Αναζητώντας ένας επενδυτής την καλύτερη στρατηγική για να επενδύσει σε χρηματοοικονομικά προϊόντα, αναπόφευκτα θα συναντήσει δύο από τις πιο βασικές στρατηγικές επένδυσης.

Την στρατηγική που επενδύει με βάση την ορμή της τάσης (Momentum Investing) προσπαθώντας να την εκμεταλλευτεί και την στρατηγική που η θέση ή οι θέσεις που τοποθετείται ο επενδυτής έρχεται σε αντίθεση με τις εκάστοτε επικρατούσες τάσεις της αγοράς ώστε να επωφεληθεί από αντιστροφή τους.

Στη τασική στρατηγική επιλέγονται μετοχές ή άλλα προϊόντα τα οποία έχουν πολύ καλές αποδόσεις στο παρελθόν με την προσδοκία ότι αυτές οι επιδόσεις θα συνεχιστούν. Η βασική ιδέα είναι ότι αφού έχει επιβεβαιωθεί μία τάση, το πιθανότερο είναι να συνεχιστεί παρά να αλλάξει. Ένας απ’ τους μεγαλύτερους κερδοσκόπους της ιστορίας, ο Αντρέ Κοστολάνι, έλεγε ότι το χρηματιστήριο είναι 90% ψυχολογία και το υπόλοιπο 10 οτιδήποτε άλλο.

Έτσι σε αυτή την στρατηγική, ο επενδυτής προσπαθεί να εκμεταλλευθεί την μαζική ψυχολογία. Οι επενδυτές πολλές φορές υπερεκτιμούν πρόσφατα γεγονότα ή εξελίξεις δίνοντας λιγότερη βαρύτητα στα θεμελιώδη και τις πραγματικές προοπτικές, δημιουργώντας υπερβολές και τάση στις τιμές. Στην ουσία η γενική ιδέα που επικρατεί είναι <<αγόρασε ψηλά και πούλησε υψηλότερα>> (ή το αντίστροφο).

Οι οικονομολόγοι έχουν αναπτύξει 2 θεωρίες για να δώσουν απάντηση στο γιατί είναι αποτελεσματική αυτή η στρατηγική. Η πρώτη υποστηρίζει ότι οι επενδυτές πραγματοποιούν μεγαλύτερα κέρδη εξαιτίας του μεγαλύτερου ρίσκου που παίρνουν. Η δεύτερη υποστηρίζει ότι οι επενδυτές εκμεταλλεύονται την λανθασμένη συμπεριφορά των λιγότερο έμπειρων επενδυτών. Για παράδειγμα, αν κάποιος αναλυτής δημοσιεύσει μία πολύ θετική ανάλυση για μια εταιρεία, πολλοί επενδυτές μπορεί να αντιδράσουν υπερβολικά και κατά συνέπεια να οδηγήσουν την τιμή της μετοχής σε πολύ υψηλά επίπεδα. Ο επενδυτής που ακολουθεί momentum στρατηγική το συνειδητοποιεί και προσπαθεί να εκμεταλλευτεί την ευκαιρία.

Ίσως το σημαντικότερο ρίσκο σε αυτή τη στρατηγική είναι ότι ακριβώς επειδή εφαρμόζεται σε προϊόντα που είναι δημοφιλή στους επενδυτές και με μεγάλη εμπορευσιμότητα, έχουν πολύ υψηλές τιμές και δείκτες  P/E. Αυτό σημαίνει ότι εάν για παράδειγμα μια μετοχή δημοσιεύσει απογοητευτικά αποτελέσματα θα έχει σαν αποτέλεσμα την βίαιη πτώση της τιμής της.

Η αντιθετική (contrarian) στρατηγική είναι εκείνη στην οποία αυτός που την εφαρμόζει έχει αντίθετη άποψη από αυτή που επικρατεί στην αγορά. Ο επενδυτής που ακολουθεί αυτή τη στρατηγική προσπαθεί να βρει περιπτώσεις συμπεριφοράς τύπου αγέλης εκ μέρους των υπόλοιπων επενδυτών, όπου κατά συνέπεια έχουν δημιουργηθεί στρεβλώσεις στις τιμές. Δηλαδή περιπτώσεις όπου το σύνολο των επενδυτών έχει τιμολογήσει λάθος την αξία ενός προϊόντος. Για παράδειγμα, αν επικρατεί έντονη και διαδεδομένη αισιοδοξία στους επενδυτές, μπορεί να οδηγήσει σε στρέβλωση των τιμών και όταν δεν επαληθευτούν αυτές οι προσδοκίες να έχει ως αποτέλεσμα οι τιμές να σημειώσουν έντονη πτώση.

Σε αυτή την περίπτωση ο contrarian θα πάρει θέση κάνοντας ανοιχτές πωλήσεις, με άλλα λόγια θα βγει short. Αντιθέτως εάν για κάποιο λόγο επικρατεί έντονη απαισιοδοξία για κάποια μετοχή ή άλλη αξία, αυτό μπορεί να οδηγήσει σε υπερβολική πτώση της τιμής, οπότε με βάση άλλες παραμέτρους (θεμελιώδη στοιχεία, προοπτικές κτλ) να θεωρείται ευκαιρία. Εδώ ο contrarian όπως είναι εύλογο θα προβεί σε αγορές.

Συνηθίζεται να λέγεται ότι η πλειοψηφία των contrarians έχουν αρνητική στάση απέναντι στην αγορά, πράγμα που σημαίνει ότι προσπαθούν να βρουν περιπτώσεις υπερβολικής ανόδου των τιμών και να πάρουν αρνητική θέση. Η πραγματικότητα είναι ότι όποιος εφαρμόζει στρατηγική αυτού του τύπου προσπαθεί να εντοπίσει περιπτώσεις υπερτιμημένων ή υποτιμημένων κινητών αξιών και να επωφεληθεί από αυτή τη στρέβλωση παίρνοντας αντίθετη θέση. Ο contrarian θα κάνει τις επιλογές του βασιζόμενος στην πραγματική αξία του προϊόντος.

Πολλοί αμφισβητούν την έννοια του contrarian λέγοντας ότι είναι συνώνυμη με την έννοια της επένδυσης βασιζόμενης στην αξία. Σίγουρα η αξία π.χ. μιας μετοχής μπορεί να προσδιοριστεί με βάση διάφορες μετρήσεις όπως είναι η λογιστική αξία, ο προσδιορισμός της σχέσης P/E κλπ. αλλά τον επενδυτή που υιοθετεί αυτή τη στρατηγική των ενδιαφέρουν και άλλες παράμετροι όπωςη τρέχουσα ψυχολογία των επενδυτών. Χαρακτηριστικός δείκτης για τέτοιου είδους μετρήσεις είναι ο δείκτης μεταβλητότητας VIX (γνωστός και ως δείκτης φόβου – fear index) .

Στη συγκεκριμένη στρατηγική ο μεγαλύτερος ανασταλτικός παράγοντας είναι ο χρόνος. Είναι πάρα πολλές οι φορές που η στρατηγική αυτή χρειάζεται αρκετό χρόνο για να καταστεί αποτελεσματική. Πολλοί επενδυτές που την εφαρμόζουν δεν έχουν τις αντοχές, την υπομονή και τα περιθώρια να την υποστηρίξουν, με αποτέλεσμα να αποτυγχάνει.

Οι δύο αυτές στρατηγικές αν και αντίθετες μεταξύ τους μπορούν να φέρουν πολύ σημαντικά αποτελέσματα σε κάποιον που θα επιλέξει να τις ακολουθήσει με ακρίβεια. Το <<κλειδί>> δεν είναι ποια από τις δυο θα επιλέξει, αλλά, αφού  επιλέξει κάποια από τις δύο, να την εφαρμόσει σωστά, την κατάλληλη χρονική στιγμή και σε συγκεκριμένες συνθήκες.

Η κάθε στρατηγική μπορεί να είναι επιτυχημένη αν εφαρμοστεί σωστά, στη σωστή χρονική στιγμή και εφόσον πληρούνται οι προϋποθέσεις πάνω στις οποίες έχουν δημιουργηθεί αυτές οι στρατηγικές. Εναπόκειται στον επενδυτή να επιλέξει τη στρατηγική που ταιριάζει καλύτερα τόσο στις περιστάσεις όσο και στη δική του ψυχοσύνθεση.

Για οποιαδήποτε απορία ή διευκρίνιση ή αν χρειάζεστε βοήθεια σε κάποιο από τα στάδια σχεδίασης της δικής σας στρατηγικής, μη διστάσετε να επικοινωνήσετε με την δημιουργική ομάδα του GreekTrader.

Facebook Comments