Πιέσεις προς τις τράπεζες του Σίτι που σκέπτονται να μετεγκατασταθούν στην ηπειρωτική Ευρώπη μετά το Brexit, ώστε να μεταφέρουν βασικές λειτουργίες τους, ασκεί η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα. Παράλληλα, η ΕΚΤ είναι έτοιμη να διευκολύνει τη μετεγκατάστασή τους, υποσχόμενη να μην εξετάσει τα μοντέλα εκτίμησης κινδύνου καθεμιάς τους, ενώ εντείνεται ο ανταγωνισμός μεταξύ των ευρωπαϊκών πόλεων που προσπαθούν να προσελκύσουν τους χιλιάδες τραπεζικούς υπαλλήλους που αναμένεται να εγκαταλείψουν το Σίτι του Λονδίνου τους επόμενους μήνες και τα επόμενα χρόνια εξαιτίας του Brexit.

Η Ευρώπη θέλει τις τράπεζες του Σίτι, αλλά δεν θέλει απλώς να ανοίξουν ένα γραφείο στην Ε.Ε. ώστε να αποκτήσουν πρόσβαση στην κοινή ευρωπαϊκή αγορά των 440 εκατ. ανθρώπων, θέλει να μεταφέρουν βασικές λειτουργίες τους, να ανοίξουν υποκαταστήματα και να διαπραγματεύονται από την Ευρώπη, είναι το μήνυμα που στέλνει η Φρανκφούρτη λίγες μόλις ημέρες πριν από την επίσημη έναρξη των διαπραγματεύσεων για την αποχώρηση της Βρετανίας από την Ενωση. «Δεν θέλουμε να εγκρίνουμε (τη λειτουργία) κενών κελυφών», είπε χθες η κ. Ντανιέλ Νουί, επικεφαλής του Ενιαίου Εποπτικού Μηχανισμού (SSM) της ΕΚΤ, μιλώντας στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. «Θέλουμε ό,τι χρειάζεται (να εποπτεύει) ο SSM να έχει την έδρα του στον SSM, δηλαδή εσωτερικός έλεγχος, διαχείριση κινδύνου κ.λπ.», πρόσθεσε η κ. Νουί. Παράλληλα, η ΕΚΤ φαίνεται να θέλει να ενθαρρύνει αυτές τις μετακινήσεις που αναμένεται να αλλάξουν το τραπεζικό τοπίο σε Φρανκφούρτη, Παρίσι, Λουξεμβούργο και Δουβλίνο, πόλεις που αναμένεται να προσελκύσουν τις περισσότερες τράπεζες που θα φύγουν από το Λονδίνο. Το μέλος του εκτελεστικού συμβουλίου της ΕΚΤ Ζαμπίνε Λαουτενσλάγκερ δήλωσε χθες πως η κεντρική τράπεζα δεν θα ελέγξει, αρχικά, τα μοντέλα διαχείρισης κινδύνου των τραπεζών του Σίτι, υπό την προϋπόθεση πως αυτές έχουν ήδη συμμορφωθεί με το βρετανικό κανονιστικό πλαίσιο.

Ενώ η αβεβαιότητα ρίχνει ολοένα και πιο βαριά τη σκιά της πάνω από τη βρετανική οικονομία, στην Ευρωζώνη όλα τα διαθέσιμα στοιχεία δείχνουν επιτάχυνση της ανάπτυξης το πρώτο τρίμηνο, ανακοίνωσε χθες η ΕΚΤ. Παρ’ όλα αυτά, η Φρανκφούρτη προειδοποιεί ότι η πολιτική αβεβαιότητα που οφείλεται στις εκλογικές αναμετρήσεις σε Γαλλία, Γερμανία (ενδεχομένως και σε Ιταλία), το Brexit και η Κίνα εξακολουθούν να αποτελούν πρόκληση για την οικονομία. Για τις ευρωπαϊκές τράπεζες τα σημαντικότερα προβλήματα που θα αντιμετωπίσουν το 2017 παραμένουν η χαμηλή ανάπτυξη, το παρωχημένο επιχειρηματικό τους μοντέλο που έχουν ορισμένες, η χαμηλή κερδοφορία και το υψηλό επίπεδο των μη εξυπηρετούμενων δανείων, σύμφωνα με ετήσια έκθεση της ΕΚΤ για την εποπτεία του τραπεζικού τομέα το 2016. «Εξαρτάται από τις τράπεζες να βρουν τις λύσεις, αλλά για χάρη της ανάκαμψης της Ευρωζώνης πρέπει να το κάνουν γρήγορα», είπε ο κ. Ντράγκι.

Eξειδικευμένοι εργαζόμενοι

Οι πρώτοι Ευρωπαίοι μετανάστες έχουν αρχίσει να εγκαταλείπουν τη Βρετανία, ανήσυχοι για τις συνέπειες που θα μπορούσε να έχει το Brexit στη ζωή τους και θορυβημένοι από το κλίμα ξενοφοβίας και μισαλλοδοξίας που κυριαρχεί το τελευταίο διάστημα στη Βρετανία. Οι μετανάστες από χώρες της Ε.Ε. στη Βρετανία μειώθηκαν ελαφρώς κατά 50.000 στα 2,3 εκατ. το τέταρτο τρίμηνο του 2016. Μάλιστα, σύμφωνα με ανάλυση του think tank «Resolution Foundation» δεν είναι οι εργαζόμενοι με χαμηλή εξειδίκευση αυτοί που φεύγουν, για την ακρίβεια αυξήθηκε ελαφρώς ο αριθμός τους, αλλά κυρίως οι απόφοιτοι πανεπιστημίων. Η μείωση των Ευρωπαίων εργαζομένων παρατηρείται σε πάρα πολλούς τομείς της βρετανικής οικονομίας, αλλά κυρίως στον τραπεζικό τομέα, στον δημόσιο τομέα και στον κατασκευαστικό τομέα. Παρά την αύξηση ρατσιστικών επιθέσεων κατά 41% αμέσως μετά το δημοψήφισμα, και την αβεβαιότητα που υπάρχει σχετικά με το καθεστώς που θα έχουν μελλοντικά οι πολίτες της Ε.Ε. στη Βρετανία, είναι σαφές πως πολλοί Ευρωπαίοι επιθυμούν να παραμείνουν στη χώρα. Ο αριθμός άδειας μόνιμης παραμονής που εκδόθηκε για λογαριασμό πολιτών της Ε.Ε. αυξήθηκε στις 65.000 το 2016 από 18.000 το 2015.

Facebook Comments