Ο υπουργός Οικονομικών έχει την άποψη ότι το επικείμενο Eurogroup στις 15 Ιουνίου, οπότε και θα κριθεί το μέλλον του δανειακού προγράμματος και κατά συνέπεια της  χώρας, έχει περίπου την ίδια σημασία με την παρέλαση για το Athens Pride,  που αφορά τα δικαιώματα των ομοφυλοφίλων και πραγματοποιήθηκε το περασμένο Σάββατο.

Προσωπικά δεν θα συμφωνήσω με την άποψη του Ευκλείδη Τσακαλώτου αλλά σε κάθε περίπτωση το Athens Pride τελείωσε ενώ το Eurogroup είναι μπροστά μας. Όπως μπροστά μας είναι και τα πολύ δύσκολα κι οδυνηρά μέτρα, που ψήφισε κι επέβαλλε η κοινοβουλευτική πλειοψηφία των 153 ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ εις βάρος του συνόλου των ελλήνων.

Eίναι προφανές ότι το αφήγημα της κυβέρνησης έχει σαφώς αλλάξει, μολονότι δεν ομολογείται. Το ενδεχόμενο αποσαφήνισης των μεσοπρόθεσμων μέτρων για την ελάφρυνση του δημοσίου χρέους της χώρας, όπως ήταν η βασική επιδίωξη της κυβέρνηση των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ επί μήνες, δεν βγαίνει. Η αποτυχία του εγχειρήματος, που εμείς την είχαμε επισημάνει εγκαίρως, είναι μεγάλη, όσο κι αν επικοινωνιακά το Μαξίμου επιχειρεί να την υποβαθμίσει. 

Τώρα τίθεται ως προτεραιότητα η ολοκλήρωση της β’ αξιολόγησης κι η εκταμίευση της δόσης, τουλάχιστον 7,4 δις ευρώ, προκειμένου να μην αντιμετωπίσει η Ελλάδα πρόβλημα ρευστότητας μέσα στον προσεχή Ιούλιο. Αυτό όμως δεν αρκεί. Δεν υπήρχε κανένας λόγος να καθυστερήσει τόσο πολύ η αξιολόγηση, που θα έπρεπε να είχε κλείσει από τον Μάϊο του 2016 και να πάει τόσο πίσω κάθε προσπάθεια για την ανάπτυξη και την ανάκαμψη της οικονομίας, που λιμνάζει. Θα μπορούσε να είχε κλείσει πολύ νωρίτερα, προτού η κυβέρνηση να αναγκαστεί να φέρει ένα τόσο επαχθές πακέτο μέτρων, όπως αυτό που ψήφισε στις 10 Μαϊου και συμπλήρωσε με ακόμα χειρότερα μέτρα, που θα εφαρμοσθούν κυρίως μετά το 2019, όπως τα νέα προαπαιτούμενα που ψήφισε την περασμένη Παρασκευή. Όλα αυτά δυστυχώς δείχνουν τρομακτική προχειρότητα και ανικανότητα εκ μέρους των διαπραγματευτών του Μαξίμου και του υπουργείου Οικονομικών.

Γι΄αυτό το λόγο, ο κ. Τσακαλώτος προσπάθησε να «χρυσώσει» το χάπι για τους 153 βουλευτές του «Ναι σε Όλα»,  στους οποίους ισχυρίστηκε ότι τώρα επιδίωξη τουλάχιστον της κυβέρνησης είναι να πάρει μια πιο σαφή διατύπωση για την πρόθεση των δανειστών να ελαφρύνουν το χρέος, ούτως ώστε η διατύπωση αυτή να επιτρέψει στη διοίκηση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζες, της ΕΚΤ, να εντάξει τα ελληνικά ομόλογα, που κυρίως κατέχουν στα χαρτοφυλάκια τους οι ελληνικές τράπεζες, στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης, το περιβόητο QE. Όμως κι αυτή η επιδίωξη είναι εξαιρετικά δύσκολη έως αδύνατη. Στην τελευταία συνεδρίαση του το Διοικητικό Συμβούλιο της ΕΚΤ, την περασμένη Πέμπτη, δεν έκανε την παραμικρή αναφορά στο ελληνικό ζήτημα. Κι είναι λίαν αμφίβολο αν ακόμα και μια διατύπωση, όπως αυτή που λέει ο υπουργός Οικονομικών και παραμένει αβέβαιη, θα επιτρέψει στον Μάριο Ντράγκι στην επόμενη συνεδρίαση της 20ης Ιουλίου να μας εντάξει στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης. Η ΕΚΤ δεσμεύεται από το καταστατικό της να μην το κάνει. Κι αν περάσει άπρακτο το καλοκαίρι, μετά έρχονται οι γερμανικές εκλογές και το θέμα συγκρότησης της νέας κυβέρνησης στο Βερολίνο, μεταθέτοντας την όποια σχετική συζήτηση προς το τέλος του 2017, ίσως κι αργότερα. Αρα το κεντρικό αφήγημα του πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα και των συντρόφων του για ελάφρυνση του χρέους κι έξοδο στις αγορές, απομακρύνεται, ενδεχομένως και καταρρέει οριστικά για το προσεχές μέλλον.

Έτσι κι αλλιώς, όπως γράφαμε αυτή δεν θα έπρεπε να είναι η πρώτη προτεραιότητα της κυβέρνησης αλλά οι μεταρρυθμίσεις που θα επέτρεπαν στους επενδυτές να επανακάμψουν στην Ελλάδα. Δυστυχώς η κυβέρνηση των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ μέσα στην ελαφρότητα και τον ερασιτεχνισμό της, προσεγγίζει όλα τα κρίσιμα αυτά ζητήματα περισσότερο με στόχο την προπαγάνδα και την χειραγώγηση της κοινής γνώμης παρά έχοντας ως στόχο να δώσει ουσιαστικές λύσεις στα χρονίζοντα τρομακτικά προβλήματα.

Σε αυτή τη φάση, όπως κατ επανάληψη έχουμε γράψει, η προτεραιότητα της οικονομίας και της χώρας δεν είναι το μείζον ζήτημα του χρέους αλλά το ξεμπλοκάρισμα των μεταρρυθμίσεων και των ιδιωτικοποίησεων. Αλλά η αριστερή κυβέρνηση, με την γνωστή πια κουτοπονηριά της βολεύθηκε με την αέναη διαπραγμάτευση, που της επέτρεπε να μην κυβερνά ουσιαστικά, και με τις κατηγορίες προς τους δανειστές, που τους παρουσίαζε ως τους μοναδικούς υπευθύνους για τις καθυστερήσεις και τα πισωγυρίσματα, που έχουν καταδικάσει την χώρα και την οικονομία στη μιζέρια.

Facebook Comments