Θα βρεθεί τελικά μια λύση στις διαπραγματεύσεις μεταξύ Αθήνας και δανειστών, εκτιμά σε έκθεσή της η BNP Paribas. Σημειώνει ότι κάθε πλευρά θα πρέπει να κάνει συμβιβασμούς, αν και το ύψος τους μένει να καθοριστεί.

Τα τελευταία επεισόδια στο σίριαλ με τους δανειστές δείχνει ότι αν και οι οικονομικές παράμετροι της Ελλάδας είναι σχετικά ευνοϊκές, από πολιτικής πλευράς, δεν απέχει ποτέ από ξεσπάσματα και δραματοποίηση όλων όσων διακυβεύονται στις συνομιλίες με τους θεσμούς.

Το αδιέξοδο μπορεί να ξεπεραστεί με τρεις τρόπους, τονίζει ο οίκος:

1.Το πρόγραμμα συνεχίζεται μόνο με τους ευρωπαϊκούς θεσμούς, χωρίς το ΔΝΤ. Το ΔΝΤ έχει ήδη δανείσει μεγάλα ποσά στην Αθήνα, με βάση τα στάνταρντ που έχει, και δεν «ικετεύει» να ενισχύσει την εμπλοκή του. Από την πλευρά των ευρωπαίων, η BNP χαρακτηρίζει ανώδυνο το χρηματοδοτικό κενό που προκύπτει, καθώς δημοσιεύματα κάνουν λόγο για περίπου 5 δισ. ευρώ.

Για πολύ καιρό θεωρούσαμε ότι αυτή ήταν και η πιθανότερη κατάληξη, όμως παραβλέψαμε τη σκλήρυνση της στάσης κάποιων Ευρωπαίων και κυρίως της Γερμανίας, που επισημαίνουν ότι χωρίς συμμετοχή του ΔΝΤ τα κοινοβούλιά τους δεν θα εγκρίνουν τη διάσωση, σημειώνει η BNP.

Ο οίκος χαρακτηρίζει τη θέση αυτή παράδοξη, δεδομένου ότι η συμμετοχή του ΔΝΤ δεν θα προσδώσει μεγαλύτερη αξιοπιστία στο πρόγραμμα, από τη στιγμή που υπάρχουν θεμελιώδεις διαφωνίες μεταξύ του ΔΝΤ, που θεωρεί ότι η ελάφρυνση χρέους είναι κρίσιμη και επείγουσα, και της Γερμανίας που θεωρεί ότι η χρονική στιγμή δεν είναι η πρέπουσα και ότι ενδέχεται να μην χρειαστεί εν τέλει.

2.Το ΔΝΤ υποκύπτει στις πιέσεις της ΕΕ. Η BNP σημειώνει ότι οι θέσεις του ΔΝΤ έχουν αποδειχθεί πολύ ανθεκτικές μέχρι στιγμής και εάν συμμετάσχει τελικά στο πρόγραμμα, αυτό θα συμβεί αφού κερδίσει κάποιους μεγάλους συμβιβασμούς. Για παράδειγμα, οι Ευρωπαίοι ίσως απαιτηθεί να ποσοτικοποιήσουν τα μέτρα ελάφρυνσης του χρέους, υπό την προϋπόθεση φυσικά ότι το πρόγραμμα θα ολοκληρωθεί με επιτυχία το 2018.

3. Η Ελλάδα καλείται να ικανοποιήσει τόσο την Ευρώπη όσο και το ΔΝΤ. Ενδέχεται το ΔΝΤ να συμφωνήσει να συμμετάσχει σε ένα πρόγραμμα, η βιωσιμότητα χρέους του οποίου θα διασφαλίζεται κυρίως από πολύ υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα (3,5% για αρκετά χρόνια μετά το 2018), αντί της σημαντικής ελάφρυνσης χρέους από τους ευρωπαίους δανειστές.

Σε αυτή την περίπτωση, το ΔΝΤ ενδέχεται να ζητήσει από την Αθήνα να ενεργοποιήσει άμεσα μέτρα που θα διασφαλίζουν τα υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα, με έμφαση σε αυτά που θεωρεί τα αδύναμα σημεία της χώρας: το ελλειμματικό συνταξιοδοτικό σύστημα και την περιορισμένη φορολογική βάση.

Μέχρι στιγμής, ο Τσίπρας έχει αρνηθεί να εξετάσει μεταρρυθμίσεις που θα υλοποιηθούν μετά την ολοκλήρωση του προγράμματος. Ωστόσο, κάποιες δηλώσεις μετά το Eurogroup αλλά και όσα είπε η Κριστίν Λαγκάρντ μετά τη συνάντηση με την Αγκελα Μέρκελ δείχνουν ότι το σχέδιο αυτό είναι ακόμη στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων.

Κανείς δεν θέλει περαιτέρω κλιμάκωση της κατάστασης, οπότε θα υπάρξει εν τέλει ένας συμβιβασμός. Εάν ΔΝΤ, Ευρώπη και Αθήνα ήταν διατεθειμένοι να κάνουν συμβιβασμούς, η συμφωνία θα μπορούσε να είναι μια σύνθεση των τριών σεναρίων, με τον Αλέξη Τσίπρα πάντως να βρίσκεται σε πιο αδύναμη θέση στη διαπραγμάτευση.

Οσο για το timing μιας πιθανής συμφωνίας, η BNP σημειώνει ότι ο πρόεδρος του Eurogroup τόνισε πως η Ελλάδα δεν είναι αντιμέτωπη με μεγάλες αποπληρωμές πριν τον Ιούλιο και δεν αντιμετωπίζει κρίση ρευστότητας. Η πραγματική βιασύνη είναι κυρίως πολιτική, καταλήγει στο σχόλιό του ο οίκος.

Facebook Comments