Στην παγίδα που η ίδια έστησε πέφτει η ελληνική κυβέρνηση, αφού το στοίχημα της συνολικής συμφωνίας (αξιολόγηση + χρέος = πακέτο) δεν βγαίνει, και ούτε είχε και πιθανότητες να βγει, όπως και όλα τα στοιχήματα-απειλές που έχει θέσει τα 2,5 χρόνια που βρίσκεται στην εξουσία. Ό,τι αφήγημα έστηνε λογαριάζοντας χωρίς τον ξενοδόχο, τους θεσμούς δηλαδή και ειδικά τον Σόιμπλε, γκρεμιζόταν με θόρυβο. Φυσικά εις βάρος της ελληνικής οικονομίας. Και όποτε βρισκόταν σε αδιέξοδο και ζητούσε πολιτική λύση, έπεφτε σε κενό, με την Μέρκελ να την παραπέμπει στο Eurogroup.

Όπως δείχνουν οι έως τώρα εξελίξεις – με ακόμα και αυτή τη στιγμή κάποια προαπαιτούμενα να παραμένουν ανοιχτά – το Eurogroup της 15ης Ιουνίου ή λίγες μέρες αργότερα, θα δώσει το πράσινο φως για την εκταμίευση της δόσης, αλλά για το χρέος κουβέντα.  Οι Ευρωπαίοι σε καμία περίπτωση δεν θα ρισκάρουν την μη εκταμίευση της δόσης και ένα πιστωτικό γεγονός στην Ελλάδα, εν όψει και των γερμανικών εκλογών, καθώς δεν είναι προς το συμφέρον κανενός. Έτσι κι αλλιώς, τα χρήματα που θα δώσουν θα βγουν από την μία τσέπη των δανειστών και θα μπουν στην άλλη. 

Σε ότι αφορά το χρέος, θα ήταν τουλάχιστον αφελής όποιος πίστευε πως οι θεσμοί θα άλλαζαν μία συμφωνία την οποία έχουν ήδη κλείσει, εδώ και πάνω από έναν χρόνο. Στις 22 Μαΐου του 2016 τα πράγματα ήταν απόλυτα ξεκάθαρα. Αρχίζουμε με τα βραχυπρόθεσμα μέτρα για το χρέος, και μετά το τέλος του προγράμματος – αν και εφόσον κριθεί αναγκαίο- προχωράμε στα μεσοπρόθεσμα, τα οποία θα οριστούν εκείνη τη στιγμή ανάλογα με τις επιδόσεις της Ελλάδας. Λογικότατο και αδιαπραγμάτευτο. 

Δεν μπορεί ξαφνικά μετά από έναν χρόνο και ενώ ΟΛΟΙ (Ευρωπαίοι, ΔΝΤ και ελληνική κυβέρνηση) έχουν συμφωνήσει σε αυτό το χρονοδιάγραμμα, να αλλάξουν την συμφωνία αυτή επειδή ο Τσίπρας και ο Τσακαλώτος δεν έχουν σε τι να πιαστούν για να δικαιολογήσουν το έμμεσο μνημόνιο το οποίο συμφώνησαν και ήδη νομοθέτησαν. 

Έτσι, στις 15 Ιουνίου το ΔΝΤ θα επαναβεβαιώσει την θέλησή του να συμμετέχει με συμβουλευτικό και όχι χρηματοδοτικό ρόλο στο ελληνικό πρόγραμμα, με την προϋπόθεση ότι θα εκταμιεύσει χρήματα μόνο όταν ο Σόιμπλε και οι υπόλοιποι Ευρωπαίοι συγκεκριμενοποιήσουν τα μεσοπρόθεσμα μέτρα για το χρέος, μετά τον Αύγουστο του 2018. Αυτό βολεύει φυσικά το Βερολίνο, αφού ο Σόιμπλε είναι σε θέση να τηρήσει την υπόσχεση που έδωσε στο γερμανικό κοινοβούλιο για συμμετοχή του ΔΝΤ στο πρόγραμμα, και έχει και την στήριξη της Κομισιόν αφού σύμφωνα με τις δηλώσεις του Μ. Σχοινά «η δουλειά θα συνεχιστεί στο πλαίσιο της συμφωνίας του Μαΐου του 2016».

Η ελληνική κυβέρνηση βλέποντας το αδιέξοδο το οποίο η ίδια δημιούργησε τώρα εμφανίζεται να παραπέμπει σε πολιτική λύση στη Σύνοδο της 22ας Ιουνίου. Όλοι λίγο-πολύ καταλαβαίνουμε ότι σε καμία περίπτωση δεν πρόκειται οι Ευρωπαίοι ηγέτες να πάρουν απόφαση αντί του Eurogroup. Άρα για το όποιο πρόβλημα έχει η ελληνική κυβέρνηση, η Μέρκελ και οι λοιποί θα της δείξουν την πόρτα για το επόμενο προγραμματισμένο Eurogroup στις 10 Ιουλίου, που είναι και το τελευταίο πριν οι Ευρωπαίοι «κλείσουν» για καλοκαίρι ( το επόμενο είναι στις 15 Σεπτεμβρίου στην Εσθονία).

Αυτό για το οποίο θα παρακαλάει η ελληνική κυβέρνηση στο επόμενο διάστημα είναι να πάρει μια θετική λεκτική διατύπωση για το χρέος για να «σπρώξει» την ΕΚΤ να εντάξει την Ελλάδα στο QE, κάτι που θα ανοίξει την πόρτα σε μία δοκιμαστική έξοδο στις αγορές, αλλιώς ο ΣΥΡΙΖΑ δεν θα έχει το παραμικρό στο οποίο θα μπορεί να στηριχθεί για να μην καταρρεύσει κι άλλο δημοκοπικά. Το «παράθυρο» που υπάρχει είναι μέχρι την επόμενη συνεδρίαση νομισματικής πολιτικής της ΕΚΤ στις 20 Ιουλίου, γιατί μετά και αυτή πάει σε διακοπές μέχρι τις… 7 Σεπτεμβρίου.

Ωστόσο, και να υπάρξει κάποια διατύπωση που να λύνει τα χέρια της ΕΚΤ για το QE – αν και είναι δύσκολο ο Ντράγκι με απλά μία υπόσχεση ότι το χρέος της Ελλάδας θα γίνει βιώσιμο να παίξει τον ρόλο του εγγυητή για τα ελληνικά ομόλογα –  τίποτα δεν δείχνει μέχρι σήμερα ότι βιάζεται. Αντίθετα όπως υποδηλώνουν και τα πρόσφατα σχόλια του επικεφαλής της ΕΚΤ, ο δρόμος θα είναι μακρύς, αφού θα πρέπει πρώτα η ΕΚΤ να προχωρήσει στην δική της ανεξάρτητη ανάλυση της βιωσιμότητας του ελληνικού χρέους και αυτό δεν θα γίνει από την μία μέρα στην άλλη.

Το συμπέρασμα λοιπόν είναι το εξής: Η πολιτική της κυβέρνησης των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ η οποία βασίζεται στην αποδεδειγμένα πλέον καταστροφική στρατηγική του «πουλάω σκληρή διαπραγμάτευση», οδηγεί σε συνεχείς καθυστερήσεις και αδιέξοδα πνίγοντας όλο και περισσότερο την οικονομία. Καλοκαίριασε και ακόμη όλα είναι ανοιχτά, ενώ ο πρωθυπουργός δεσμευόταν πριν αρκετούς μήνες για λύση «ως το τέλος του 2016», χάνοντας στην συνέχεια το ένα ορόσημο μετά το άλλο. Το τέλος και αυτής της διαπραγμάτευσης είναι γνωστό: Θα πουν «ναι» σε μία οποιαδήποτε λύση, η οποία τελικά είναι αυτή που υπήρξε στο τραπέζι από την αρχή.

Ο Αλέξης Τσίπρας και οι γύρω του, το μόνο που ξέρουν από τον Ιανουάριο του 2015 είναι ότι θέλουν να παραμείνουν πάση θυσία στην εξουσία, εξ ου και τα «ναι σε όλα». Η απειλή του «αν δεν πάρουμε την ελάφρυνση για το χρέος, δεν θα εφαρμόσουμε τα μέτρα που ψηφίσαμε» είναι μία τρύπα στο νερό. Εδώ δεν ξέρουν τι ελάφρυνση θέλουν. Πριν ήθελαν ελάφρυνση με το ΔΝΤ μέσα στο πρόγραμμα. Τώρα θέλουν «μία συμφωνία που να οδηγεί στην έξοδο στις αγορές». Ότι να ΄ναι, αρκεί να δείξουν κάτι.

Ο Τσακαλώτος, σε δηλώσεις του στην Handelsblatt ζήτησε «η Γερμανία και το ΔΝΤ να φροντίσουν ώστε να υπάρξει τώρα σαφήνεια αναφορικά με την ελάφρυνση του χρέους, προκειμένου να δοθεί ένα ξεκάθαρο σημάδι στις χρηματαγορές», ενώ τόνισε πως  «η πρόγνωση του Ταμείου είναι ξεκάθαρα πολύ απαισιόδοξη, εκτός και αν όλες οι μεταρρυθμίσεις που εφαρμόσαμε, κρίνονται αρνητικά. Δεδομένου όμως ότι το ΔΝΤ ήταν εκείνο που σχεδίασε και διαπραγματεύτηκε τα μέτρα αυτά, κάτι τέτοιο θα ήταν μάλλον παράξενο, για να το διατυπώσω όσο πιο προσεκτικά γίνεται». Με λίγα λόγια, ενώ πριν η κυβέρνηση έκανε επίθεση στον Σόιμπλε που δεν δέχεται την απαίτηση του ΔΝΤ για το χρέος, τώρα που το ΔΝΤ τάσσεται με τον Σόιμπλε, τα βάζει με το ΔΝΤ και υιοθετεί και λίγο από την γραμμή Σόιμπλε. Πραγματικά, ότι να ΄ναι.

Facebook Comments