Κάποιες φορές στην προσπάθεια να αντιμετωπιστεί η παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση και να αποτραπεί η διάσπαση της Ευρωζώνης, αρκετοί κεντρικοί τραπεζίτες αρχίζουν να δίνουν την εντύπωση ότι είναι σούπερ ήρωες.

Ωστόσο, υπάρχει ο κίνδυνος να μετατραπούν σε θύματα της δικής τους επιτυχίας. Κατά το παρελθόν, η βασική δουλειά των κεντρικών τραπεζιτών ήταν ο έλεγχος του πληθωρισμού, ώστε να μην επαναληφθεί αυτό που συνέβη τη δεκαετία του ’70 και του ’80 και όχι η διάσωση της οικονομίας.

Ζητούμενο για τους κεντρικούς τραπεζίτες ήταν και είναι να διατηρήσουν την αύξηση των τιμών στα επίπεδα του 2% που αποτελεί και στόχο των περισσότερων κεντρικών τραπεζών. Η παγκοσμιοποίηση και η ανάπτυξη της τεχνολογίας έχουν συμπιέσει τις τιμές τις τελευταίες τρεις δεκαετίες, διατηρώντας χαμηλά τον πληθωρισμό. Εντούτοις, οι κεντρικές τράπεζες έλαβαν τα περισσότερα εύσημα γι’ αυτό το κατόρθωμα. Για να το πετύχουν αυτό, εδραίωσαν τη θέση τους ως η ελίτ των τεχνοκρατών, προστατευμένοι από την εμπλοκή τους με τους πολιτικούς. Ωστόσο, αυτός ο ρόλος τους τίθεται εν αμφιβόλω.

Στο πλαίσιο ενός συνεδρίου της κεντρικής τράπεζας της Αγγλίας που διεξήχθη την περασμένη εβδομάδα και σηματοδοτούσε δύο δεκαετίες ανεξάρτητης νομισματικής πολιτικής, οι συμμετέχοντες εξέφρασαν την ανησυχία τους για τους κινδύνους που προκαλούν οι μη ρεαλιστικές προσδοκίες.

Αρχικά, οι κεντρικοί τραπεζίτες καταξιώθηκαν μέσω της άσκησης νομισματικής πολιτικής, όπως επισημαίνει η Κριστίνα Ρόμερ ακαδημαϊκός στο Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνιας. Οι εργαζόμενοι θα είναι λιγότερο έτοιμοι να ζητήσουν υψηλότερους μισθούς σε περίπτωση που πεισθούν ότι η αύξηση των τιμών είναι κάτι προσωρινό. Αυτό αποτελεί μεγάλο πρόβλημα όταν ο πληθωρισμός κινείται σε τόσο χαμηλά επίπεδα όπως συμβαίνει αυτή τη στιγμή σε ορισμένες χώρες.

Ο πρόεδρος της ΕΚΤ Μάριο Ντράγκι, καθώς και ο Ιάπωνας ομόλογός του Χαρουχίκο Κουρόντα, θα επιθυμούσαν πάρα πολύ να αυξηθούν οι μισθοί προκειμένου να ασκηθούν πληθωριστικές πιέσεις, κάτι που κάποτε προκαλούσε τον φόβο των προκατόχων τους. Δευτερευόντως, υπάρχει ο κίνδυνος να χαθεί η πολιτική και λαϊκή στήριξη για την ανεξαρτησία των κεντρικών τραπεζών εξαιτίας της καταστροφής που επέφερε ο υψηλός πληθωρισμός κατά το παρελθόν.

Όσο περισσότερο θεωρείται δεδομένη η σταθερότητα των τιμών, τόσο λιγότερο οι κεντρικοί τραπεζίτες που ασκούν νομισματική πολιτική μπορούν να περιμένουν ότι θα προστατευθούν από τις πολιτικές πιέσεις, όταν εμπλέκονται σε πολιτικά ευαίσθητα θέματα. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι οι έντονες αντιδράσεις που προκάλεσαν οι προειδοποιήσεις του διοικητή της Κεντρικής Τράπεζας της Αγγλίας Μαρκ Κάρνεϊ, πριν από το δημοψήφισμα, σχετικά με τις καταστροφικές οικονομικές επιπτώσεις που θα επιφέρει η αποχώρηση της Βρετανίας από την Ε.Ε.

Άλλο παράδειγμα είναι η δριμεία κριτική που άσκησε ο Γκόρντον Μπράουν, πρώην πρωθυπουργός της Βρετανίας και υπουργός Οικονομικών, σε πρώην αξιωματούχους της κεντρικής τράπεζας επειδή άσκησαν κριτική στη νομισματική πολιτική της BoE στο πλαίσιο ενός συνεδρίου που διοργανώθηκε την προηγούμενη εβδομάδα. Σύμφωνα με τον Τσαρλς Γκούντχαρτ, καθηγητή στο LSE και πρώην αρμόδιο για τον καθορισμό του επιπέδου των επιτοκίων, οι συγκρούσεις μεταξύ των πολιτικών προσώπων και των κεντρικών τραπεζιτών ενδεχομένως να αποτελέσουν νόρμα και να γίνουν ένα σύνηθες φαινόμενο.

SWAHA PATTANAIK / REUTERS BREAKINGVIEWS

Facebook Comments