούν Ντάϊσελμπλουμ να συγκαλέσει την περασμένη Παρασκευή σύσκεψη στις Βρυξέλλες για την προώθηση του ελληνικού προγράμματος είχε κάποια αρχικά θετικά αποτελέσματα, είναι προφανές ότι η κυβέρνηση της Αριστεράς, που ενδιαφέρεται πρωτίστως για την επικοινωνιακή διαχείριση των μέτρων που καλείται να νομοθετήσει, δεν έχει ακόμα βρει τον τρόπο να τα αποδεχτεί. Ούτε ο ίδιος ο κ. Τσίπρας, ούτε ο υπουργός του επί των Οικονομικών Ευκλείδης Τσακαλώτος (ο οποίος δέχτηκε επικρίσεις και πιέσεις κατά την συνεδρίαση της κεντρικής επιτροπής του ΣΥΡΙΖΑ το σαββατοκύριακο που μας πέρασε). Κι ούτε βέβαια οι βουλευτές και τα στελέχη των δύο κυβερνητικών κομμάτων, που δέχονται ασφυκτικές οχλήσεις κι αντιδράσεις από τους εναπομείναντες ψηφοφόρους, που δικαιολογημένα δυσανασχετούν από την σφοδρότητα των νέων μέτρων, που θα είναι επαχθή για όλους, και κυρίως για μισθωτούς, συνταξιούχους και αγρότες.

Αυτή την στιγμή, όπως αναφέρουν δημοσιογραφικές πληροφορίες, στο Μαξίμου τους απασχολούν δύο κυρίως πράγματα: 1. Πώς θα κατορθώσουν να κάμψουν τις αντιρρήσεις στελεχών και κυρίως βουλευτών στην υπερψήφιση των νέων μέτρων, που είναι βέβαιο ότι θα προκαλέσουν νέα κοινωνική δυσφορία και, 2. Πώς θα αποκτήσουν από τους δανειστές περισσότερα ανταλλάγματα εφόσον προχωρήσουν τα μέτρα κι ολοκληρωθεί η β’ αξιολόγηση

Όσον αφορά το πρώτο, οι επιτελείς του πρωθυπουργού ελπίζουν ότι οι 153 βουλευτές της κυβερνητικής πλειοψηφίας, παρά τις αντιδράσεις τους, τελικά θα πειστούν να υπερψηφίσουν τα μέτρα με το επιχείρημα ότι έτσι κερδίζεται πολύτιμος χρόνος για την κυβέρνηση, το ενδεχόμενο των εκλογών απομακρύνεται για τουλάχιστον 10 μήνες η ακόμα και μέχρι τέλους του Προγράμματος, το καλοκαίρι του 2018. Ενώ συγχρόνως, ο κ. Τσίπρας θα μπορέσει να υπηρετήσει το αφήγημα του ότι θα έρθει η ανάπτυξη, μετά και τις σημερινές θετικές για την πορεία της ελληνικής οικονομίας εαρινές προβλέψεις της Κομισιόν, σε συνδυασμό με την ένταξη στο QE. Με τον τρόπο αυτό, ο πρωθυπουργός κλείνει το μάτι στους βουλευτές του, λέγοντας τους ότι θα διατηρήσουν το αξίωμα τους για αρκετό καιρό ακόμα ενώ ταυτόχρονα εφόσον τα πράγματα αλλάξουν προς το θετικότερο, θα έχουν τη δυνατότητα να διεκδικήσουν την επανεκλογή τους καλύτερα στο μέλλον παρά τώρα.

Συγχρόνως, επιζητεί ακόμα πολιτική παρέμβαση, κυρίως από την πλευρά του Βερολίνου και της Άνγκελα Μέρκελ, προκειμένου να προωθηθούν ταχύτερα τα μεσοπρόθεσμα μέτρα για το χρέος, που θα συμβάλλουν στην αύξηση της αξιοπιστίας για την βιωσιμότητα του αλλά και την ένταξη μας στο Πρόγραμμα Ποσοτικής Χαλάρωσης. Καθώς η κρίσιμη ημερομηνία παραμένει η 9η Μαρτίου, οπότε συνεδριάζει το ΔΣ της ΕΚΤ. Οπότε ελπίζει ακόμα κι αν η αξιολόγηση δεν κλείσει στο Eurogroup της προσεχούς Δευτέρας 20 Φεβρουαρίου, να κλείσει τουλάχιστον σε μια έκτακτη συνεδρίαση του πριν από τις 9 Μαρτίου, μολονότι οι ημερομηνίες πιέζουν λόγω της διάλυσης του ολλανδικού κοινοβουλίου στις 27 Φεβρουαρίου και στις εκλογές που θα γίνουν εκεί εντός του Μαρτίου

Επί της ουσίας των μέτρων, είναι προφανές ότι η ελληνική κυβέρνηση έχει αποδεχτεί τα βασικά μέτρα, που επιμένουν οι δανειστές, δηλαδή τις ομαδικές απολύσεις και την μείωση του αφορολογήτου κοντά στις 6000 ευρώ. Με την επικοινωνιακή επισήμανση ότι δεν θα πραγματοποιηθούν ακόμα κι αν νομοθετηθούν διότι θα έχουμε πιάσει τους στόχους του πρωτογενούς πλεονάσματος 3,5% μέχρι το 2019, όπως δήλωσε ήδη ο υπουργός Ναυτιλίας Παναγιώτης Κουρουπλής. Το βασικό πρόβλημα του Μαξίμου είναι η επιμονή του ΔΝΤ στην κατάργηση της προσωπικής διαφοράς στις ήδη καταβαλλόμενες συντάξεις, που γνωρίζει ότι εάν συνέβαινε θα ξεσήκωνε θύελλα σε μια κοινωνία, που υποφέρει και δυσφορεί.

Η εκτίμηση μας είναι πάντως ότι επειδή ο κ. Τσίπρας δεν έχει καμιά απολύτως πρόθεση να εγκαταλείψει την εξουσία, που τόσο πολύ αγαπά, θα βρει εντός των επόμενων ημερών συμβιβαστική φόρμουλα, που θα περάσει από μια Βουλή, όπου ουδείς εκ των 153 βουλευτών της κυβέρνησης είναι διατεθειμένος να εγκαταλείψει την βουλευτική του έδρα. Θεωρώ ότι η έλξη, η γοητεία της εξουσίας, θα λειτουργήσει συσπειρωτικά για τον ΣΥΡΙΖΑ και σε αυτή την περίπτωση, παρά τις όποιες λαϊκές αντιδράσεις, που ούτως η άλλως είναι άκρως περιορισμένες τα τελευταία χρόνια

Facebook Comments