Πριν μερικές ημέρες, ο επίτροπος Όλι Ρέν υποστήριξε την άποψη ότι η πολιτική δημοσιονομικής εξυγίανσης συνιστά μονόδρομο για την ευρωζώνη, γιατί είναι αδύνατη η εφαρμογή πολιτικής που να οδηγεί σε απεριόριστη φθηνή χρηματοδότηση είτε από τον ιδιωτικό τομέα είτε από χώρες της ευρωζώνης. Αδυνατεί δε να αντιληφθεί «από πού στο καλό θα βρεθούν τα χρήματα για την τόνωση της οικονομία», ζητώντας πιο ευφυείς άνθρωποι από εκείνον να προτείνουν εναλλακτικούς τρόπους για να επιτύχουν τη ροή πίστωσης προς την Ευρώπη…

Νομίζω ότι μπορούν να διατυπωθούν μερικές απλές σκέψεις σε απάντηση των παραπάνω απόψεων του Ευρωπαίου Επιτρόπου που δεν διεκδικούν τίποτε περισσότερο από την επιθυμία συμβολής στην αντιμετώπιση της βαθειάς ύφεσης που πλήττει τις χώρες του ευρωνότου και σύντομα θα αφορά και ολόκληρη την ευρωζώνη, αν συνεχισθεί εμμονικά η δημοσιονομική λιτότητα. Ιδού λοιπόν η συνοπτική αποτύπωση μερικών τέτοιων προτάσεων που άλλωστε δεν διεκδικούν «δάφνες πρωτοτυπίας».

  1.  Από τα στοιχεία του συνολικού ύψους δανείων και καταθέσεων των χωρών της ευρωζώνης (Δεκέμβριος 2012), προκύπτει ότι σε αρκετές το ύψος των καταθέσεων υπερβαίνει το ύψος των δανείων. Ενδεικτικά, η σχέση καταθέσεων/δανείων είναι 1,2 στη Γερμανία (3,1 δις. ευρώ οι καταθέσεις και 2,6 δις. ευρώ τα δάνεια) και 1,6 στο Βέλγιο. Θα μπορούσε επομένως να υπάρξει πολιτική πιστωτικής επέκτασης από τις χώρες αυτές προς άλλες χώρες όπου η σχέση είναι μικρότερη της μονάδος. Για παράδειγμα, γερμανικές τράπεζες θα μπορούσαν να συμβάλουν στη διαδικασία αυτή με την εξαγορά τραπεζών του ευρωνότου ή την επέκταση του δικτύου τους σε αυτές ώστε να συμβάλλουν σε νέες δανειοδοτήσεις (όπως άλλωστε έκαναν οι ελληνικές τράπεζες τα προηγούμενα χρόνια στα Βαλκάνια και αλλού όταν είχαν ευχερή πρόσβαση σε ρευστότητα μέσω της διατραπεζικής αγοράς). Χρειάζεται βεβαίως η σχετική βούληση για τέτοιες πρωτοβουλίες.
  2. Μέσω της διαδικασίας έκδοσης αναπτυξιακού ευρωομολόγου (προσοχή όχι ομολόγου που αφορά την κάλυψη δανειακών υποχρεώσεων στο πλαίσιο μια διαδικασίας ανάληψης χρέους των «άσωτων» χωρών από τις «νοικοκυρεμένες» –debt mutualization). Αυτό θα επικέντρωνε σε στοχευμένες δράσεις που θα αφορούν τις υποδομές κάθε χώρας (οδικά – σιδηροδρομικά δίκτυα, έργα κοινής ωφέλειας, όπως ενέργειας- ύδρευσης κοκ). Μέρος από τα λιμνάζοντα διαθέσιμα χωρών, όπως της Κίνας (3,3 τρις. $ είναι μόνο τα συναλλαγματικά αποθέματά της!) και των διαθεσίμων sovereign-funds των χωρών με πλεονάζοντα διαθέσιμα, θα μπορούσαν να κατευθυνθούν στο ομόλογα αυτό. Η διαδικασία έκδοσής του θα απαιτούσε την κατάλληλη προετοιμασία (μικρή αρχικά έκδοση, κατάλληλοι ανάδοχοι) ώστε να τύχει επιτυχίας και να σηματοδοτήσει την επανεκκίνηση της αναπτυξιακής διαδικασίας. Και για την υλοποίηση μιας τέτοιας πρότασης είναι αναγκαία η βούληση της εξάσκησης πολιτικών αλληλεγγύης μεταξύ των ευρωπαϊκών χωρών, κάτι για το οποίο δύσκολα μπορεί να εκφραστεί κάποιος με αισιοδοξία, ιδιαίτερα μετά την απόφαση για μείωση των πόρων του ευρωπαϊκού προϋπολογισμού για την περίοδο 2014-20 από το Συμβούλιο Κορυφής της Ε.Ε.
  3. Ενεργές δράσεις από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα σε σχέση με την ροή νέου χρήματος στις αγορές στο πρότυπο των αντίστοιχων δράσεων της Αμερικανικής και της Ιαπωνικής Κεντρικής Τράπεζας που με τις πολιτικές ποσοτικής χαλάρωσης έχουν συγκρατήσει τουλάχιστον την ανεργία (ήδη στις ΗΠΑ είναι 7,7% όταν στην Ε.Ε. είναι 11,9% και στον ευρωνότο ξεπερνά και το 25% !). Πρακτικά, το νεοεκδιδόμενο χρήμα οδηγείται στη αγορά ομολόγων χωρών με υψηλό χρέος με αποτέλεσμα την μείωση των αποδόσεών τους καθιστώντας τις αποδόσεις των μετοχών (risky assets) ελκυστικότερες. Έτσι, διαμορφώνεται θετικότερο επενδυτικό περιβάλλον δημιουργώντας προϋποθέσεις νέων επιχειρηματικών πρωτοβουλιών στην πραγματική οικονομία, κάτι που στην πράξη ήδη συμβαίνει στις ΗΠΑ όπου συστηματικά εφαρμόζεται. Ο δε πληθωριστικός κίνδυνος για όσους έχουν τις μνήμες του μεσοπολέμου (τους Γερμανούς δηλαδή), δεν συνιστά στην πράξη απειλή καθώς ήδη τώρα στις ΗΠΑ είναι μόλις 1,6% και στην Ε.Ε. 1,8%, υψηλότερος δηλαδή, ενώ στην Ιαπωνία είναι αρνητικός (-0,3%). Βεβαίως, θα χρειαστεί η ΕΚΤ να αλλάξει το καταστατικό της ώστε οι δράσεις ποσοτικής χαλάρωσης (quantitative easing) να εφαρμοστούν νομίμως, διαδικασία που θα όφειλε να προταθεί από τα γερμανικά κόμματα ενόψει των εκλογών του φθινοπώρου. Ελπιδοφόρο πάντως είναι ότι τέτοιες δράσεις, έστω και σε μικρό βαθμό, ξεκίνησαν από τον Ντράγκι.

Το πραγματικό ερώτημα είναι γιατί τίποτε από τα παραπάνω δεν εφαρμόζεται στην πράξη ώστε να επανέλθει η ροή πιστώσεων στην Ευρώπη αφού ο Ολι Ρεν δεν στερείται της σχετικής ευφυΐας για να κατανοήσει προτάσεις όπως οι παραπάνω. Η απάντηση επομένως είναι ότι δεν υφίσταται η σχετική βούληση για ανάληψη σχετικών δράσεων είτε λόγω ιδεολογικών αγκυλώσεων είτε λόγω ανομολόγητων άλλων σχεδίων που περιλαμβάνουν την ανάδειξη της γερμανικής πρωτοκαθεδρίας στην Ευρώπη μέσω της οικονομικής ισχύος. Σε αυτό το ενδεχόμενο, δικαίως εκφράζεται με ανησυχία ο Γιούνκερ όταν μνημονεύει τα των πολεμικών αναμετρήσεων του παρελθόντος ανάμεσα στα ευρωπαϊκά έθνη…

 

Δημήτρης Τζάνας

Facebook Comments