Το περιοδικό New York δημοσίευσε ένα εξαίρετο άρθρο την περασμένη Δευτέρα (δείτε εδώ) με τίτλο «Ο Τραμπ υπογράφει ψεύτικα προεδρικά διατάγματα επειδή δεν γνωρίζει πώς να εργαστεί ως Πρόεδρος» (η νεοελληνική απόδοση δική μου). Οι Ρεπουμπλικάνοι της πλειοψηφίας του Κογκρέσου αλλά κι ο ίδιος ο τότε ιδιώτης Τραμπ περιέρχονταν παλαιότερα σε κατάσταση παροξυσμού κάθε φορά που ο Πρόεδρος Ομπάμα υπέγραφε προεδρικά διατάγματα, ωρυόμενοι πως καταχράτο τα συνταγματικώς κατοχυρωμένα προεδρικά προνόμια και δικαιώματα στην άσκηση του αξιώματός του όπως εκείνος τα καταλάβαινε. Ασφαλώς ο Ομπάμα υπέγραψε συνολικώς στα οκτώ χρόνια της διακυβέρνησής του λιγότερα διατάγματα απ’ όσα έχει ήδη υπογράψει ο Τραμπ στις εκατό πρώτες ημέρες της ιδιότυπης προεδρίας του, ή απ’ όσα υπέγραψαν άλλοι Ρεπουμπλικάνοι πρόεδροι. Αντιθέτως, σωπαίνουν σχετικά με τις υπογραφές που πέφτουν σύννεφο στο Οβάλ Γραφείο αυτό το διάστημα από την πένα του Ντόναλντ, ή και αναφανδόν τον επιδοκιμάζουν. Θα επανέλθω παρακάτω στο τι ακριβώς επιδοκιμάζουν.

Τα προεδρικά διατάγματα στις ΗΠΑ συνιστούν πρακτική αναγκαστικής νομοθέτησης εκ μέρους του εκτελεστικού κλάδου του πολιτεύματος με περιεχόμενο ουσιαστικό επί σοβαρών ζητημάτων τα οποία αδυνατεί ή ολιγωρεί η νομοθετική εξουσία να επιλύσει ή να διευθετήσει εγκαίρως ή αποτελεσματικώς, κι ο χρόνος ή οι περιστάσεις πιέζουν αφόρητα προς αυτήν την κατεύθυνση. Όμως ο Τραμπ δεν τα υπογράφει στο πλαίσιο τούτο.

Πολλά απ’ τα προεδρικά του διατάγματα αφορούν σε πραγματικά ελάσσονα ή και απολύτως μάταια ζητήματα, ώστε περισσότερο να ομοιάζουν σε άσκοπες επιδείξεις βιτρίνας δήθεν παραγωγής έργου, την ίδια στιγμή που κεφαλαιώδεις προεκλογικές εξαγγελίες του νέου προέδρου, όπως η υπόθεση της κατάργησης κι αντικατάστασης του νομοθετικού πλαισίου σχετικά με το σύστημα υγείας του Ομπάμα (The Affordable Care Act, ή αλλιώς γνωστό ως Obamacare) να λιμνάζουν ήδη ευρισκόμενα στην τρίτη τους κατατεθειμένη εκδοχή που είναι τόσο χειρότερη της πρώτης και της δεύτερης, ώστε κι οι ίδιοι οι Ρεπουμπλικάνοι νομοθέτες ν’ αποστρέφονται το προτεινόμενο Trumpcare. Συχνά τα διατάγματά του απλώς δίνουν μια προεδρική εντολή για τη σύσταση επιτροπών σοφών για κάποιο ζήτημα, κάτι που ως δυνατότητα βρίσκεται ήδη στα χέρια του εκάστοτε προέδρου δίχως ν’ απαιτείται κάποια υπογραφή ειδικού προεδρικού διατάγματος.

Μάλιστα, οι προκάτοχοί του, στη ζώσα μνήμη τουλάχιστον, σπανίωςυπέγραφαν με δημόσια τηλεοπτική κάλυψη τέτοια διατάγματα, επιφυλάσσοντας τέτοιες φανφάρες μονάχα στις ειδικές τελετές επικύρωσης σημαντικών νομοθετικών κειμένων που ήδη είχαν συζητηθεί και περάσει στο Κογκρέσο. Αλλά όχι ο Τραμπ.

Ο Ντόναλντ, που έχει μακρά εμπειρία μπροστά στον τηλεοπτικό φακό, έστησε και στήνει τελετές υπογραφής δημόσιου χαρακτήρα, φορτισμένες με πλούσιο λεξιλόγιο χειρονομιών συμβολικού περιεχομένου για κάθε προεδρικό διάταγμα απ’ τα πολλά που έχει ήδη υπογράψει—τα βλέπει κανείς ως στοίβες από ντοσιέ πάνω στο γραφείο του—ανεξαρτήτως της σοβαρότητας του ζητήματος που αυτό αφορά, με όσες κάμερες και δημοσιογράφους δύναται το Οβάλ Γραφείο να χωρέσει, και χειροκροτούμενος από τα κυβερνητικά στελέχη που τον πλαισιώνουν ως αυλοκόλακες και κατ’ επέκταση ως γλάστρες του τηλεθεάματος.

Ο Τραμπ στήνει τελικά ένα δημόσιο θέαμα με χειρονομίες συμβολικού χαρακτήρα που το Κοινό δεν δυσκολεύεται ν’ αποκωδικοποιήσει, όχι μόνον γιατί το συμβολικό τους λεξιλόγιο είναι απλό, όχι ακόμα μονάχα διότι το τί λαμβάνει χώρα στις τελετές το εξηγεί κι ο ίδιος ο Τραμπ με λόγια, αλλά και γιατί το Κοινό ανήκει σε μια συναισθηματική κοινότητα ασκημένη στο να διαβάζει αυτές τις απλές χειρονομίες, αυτά τα στερεότυπα λόγια, αυτήν την εξουσιαστική γλώσσα σώματος και τους μορφασμούς του άλφα αρσενικού που μαρκάρει την περιοχή του στην μάτσο ανδρική κοινωνία των ΗΠΑ, της οποίας τα ιδανικά τόσο παθιασμένα επιδιώκει να ενσαρκώσει ο εβδομηκοντούτης εκατομμυριούχος.

Ο Τραμπ αποβλέπει στο να περάσει την εικόνα του ανθρώπου που «κάνει πράγματα» (“getting things done”, όπως ο ίδιος το περιγράφει) με κινήσεις αλλά και με τα ίδια του τα λόγια, με τα οποία ασταμάτητα πλέκει μόνος του τα εγκώμιά του, ή όπως λέμε στ’ αγγλικά «παίζοντας ο ίδιος την τρομπέτα του» (“blowing his own trumpet”). Στο πλαίσιο αυτής του της επιδίωξης ρητορεύει όπου σταθεί κι όπου βρεθεί χτίζοντας μιαν εναλλακτική εικόνα της πρόσφατης εμπειρίας, μιαν αναπαράσταση της πραγματικότητας που είναι σχεδόν σε όλα της τα συστατικά ένα σύνολο από λυτές και χαλαρά συνδεόμενες πλάνες της εριστικής διαλεκτικής ή απλούστερα ξεκάθαρα ψέματα, συχνότατα περιγραφόμενες με ακατάληπτες αλυσίδες λέξεων ανάμικτων με επιφωνήματα, αλυσίδες που οδηγούν στην απελπισία τους διερμηνείς αλλά και όσους προβαίνουν σε απομαγνητοφώνηση των ομιλιών του, όπως λογουχάρη στην πρόσφατη συνέντευξη του προέδρου στο Associated Press (κλικ εδώ), που σας καλώ εκθύμως να διαβάσετε και να βγάλετε άκρη. Στ’ αφηγήματα αυτά, που σε παλαιότερο άρθρο μου (κλικ εδώ) περιέγραψα ως “fabulism”, ο παραμυθατζής πρόεδρος παρουσιάζει τον προκάτοχό του ως παντελώς καταστροφικό κι ανίκανο, τον δ’ εαυτό του ως τον μόνο που ’ναι σε θέση να προβεί σε δράσεις κι ενέργειες που θα λύσουν κάθε ζήτημα με τρόπο great, amazing, tremendous, κι άλλα τέτοια επίθετα που διαχέονται επαναλαμβανόμενα στον λόγο του.

Γεγονός, όμως, παραμένει πως στις πρώτες εκατό ημέρες της προεδρίας του, και με τα δύο σώματα του Κογκρέσου ν’ ανήκουν στο (παράλυτο) Ρεπουμπλικανικό κόμμα, ο ίδιος εντούτοις δεν έχει παραγάγει ή ευνοήσει καμία σημαντική νομοθετική δράση που να μεταβάλλει τη ζωή των Αμερικανών πολιτών προς το καλύτερο, ενώ μάλλον τ’ αντίθετο ισχύει για θέματα παιδείας, περιβάλλοντος, υγείας, προϋπολογισμού της ομοσπονδιακής κυβέρνησης, και άλλα. Ο στόχος του μοιάζει να είναι περισσότερο, και τούτο τό ’χει πετύχει σε κάποιο βαθμό, να περάσει την εικόνα ενός (α) αυτοκράτορα που κυβερνά «παντί ρήματι εκπορευομένω δια στόματος» του ιδίου, για να κλέψω εδώ την ευαγγελική ρήση (Ματθ. 4:4, Λουκ. 4:4), και (β) Μεσσία που άνοιξε την πόρτα της ιστορίας και εισήλθε θριαμβευτής καίτοι εξωσυστημικός, κάτι σαν τον μηδέν ειδόντα Οιδίποδα πού ’ρθε απ’ έξω, όπως ο πατροκτόνος Λαβδακίδης διακήρυσσε κομπάζοντας για να περιπαίξει τον Τειρεσία.

Η αυτοκρατορική διακυβέρνηση του Τραμπ είναι τέτοια γιατί προβάλλει της εικόνα πως οι λύσεις εκπορεύονται ή πηγάζουν μονάχα από τον ίδιο τον πρόεδρο (και τα μέλη της οικογένειάς του που ανέλαβαν ρόλους και καθήκοντα), και καλύπτουν θεματολογία απ’ τα σημαντικότερα εξίσου έως τα ασημαντότερα, ενώ παρακάμπτει αδικαιολόγητα τις οδούς της νομοθετικής εξουσίας, αφού το πολίτευμα δεν δοκιμάζεται από φυσικές καταστροφές ή πολέμους που θα παρεμπόδιζαν τη ομαλή λειτουργία του κι οι θεσμοί εργάζονται κανονικά, ενισχύει δε μονάχα την εικόνα του ενός ανδρός, η αρχή του οποίου προβάλλεται ως ανώτερη των συλλογικών θεσμικών διαδικασιών, που ο ίδιος παρομοίαζε συστηματικά κατά τον προεκλογικό του αγώνα με βάλτο, τέλμα, ή βούρκο, διακηρύσσοντας πως αυτός θα ήταν που θα τον αποξήραινε (“drain the swamp”). Αυτή η ρητορική απηχούσε σκέψεις του εκλογικού σώματος, και περιλάμβανε αόριστες αναφορές στη διαφθορά της Γερουσίας και της Βουλής των Αντιπροσώπων στην Ουάσιγκτων, που έχει αλωθεί από τα δύο κόμματα, ενώ πάντοτε συμπληρωνόταν από αυτοεπαίνους και υποσχέσεις κάθε λογής για επιτυχείς διαπραγματεύσεις, και μάλιστα για τόσες επιτυχίες ώστε στο τέλος θα κουράζονταν οι αμερικάνοι να κερδάνε, αν αυτό σας θυμίζει κάτι (“Were gonna win so much, youre going to be so sick and tired of winning, and you’ll say, Please, Please, Mr. President”, κάντε κλικ εδώ).

Είναι ταυτόχρονα μια μεσσιανική αυτοπροβολή, που ακουμπά πάνω σε δύο στηρίγματα: πρώτον στην παρακμή της εποχής των συλλογικοτήτων σε παγκόσμια κλίμακα, με την τάση ανάδειξης ισχυρών προσωπικοτήτων που υπόσχονται απλές λύσεις σε προβλήματα που δεν είναι καθόλου απλά, και δεύτερον στην απόγνωση των λαϊκών μαζών απέναντι σ’ εκείνο που αντιλαμβάνονται ως καταπίεση των ελίτ κάθε είδους, ώστε να καρτερούν τον έναν, να γοητεύονται απ’ τον λαοπρόβλητο και χαρισματικό ηγέτη που θα βάλει κάθε κατεργάρη στον πάγκο του, κάτι που δεν πρέπει να ξενίζει εμάς τους Έλληνες τουλάχιστον, αφού ήδη από τ’ αρχαϊκά χρόνια αυτή ήταν η συνταγή ανάδειξης των τυράννων στις πόλεις κράτη, όπως του Πεισίστρατου στην Αθήνα, του Πολυκράτη στη Σάμο, του Κύψελλου και του γιου του, Περίανδρου, στην Κόρινθο, και άλλων: η ανάδειξη του ενός ανδρός που υποσχόταν αναδασμό της γης, λαμπρά δημόσια έργα, οικονομική ακμή για όλους, περιορισμό της ισχύος των ελίτ, και φυσικά μια φιλόδημη πολιτεία—και ποταμούς θα σας φτιάξουμε. Ο Μεσσιανισμός επίσης αντλεί κύρος από την κρατούσα χριστιανική κουλτούρα του Δυτικού Κόσμου, εντός της οποίας ενηλικιώνεται ο καθένας μας και τροποποιούνται η συμπεριφορά και η κοσμοθεώρηση όλων μας, ακόμα και των άθεων ή αρνησίθρησκων. Σύμφωνα μ’ αυτήν, είναι δυνατόν ο ένας, ο εκλεκτός, ο Μεσσίας να κινήσει με τα λόγια και τα έργα του αφάνταστες αλλαγές σε μια κοινωνία, και μάλιστα με έργο σωτηριώδες ενώπιον των ειδάλλως ανυπέρβλητων κινδύνων, και αυτός ο ένας τείνει να εμφανίζεται ακριβώς πάνω στη στιγμή που η κοινωνία διέρχεται τη μεγαλύτερη κρίση της—χρονική περίσταση πού ’ναι πάντοτε επίκαιρη στα μάτια των πολλών που βλέπουν κρίσεις ακόμα κι όταν εκείνες δεν είναι παροξυμμένες, πόσο μάλλον στις μέρες μας που όντως είναι.

Το χαρακτηριστικό του Μεσσία είναι πως η βασιλεία του δεν είναι εκ του κόσμου τούτου (Ιωάν. 18:36) κάτι που σε σύγχρονο δημαγωγικό λόγο μεταφράζεται περίπου ως «εγώ δεν προέρχομαι απ’ τους κομματικούς σωλήνες», «είμαι αντισυστημικός/εξωσυστημικός», κι άλλα παρόμοια που τον διαχωρίζουν εκ του πολιτικού κόσμου τούτου. Αυτό βέβαια είναι μια ρητορική πλάνη, αφού τόσο ο Τραμπ όσο και ο Εμανουέλ Μακρόν, που επίσης αυτοπλασάρεται ως εξωσυστημικός, ανήκουν όχι μόνον στον κόσμο τούτο αλλά και στις κατεξοχήν εκφράσεις των ελίτ που ρητορικώς τουλάχιστον διατείνονται πως θ’ αντιστρατευτούν με την πολιτεία τους—αλλά βέβαια, τέτοια ήταν κι η περίπτωση των τυράννων των αρχαϊκών πόλεων κρατών, που προέρχονταν ξεκάθαρα απ’ τις αριστοκρατικές ελίτ, τις οποίες αποκήρυσσαν προκειμένου να προσεταιριστούν και να κολακεύσουν τον δήμο.

Ο κίνδυνος για τις συλλογικές διαδικασίες των δημοκρατιών είναι πολύ μεγάλος, ιδιαίτερα όταν οι θεσμικοί εκπρόσωποι αυτών των διαδικασιών και θεματοφύλακες της νομιμοποίησής της εξουσίας τους, όπως οι αμερικάνοι γερουσιαστές και βουλευτές, επιχαίρουν κοντόφθαλμα για όσα συμβαίνουν κι επιδοκιμάζουν την αυτοκρατορική και μεσσιανική συμπεριφορά του δημαγωγού προέδρου. Υπονομεύουν μόνοι τους τα θεμέλια των εξουσιών τους υποχωρώντας μπροστά στην επικίνδυνη ρητορική του προέδρου τους, και πριονίζουν το κλαδί πάνω στο οποίο κάθονται σιωπηρά αποδεχόμενοι πως είναι διεφθαρμένοι και πως σέρνονται στον βόρβορο της διεφθαρμένης Ουάσιγκτον.

Στα χρόνια της Ρωμαϊκής Ρες Πούμπλικα, άλλως τα Ρεπουμπλικανικά χρόνια, όσοι είχαν αποπειραθεί να εγκαθιδρύσουν οιαδήποτε μορφή τυραννίας δεν είχαν βρει καλό τέλος, και είναι ειρωνεία της τύχης πως σήμερα σε όλα τα κολλέγια και πανεπιστήμια στις ΗΠΑ οι παραλληλισμοί μεταξύ της Ρώμης και των ΗΠΑ είναι πανταχού παρόντες. Στα χρόνια του Principatus, όμως, δηλαδή της διακυβέρνησης του Αυγούστου μετά τη νίκη του στο Άκτιο επί του στόλου της Κλεοπάτρας Ζ΄ και του Μάρκου Αντωνίου, η ρωμαϊκή πολιτεία έμοιαζε εξωτερικά να κυβερνιέται ακόμα απ’ τη ρωμαϊκή Σύγκλητο και το Λαό, όμως κρεμόταν απ’ τα χείλη και το λιτό paludamentum του πρώτου μεταξύ ίσων, του principis Αυγούστου. Δεν ξέρω ακόμα εάν στις ΗΠΑ βρισκόμαστε ήδη καθ’ οδόν προς έναν τόσο θεμελιώδη πολιτειακό μετασχηματισμό, όμως μου φαίνεται πως διανύουμε μια φάση μεσσιανικής απαντοχής τουλάχιστον για μεγάλη μερίδα των ψηφοφόρων, κι εναπόθεσης των ελπίδων και των προσδοκιών τους στην αρχή του ενός ανδρός, ακόμα κι όταν εκείνη δεν παράγει ουσιαστικό έργο, ακόμα κι όταν εκείνη έχει θέσει ουσιαστικά το κράτος σε αυτόματο πιλότο περιδινούμενη μεταξύ σκανδάλων, γκαφών, και διήμερων αποδράσεων στο Μαρ-α-Λάγκο για γκολφ.

Αυτές τις μέρες διαβάζω πολλές ελληνόφωνες αναλύσεις για την άνοδο του Εμανουέλ Μακρόν στη Γαλλία, μια χώρα σε στάδιο παρακμής που όμως ακόμη δίνει τον τόνο σε πολλές εξελίξεις, και ο Κ. Μπογδάνος—ο γέρων Μπογδάνος για τους φίλους—με πρόλαβε στη δημοσίευση άρθρου εδώ στο Market News όπου ορθώς προβάλλει τις σχέσεις σύνδεσης που έχει ο Γάλλος καινοφανής αστέρας με τους Ροτσίλντ (κλικ εδώ), άρθρο που σας καλώ να διαβάσετε όσοι δεν το έχετε ήδη κάνει. Θα κλείσω με ένα μοτίβο που συχνά με απασχολεί κι ίσως μονότονα, όπως και σήμερα εδώ, αυτό της πλάνης, που έχει και μιαν επαφή ειδικά με τον μεσσιανισμό: όταν ερωτήθηκε ο Ιησούς από τους Μαθητές πώς θα καταλάβουν ότι πλησιάζει ο καιρός της Δευτέρας Ελεύσεως και Παρουσίας, ο καιρός του τέλους των ημερών, εκείνος το πρώτο που τους απάντησε ήταν να προσέχουν να μην ξεγελαστούν από τις πλάνες των ψευδομεσσιών εκείνων των ημερών (Ματθ. 24:4-5 και 24:24, Λουκ. 21:8).

Σε όρους του κόσμου τούτου, το τέλος των ημερών δεν χρειάζεται να είναι το οριστικό τέλος, αλλά αρκεί να είναι το τέλος αυτών των ημερών όπως τις ξέρουμε, δηλαδή το τέλος της κανονικότητας και η αρχή μιας εποχής όπου πολλά που γνωρίζαμε δεν θα τ’ αναγνωρίζουμε πια. Δεν υπάρχει τίποτα το υπερβατικά προφητικό στις σκέψεις μου, όπως υπάρχει στην προειδοποίηση του Κυρίου στα Ευαγγέλια, αλλά ίσως μια επιφύλαξη έναντι καθενός που αυτοπροβάλλεται ως Μεσσίας, ακόμα κι όταν δεν τολμά να χρησιμοποιήσει αυτήν την λέξη. Μου αρκεί που αξιοποιεί την πολύ βολική Εγελιανή διαλεκτική σύγκρουση των Δύο Άκρων, ώστε κατόπιν να ξεφυτρώσει ο ίδιος κάπου στο δήθεν ακίνδυνο μέσον. Φοβούμαι, όμως, πως η Ιστορία είναι αυτό που συμβαίνει αθόρυβα όσο είμαστε απασχολημένοι να παρακολουθούμε την θορυβώδη αλληλοσφαγή των κραυγαλέα επικίνδυνων ακραίων, λησμονώντας πως το μεγαλύτερο χρονικό διάστημα κυβέρνησαν οι υπογείως επικίνδυνοι, μεσαίοι, παντοειδείς Μεσσίες, που ενίοτε ήσαν εξίσου λαϊκιστές και δημαγωγοί, και μετασχηματίζονταν ακόμα και στη μορφή αγγέλου φωτός (Β΄ Κορινθ. 11:14) καίτοι πνεύματα ακάθαρτα.

Facebook Comments