Κούρεμα του Ελληνικού χρέους προαναγγέλει στην έκθεσή του το ΔΝΤ.

Το βασικό σενάριο στην ανάλυση βιωσιμότητας χρέους του ΔΝΤ αναφέρεται ότι αυτό θα παραμείνει υψηλό το 2013 περίπου στο 176% του ΑΕΠ, πριν ξεκινήσει μια σταθερή υποχώρηση το 2015.

Στην έκθεση υπενθυμίζεται η υποχρεώση που έχουν αναλάβει οι Ευρωπαίοι τον Δεκέμβριο του 2012 να παράσχουν περαιτέρω ανακούφιση στο ελληνικό χρέος -όταν θα επιτευχθεί πρωτογενές πλεόνασμα- για να εξασφαλιστεί ότι αυτό θα βρίσκεται το 2020 στο 124% του ΑΕΠ και σημαντικά κάτω από το 110% του ΑΕΠ το 2022.

Όπως αναφέρεται στην ανάλυση το χρέος αναμένεται να έχει μειωθεί στο 124% το 2020, αφού επιπρόσθετα έκτακτα μέτρα ανακούφισης της τάξης του 4% του ΑΕΠ, καθοριστούν τη διετία 2014-2015.

Το χρέος αναμένεται να υποχωρήσει περαιτέρω γύρω στο 114% του ΑΕΠ το 2022 (πριν από τα μέτρα για τη μείωση του σημαντικά κάτω από το 110% του ΑΕΠ, για τα οποία έχουν δεσμευθεί οι ευρωπαίοι εταίροι της Ελλάδας).

Στο σενάριο αυτό όμως επισημαίνεται ότι υπάρχουν ρίσκα. «Τα stress tests υποδεικνύουν ότι το βασικό σενάριο για την πορεία του χρέους είναι ιδιαίτερα ευάλωτο σε αστοχίες σε ότι αφορά την ανάπτυξη και τα πρωτογενή πλεονάσματα, ενώ είναι «ανθεκτικό» σε λιγότερες αποκρατικοποιήσεις ή σε αναταράξεις σχετικά με τα επιτόκια δανεισμού», αναφέρεται.

Έτσι:

Αν το πρωτογενές πλεόνασμα παραμείνει στο 0% που είναι ο στόχος για το 2013, η αναλογία του χρέους προς το ΑΕΠ θα φτάσει το 148% το 2020 και θα αυξάνεται σε μεσοπρόθεσμο επίπεδο.

Αν η ονομαστική ανάπτυξη βρίσκεται κατά μέσο όρο 1% κάτω από το 4% που προβλέπει το βασικό σενάριο, το χρέος θα ανέλθει στο 134% το 2020 με μια μικρή τάση μείωσης από εκεί και πέρα.

Αν τα έσοδα από τις αποκρατικοποιήσεις είναι τα μισά σε σχέση με το στόχο των 22 δισεκ. ευρώ, το χρέος το 2020 θα είναι μόνο 4% υψηλότερα του στόχου ενώ θα διατηρείται μια ισχυρή πτωτική τροχιά.

Αν τα επιτόκια του EFSF αυξηθούν κατά μια μονάδα, το χρέος θα αυξηθεί και πάλι κατά μόλις 4% πάνω από το βασικό σενάριο. Εξάλλου επισημαίνεται ότι τυχόν αναταράξεις στα επιτόκια των αγορών θα επηρεάσουν το χρέος με αργό ρυθμό μετά το 2020.

Ανάπτυξη

Στην έκθεση προβλέπεται ανάπτυξη 0,6% το 2014, ενώ παράλληλα καταγράφεται αποσπασματική εφαρμογή των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων και σημαντικές καθυστερήσεις στο πρόγραμμα ιδιωτικοποιήσεων.

Στην έκθεση αναφέρεται ότι η Ελλάδα βιώνει το έκτο έτος της ύφεσης, σημειώνοντας, ανάμεσα σε άλλα, ότι το ΑΕΠ έχει μειωθεί σχεδόν κατά 25% από το 2007, το ποσοστό ανεργίας είναι περίπου 27% και η ανεργία των νέων υπερβαίνει το 57%.

Επίσης, υπογραμμίζεται ότι «το υψηλό κόστος προσαρμογής αντανακλά σε σημαντικό μέρος της καθυστέρησης, διστακτική και αποσπασματική εφαρμογή των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων».

Επίσης, σημειώνεται ότι οι μεταρρυθμίσεις προσκρούουν μέσα από «επαναλαμβανόμενες πολιτικές κρίσεις», σε «συμφέροντα», επηρεάζοντας το επενδυτικό κλίμα και, όπως τονίζεται, η ευθύνη παραμένει, για να προχωρήσουν οι μεταρρυθμίσεις με ταχύτητα, για να «ξεκλειδώσουν την ανάπτυξη και να δημιουργήσουν θέσεις εργασίας».

Σε ό,τι αφορά τις ιδιωτικοποιήσεις, ο στόχος για τα έσοδα μέχρι το Σεπτέμβριο είναι πλέον 900 εκατ. ευρώ (από 1,8 δισ. ευρώ) και γίνεται ειδική αναφορά στην αναγκαιότητα πώλησης της ΔΕΠΑ το συντομότερο δυνατό.

Αναφορά γίνεται ακόμα στα λιμάνια, την ΕΥΔΑΠ και την ΕΥΑΘ, καθώς και στην αναδιάρθρωση των ΕΑΣ, ΕΛΒΟ και ΛΑΡΚΟ έως στο τέλος του έτους.

Στην έκθεση καταγράφονται αναλυτικά τα συμφωνηθέντα μέτρα μεταξύ ελληνικών Αρχών και δανειστών, σημειώνοντας ότι οι πρόσφατες μακροοικονομικές εξελίξεις βρίσκονται σε γενικές γραμμές σύμφωνα με τις προβλέψεις του προγράμματος και ότι τα δημοσιονομικά αποτελέσματα του έτους έως σήμερα είναι σε γενικές γραμμές συνεπή με τους στόχους του προγράμματος.

Ανάμεσα στις επισημάνσεις για μέτρα που δεν έχουν υλοποιηθεί, για καθυστερήσεις και κινδύνους που ελλοχεύουν, κατονομάζονται οι καθυστερήσεις στην τιμολόγηση των φόρων ακίνητης περιουσίας, υπερβάσεις στις δαπάνες για την υγεία και σε αδυναμίες στον μηχανισμό είσπραξης φόρων.

Επίσης, σημειώνεται ότι κενά που εντοπίστηκαν έχουν κλείσει με πρόσθετα μέτρα, αλλά αυτά θα επαναξιολογηθούν στο πλαίσιο του προϋπολογισμού του 2014, κατά τη διάρκεια της επόμενης αναθεώρησης.

Ειδικά για τη φορολογική διοίκηση, επισημαίνεται ότι υπήρξε κάποια πρόοδος στην ενίσχυση της αυτονομίας των εσόδων, αλλά έχουν προκύψει νέα εμπόδια, τονίζοντας παράλληλα ότι οι Αρχές ενίσχυσαν την ικανότητα των μονάδων για φορολογούμενους με υψηλά εισοδήματα και ότι η είσπραξη χρεών έχει επίσης μείνει πίσω, παρά τις πρόσφατες νομοθετικές αλλαγές.

Αναφορά γίνεται και για τις «εξόδους» από το δημόσιο, για «αντικατάσταση» των απολυθέντων με νέο προσωπικό, με τα «απαιτούμενα προσόντα», τονίζοντας ότι οι Αρχές έκλεισαν την ΕΡΤ τον Ιούνιο και ότι «ανοίγουν ένα μικρότερο, πιο αποτελεσματικό σταθμό» και ότι θα μπορούσε να επαναπροσλάβει ένα αριθμό πρώην υπαλλήλων της ΕΡΤ, όπως υποστηρίζεται στην έκθεση.

Το ΔΝΤ εκτιμά ότι το πρόγραμμα είναι πλήρως χρηματοδοτημένο μέχρι τον Ιούλιο του 2014, αλλά επισημαίνει ότι θα προκύψει κενό από τον Αύγουστο και διαμηνύει στους Ευρωπαίους ότι στην επόμενη αξιολόγηση θα πρέπει να καθοριστεί το πώς θα εξασφαλιστεί η πλήρης χρηματοδοτική κάλυψή του σε ορίζοντα 12μήνου.

 

Νωρίτερα:

Η Ελλάδα έχει σημειώσει «σημαντική πρόοδο» στη διόρθωση ανισορροπιών (που υπήρχαν) πριν από την κρίση, αναφέρεται στην έκθεση της Αποστολής του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου στη χώρα μας, υπογραμμίζοντας όμως ότι «υπήρξαν σημαντικές καθυστερήσεις και αποκλίσεις» και «η μεταρρυθμιστική προσπάθεια είναι πολύ πίσω από το χρονοδιάγραμμα».

Στο περιεχόμενο της έκθεσης αναφέρθηκε ο επικεφαλής της Αποστολής του Ταμείου στην Ελλάδα, Πολ Τόμσεν, σε δηλώσεις του την Τρίτη το βράδυ.

Μεταξύ άλλων, επισημαίνεται ότι με πρωτοφανή ευρωπαϊκή και διεθνή υποστήριξη και σταθερή δημοσιονομική προσαρμογή από τις ελληνικές αρχές, η χώρα είναι τώρα στο κατώφλι της επίτευξης πρωτογενούς ισοζυγίου, ένα «αξιοσημείωτο επίτευγμα» και «οι εξωτερικές ανισορροπίες έχουν επίσης μειωθεί σημαντικά», όπως τονίζεται.

Στη συνέχεια, γίνεται αναφορά στο έκτο έτος της ύφεσης, σημειώνοντας, ανάμεσα σε άλλα, ότι η παραγωγή (ΑΕΠ) έχει μειωθεί σχεδόν κατά 25%, μετά την κορύφωσή της το 2007, το ποσοστό ανεργίας είναι περίπου 27% και η ανεργία των νέων υπερβαίνει το 57%.

Επίσης, υπογραμμίζεται ότι «το υψηλό κόστος προσαρμογής αντανακλά σε σημαντικό μέρος της καθυστέρησης, διστακτική και αποσπασματική εφαρμογή των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων».
Επίσης, σημειώνεται ότι οι μεταρρυθμίσεις προσκρούουν μέσα από «επαναλαμβανόμενες πολιτικές κρίσεις», σε «συμφέροντα», επηρεάζοντας το επενδυτικό κλίμα και, όπως τονίζεται, η ευθύνη παραμένει, για να προχωρήσουν οι μεταρρυθμίσεις με ταχύτητα, για να «ξεκλειδώσουν την ανάπτυξη και να δημιουργήσουν θέσεις εργασίας».

Στην έκθεση καταγράφονται αναλυτικά τα συμφωνηθέντα μέτρα μεταξύ ελληνικών Αρχών και δανειστών, σημειώνοντας ότι οι πρόσφατες μακροοικονομικές εξελίξεις βρίσκονται σε γενικές γραμμές σύμφωνα με τις προβλέψεις του προγράμματος και ότι τα δημοσιονομικά αποτελέσματα του έτους έως σήμερα είναι σε γενικές γραμμές συνεπή με τους στόχους του προγράμματος.

Ανάμεσα στις επισημάνσεις για μέτρα που δεν έχουν υλοποιηθεί, για καθυστερήσεις και κινδύνους που ελλοχεύουν, κατονομάζονται οι καθυστερήσεις στην τιμολόγηση των φόρων ακίνητης περιουσίας, υπερβάσεις στις δαπάνες για την υγεία και σε αδυναμίες στον μηχανισμό είσπραξης φόρων. Επίσης, σημειώνεται ότι κενά που εντοπίστηκαν έχουν κλείσει με πρόσθετα μέτρα, αλλά αυτά θα επαναξιολογηθούν στο πλαίσιο του προϋπολογισμού του 2014, κατά τη διάρκεια της επόμενης αναθεώρησης.

Ειδικά για τη φορολογική διοίκηση επισημαίνεται ότι υπήρξε κάποια πρόοδος στην ενίσχυση της αυτονομίας των εσόδων, αλλά έχουν προκύψει νέα εμπόδια, τονίζοντας παράλληλα ότι οι αρχές ενίσχυσαν την ικανότητα των μονάδων για φορολογούμενους με υψηλά εισοδήματα και ότι η είσπραξη χρεών έχει επίσης μείνει πίσω, παρά τις πρόσφατες νομοθετικές αλλαγές.

Αναφορά γίνεται και για τις «εξόδους» από το δημόσιο, για «αντικατάσταση» των απολυθέντων με νέο προσωπικό, με τα «απαιτούμενα προσόντα», τονίζοντας ότι οι αρχές έκλεισαν την ΕΡΤ τον Ιούνιο και ότι «ανοίγουν ένα μικρότερο, πιο αποτελεσματικό σταθμό» και ότι θα μπορούσε να επαναπροσλάβει ένα αριθμό πρώην υπαλλήλων της ΕΡΤ, όπως υποστηρίζεται στην έκθεση.

Facebook Comments