Τι σχέση μπορεί να έχει το αίτημα της αξιωματικής αντιπολιτεύσεως για σύσταση εξεταστικής επιτροπής αναφορικά με τις συνομιλίες του υπουργού Εθνικής Άμυνας με έναν καταδικασθέντα ισοβίτη και η δανειοληπτική συμπεριφορά του καταβαλόντος το αίτημα κόμματος; Αν το ερώτημα τελείωνε εδώ, χωρίς προσδιορισμό της χώρας, οι περισσότεροι θα απαντούσαμε, καμία απολύτως. Αν, όμως, προσθέσω, στην Ελλάδα, στο ελληνικό κοινοβούλιο, η απάντηση θα άλλαζε άρδην, κάποιος άλλος θα μπορούσε να γράψει και πολυσέλιδο πολιτικό δοκίμιο.

Σε κάθε ολομέλεια της Βουλής τα ίδια και τα ίδια. Πολυπαιγμένα σίριαλ πριν την είσοδο της Ελλάδας στην Ευρωζώνη, που τα βλέπουμε επανάληψη τα μεσημέρια, φαίνονται εξαιρετικά πιο ενδιαφέροντα. Δεν ξέρω αν η κυβέρνηση πλέκει την παγίδα και η αντιπολίτευση πέφτει σε αυτήν ή αν η αντιπολίτευση αδυνατεί να υπερασπιστεί με σθένος το αίτημά της μακριά από μικροπολιτικές αντιπαραθέσεις (τονίζω σε ολομέλειες με ειδική θεματολογία). Το αποτέλεσμα, πάντως, είναι ένα, η διολίσθηση της άσκησης του κοινοβουλευτικού έργου, όπως αρμόζει σε δημοκρατικές χώρες. Το θέαμα που προσφέρεται είναι ανιαρό, πρόχειρο, αλλά σίγουρα χιλιοπαιγμένο.

Ένα μείζονος σημασίας ζήτημα, νομικό και πολιτικό, για κάποιους και ηθικό, ενώ θα έπρεπε να συζητείται και να ερευνάται ενδελεχώς από το Κοινοβούλιο, γιατί σαφώς τραντάζει συνταγματικά θεμέλια, απαρασάλευτες δημοκρατικές αρχές, γίνεται άλλη μια ευκαιρία για την  – στερούμενη ιδεών και πρωτοπορίας –  επικοινωνιακή κόντρα πολιτικών αρχηγών και κομμάτων ενόψει εκλογών. Δεν αντιτίθεμαι στην άσκηση κριτικής και των δυο πλευρών, απλά ορισμένα ζητήματα και υποθέσεις είναι υπεράνω των κομματικών διαφορών, είναι ευθείες και ζωντανές απειλές και απαιτούν εύστοχη, ειδική ανάλυση, με σκοπό την άμεση λύση τους.

Ατάκες κλασικές, τα γνωστά «εσείς κι εμείς»,  που καμία απολύτως σχέση δεν έχουν με το ζήτημα. Σαν να φλερτάρει ένας σε στυλ 70’s μια 20άρα του σήμερ.

Τι έκαναν οι παλιοί (αυτό το απροσδιόριστο επίθετο), πώς ασκούσε αντιπολίτευση ο νυν πρωθυπουργός και πώς ο πρόεδρος της αξιωματικής αντιπολιτεύσεως, ποιος έφαγε τα περισσότερα, ποιος πολεμά τη διαφορά, φταίει άραγε το κέρδος και ιμπεριαλισμός για άπαντα τα δεινά του κόσμο; Τα ξέρετε. Τρομερή σχέση έχουν αυτά με τις συνομιλίες του Πάνου του Καμμένου με έναν ισοβίτη που παρανόμως είχε κινητό τηλέφωνο στις φυλακές.

Κι έρχεται ο μελαχρινός μηχανικός (που ειρήσθω εν παρόδω είχε ξεχάσει ότι είναι μηχανικός) και κλασαυχενίζεται για τις κυβερνητικές επιτυχίες, κατά τον τρόπο που επιτάσσει το επικοινωνιακό παραμύθι, το οποίο  – επιτέλους – κανείς δεν πρέπει να χάφτει, αφού πρώτα πούλησε βέβαια τον εαυτό του και τη χώρα και ξεπλένει τους λερωμένους υπουργούς του.

Όλα αυτά δεν τα βλέπουμε σε κάποιο ευφραντικό πάνελ συνοδεία πρωινού καφέ, σε κάποιο ντιμπέιτ ή έστω σε κάποια ολομέλεια περί ενός γενικού θέματος που επιτρέπει τα φληναφήματα και τις πομφόλυγες, που να επιδέχεται ανταλλαγή κομματικών πυρών. Τα είδαμε σε μια κρίσιμη ολομέλεια σχετικά με ένα σοβαρό ζήτημα, ανακύπτον από τη βαθιά προβληματική συμπεριφορά ενός υπουργού, μια συμπεριφορά απειλητική για τους νόμους και το Σύνταγμα της χώρας, σύμφωνα με έγκριτους συνταγματολόγους και εν πάση περιπτώσει μια συμπεριφορά που αποτελεί το ακριβώς αντίθετο του πολιτικού αυτονοήτου, τη βρόμικη σκέψη, τη δόλια.

Είναι δε νοσηρό, μια μεγάλη-κεντρική μηχανή των δημοκρατικών κρατών, όπως είναι το κοινοβούλιο και ορθότερα η προβλεπόμενη και εύρυθμη λειτουργία του, να αλλοιώνεται, να εκμεταλλεύεται να χρησιμοποιείται ως όχημα για επικοινωνιακή κόντρα, ενώ εκκρεμεί μια τόσο – κατά τα άλλα – σοβαρή υπόθεση ενός προκλητικού υπουργού που διαπράττει θεσμική ύβρη. Τα περισσότερα πυρά που αντηλλάχθησαν δεν αφορούσαν καν το θέμα της συζήτησης. Και στο τέλος για μια έτι φορά η οριακή καθεστωτική πλειοψηφία συγκαλύφθηκε ανερυθρίαστα. Οι γιαλαντζί αριστεροί καλύπτουν τον εθνικολαϊκιστή Καμμένο, ο οποίος σε αντάλλαγμα τους κρατά ζωντανούς. Δεν περίμενα και κάτι άλλο, μην με πείτε και ονειροπόλο.

Η Βουλή είναι κάθε προηγούμενη φορά και καλύτερη, αντί να συμβαίνει το αντίθετο. Προχειρότητες, επαναλήψεις και το τέλος το ξέρουμε πριν καν αρχίσει το έργο. Κι εγώ ερωτώ, γιατί να βγεις ένα ραντεβού που ξέρεις ότι δεν θα τελεσφορήσει;

Facebook Comments