Με περισσότερο «καρότο», ήτοι ρυθμίσεις και διαγραφές, και λιγότερο «μαστίγιο» (πλειστηριασμούς και πωλήσεις) σχεδιάζουν οι τράπεζες να μειώσουν το ύψος των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων από 101,8 δισ. ευρώ τον Ιούνιο του 2017 σε 64,6 δισ. ευρώ στα τέλη του 2019.

Οπως προκύπτει από πρόσφατη έκθεση της ΤτΕ, τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα υπολογίζουν σε βάθος διετίας αφενός να περάσουν στο… πράσινο δάνεια ύψους 21,1 δισ. ευρώ (8,6 δισ. ευρώ από το στεγαστικό, 2,6 δισ. ευρώ από το καταναλωτικό και 9,9 δισ. ευρώ από το επιχειρηματικό χαρτοφυλάκιο) και αφετέρου να διαγράψουν μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα ύψους 10,6 δισ. ευρώ, κυρίως από το χαρτοφυλάκιο λιανικής.

Στον αντίποδα, τα δάνεια που θα διατεθούν, επίσης, το ίδιο διάστημα, είτε με τη διαδικασία του πλειστηριασμού είτε μέσω της πώλησης σε funds, υπολογίζονται σε περίπου 22,2 δισ. ευρώ. «Οι ρυθμίσεις θα εξακολουθήσουν να σηκώνουν το κύριο βάρος για την επίτευξη των στόχων, μια και τόσο οι πλειστηριασμοί όσο και οι πωλήσεις βρίσκονται -τουλάχιστον προς ώρας- σε… εμβρυϊκό στάδιο», εξηγεί στον Ελεύθερο Τύπο της Κυριακής υψηλόβαθμο στέλεχος συστημικού ομίλου, αφήνοντας να εννοηθεί ότι στα αναθεωρημένα σχέδια, που θα υποβληθούν τον επόμενο Σεπτέμβριο, ενδεχομένως να υπάρξουν αλλαγές ως προς τη στρατηγική διαχείρισης των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων.

Στροφή

Σε αντίθεση με τους αμέσως προηγούμενους μήνες, που οι τράπεζες αρκέστηκαν στην υιοθέτηση βραχυπρόθεσμων λύσεων, όπως η καταβολή από τον οφειλέτη μόνο των τόκων ή η αναστολή πληρωμών για προκαθορισμένο διάστημα, τελευταία ακολουθούν μία πιο… μακροπρόθεσμη στρατηγική διευθέτησης των «κόκκινων» δανείων.

Σύμφωνα με την ΤτΕ, άλλωστε, «όλες οι τράπεζες έχουν θέσει ως στόχο την αύξηση των μακροπρόθεσμων ρυθμίσεων, με το εύρος του στόχου να κυμαίνεται σε 42% έως 50% το 2019, από 20% με 33% κατά το δεύτερο τρίμηνο του 2017».

Οι μακροπρόθεσμες ρυθμίσεις προσφέρονται για περίοδο μεγαλύτερη των δύο ετών και υποδεικνύουν λύσεις που θα μπορούσαν να οδηγήσουν ένα δανειολήπτη στη βιωσιμότητα και τελικά στην εξυπηρέτηση του δανείου. Αυτές αφορούν κατά βάση στο μέσο όρο των επιχειρηματικών, των μεγάλων καταναλωτικών/προσωπικών και των στεγαστικών δανείων, με συνηθέστερη εφαρμογή τη μείωση του επιτοκίου, την παράταση της διάρκειας αποπληρωμής του χρέους ή τη μερική διαγραφή της οφειλής.

Το τελευταίο διάστημα, ωστόσο, πολλά χρηματοπιστωτικά ιδρύματα έχουν ξεκινήσει να εφαρμόζουν τόσο το «Split and Balance» όσο και την πιο εξελιγμένη του μορφή, το «Split and Freeze». «Η πρακτική των προτεινόμενων λύσεων, που χρησιμοποιούν έως σήμερα οι τράπεζες, δεν φαίνεται να εξυπηρετεί 100% τους δανειολήπτες “κόκκινων” δανείων και, μάλιστα, μεγάλων οφειλών, γι’ αυτό και πολλά από αυτά, που έχουν τεθεί σε ρύθμιση, είναι σύνηθες να ξανακοκκινίζουν», τονίζει στον «Ε.Τ.» της Κυριακής η δικηγόρος, ειδικευμένη στο τραπεζικό δίκαιο, κυρία Ανδριάνα Ζαχαρίου και προσθέτει: «Από τις ενδεικτικές προτεινόμενες ρυθμίσεις του Κώδικα Δεοντολογίας οι δανειολήπτες θα ελαφρυνθούν με τη μακροπρόθεσμη λύση του διαχωρισμού οφειλής Split and Balance και την εξελιγμένη μορφή αυτού, δηλαδή, το ιρλανδικό μοντέλο Split and Freeze».

Πιο αναλυτικά, στην πρώτη περίπτωση το δάνειο «κόβεται» σε δύο μέρη:

α) ένα, που ο δανειολήπτης εκτιμάται ότι μπορεί να αποπληρώνει, με βάση την υφιστάμενη και την εκτιμώμενη μελλοντική ικανότητα αποπληρωμής του και

β) το υπόλοιπο τμήμα του, το οποίο τακτοποιείται μεταγενέστερα, με ρευστοποίηση περιουσίας ή άλλου είδους διευθέτηση, η οποία συμφωνείται εξ αρχής από τα δύο μέρη. Στην περίπτωση της… Ιρλανδίας, το δεύτερο κομμάτι του δανείου «παγώνει» επ’ αόριστον και κουρεύεται τμήμα του βαθμιαία, ανάλογα με την ετήσια συνέπεια του δανειολήπτη στην αποπληρωμή του πρώτου κομματιού, που εξυπηρετείται.

Οσον αφορά στις λύσεις οριστικής διευθέτησης, αυτές επιλέγονται ως επί το πλείστον για στεγαστικά και μεγάλα επιχειρηματικά δάνεια, με συνηθέστερη εφαρμογή την οριστική διαγραφή χρέους, εάν επιβεβαιωμένα ο οφειλέτης δεν διαθέτει περιουσία ή εισοδήματα και δεν αναμένεται απόκτηση περιουσίας, καθώς, επίσης, και την οικειοθελή ρευστοποίηση με πλειστηριασμό των εξασφαλίσεων προς ικανοποίηση της απαίτησης. «Οι δανειολήπτες μεγάλων δανείων, που είναι πλέον μη εξυπηρετούμενα, θα ελαφρυνθούν και με τη λύση της εθελοντικής παράδοσης του ενυπόθηκου ακινήτου, που, επίσης, προκρίνουν τα ιδρύματα. Αρκεί, βέβαια, αυτά με τη σειρά τους, να δεχθούν ότι δεν θα έχουν πλέον καμία περαιτέρω αξίωση από την περιουσία για το υπόλοιπο της οφειλής, που ενδεχομένως να προκύψει από την παράδοση, κάτι που μέχρι σήμερα δεν προβλέπεται», εξηγεί η κυρία Ζαχαρίου.

Εξαιρέσεις από τον Κώδικα Δεοντολογίας των Τραπεζών

1. Απαιτήσεις από συμβάσεις, που έχουν ήδη καταγγελθεί πριν από την 1/1/2015.

2. Απαιτήσεις έναντι δανειολήπτη, που έχει υποβάλει αίτηση υπαγωγής στον Νόμο 3869/2010, για την οποία έχει ορισθεί δικάσιμος.

3. Απαιτήσεις έναντι δανειολήπτη, κατά του οποίου τρίτοι πιστωτές έχουν κινήσει δικαστικές ενέργειες για την εξασφάλιση χρεών ή έχει ήδη τεθεί σε καθεστώς εκκαθάρισης, σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία.

Facebook Comments